Αυτή τη φορά κανένα μέσο δεν επανέλαβε το λάθος που είχε κάνει η εφημερίδα Chicago Daily Tribune στις 3 Νοεμβρίου 1948, όταν κυκλοφόρησε με τίτλο Dewey defeats Truman (Ο Ντιούι κερδίζει τον Τρούμαν), προσφέροντας στον Χάρι Τρούμαν την ευκαιρία να πανηγυρίσει την εκλογή του κρατώντας (και γελώντας) αυτό ακριβώς το φύλλο της εφημερίδας.

Άλλωστε, στην εποχή των ψηφιακών μέσων, δεν υπάρχει η ίδια πίεση που είχαν οι διευθυντές των εφημερίδων να αποφασίσουν ποιο τίτλο να βάλουν.

Ούτως ή άλλως, ήταν αναμενόμενο ότι αυτή τη φορά τα μεσάνυχτα της 3η Νοεμβρίου στην Ανατολική Ακτή των ΗΠΑ (7 πμ της 4ης Νοεμβρίου στην Ελλάδα) δεν θα ξέραμε ποιος θα ήταν ο επόμενος ένοικος του Λευκού Οίκου.

Γιατί αργεί το τελικό αποτέλεσμα

Αυτό στηρίζεται σε τρεις κρίσιμες παραμέτρους. Μία που έχει να κάνει με το αμερικανικό εκλογικό σύστημα, μια που έχει να κάνει με τις αλλαγές στους τρόπους ψηφοφορίας και μια που έχει να κάνει με την πραγματική διαίρεση της Αμερικής.

Το εκλογικό σύστημα, όπως έχουμε τονίσει πολλές φορές, δεν στηρίζεται στην αθροιστική λαϊκή ψήφο, αλλά στην ψήφο εκλεκτόρων. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί κάποιος να κερδίσει τη λαϊκή ψήφο και να χάσει την ψήφο των εκλεκτόρων. Αυτό ακριβώς ήταν η επιτυχία του Τραμπ το 2016, όταν κέρδισε κρίσιμες Πολιτείες που του έδωσαν πλειοψηφία στους εκλέκτορες, αυτό προσπάθησε να κάνει και σε αυτές τις εκλογές, αυτό εξηγεί και γιατί ακόμη δεν ξέρουμε ποιος είναι ο νικητής των εκλογών.

Οι φετινές εκλογές είχαν την ιδιαιτερότητα ότι είχαμε τον μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων που δεν ψήφισαν την ημέρα των εκλογών αλλά είτε με πρόωρη ψήφο είτε με επιστολική ψήφο. Αυτό ενισχύθηκε και από την πανδημία που οδήγησε πολλούς ανθρώπους να μη θέλουν να πάνε να στηθούν στην ουρά ενός εκλογικού κέντρου.

Όμως, ταυτόχρονα αυτό οδήγησε σε εκατομμύρια κυρίως επιστολικών ψήφων σε κρίσιμες Πολιτείες που θα αργήσουν να καταμετρηθούν με βάση τις ειδικές εκλογικές ρυθμίσεις που ισχύουν. Αυτό το σημείο είναι πιθανό να οδηγήσει και σε νομικές αμφισβητήσεις ιδίως από τη μεριά του προέδρου Τραμπ.

Γιατί έχουμε ένα αμφίρροπο αποτέλεσμα

Όμως, η πιο καθοριστική παράμετρος που εξηγεί γιατί έχουμε ένα αμφίρροπο αποτέλεσμα ήταν ακριβώς οι διαιρέσεις της Αμερικής και ο διαφορετικός τρόπος με τον οποίο διαφορετικές κοινωνικές και δημογραφικές κατηγορίες αντιλήφθηκαν τα πιο κρίσιμα προβλήματα.

Ξέραμε από πριν τις εκλογές ότι ζητήματα όπως η διαχείριση της πανδημίας και το μεγάλο κόστος σε ζωές που είχε, η αστυνομική βία, ο ρατσισμός, η πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας, ήταν ζητήματα που ενίσχυσαν την υποψηφιότητα του Τζο Μπάιντεν.

Ξέραμε επίσης ότι η οικονομία ήταν, πριν την πανδημία, το πεδίο που πιθανώς να εξασφάλιζε την επανεκλογή του Τραμπ, κάτι που ανατράπηκε με την ύφεση και μόνο στο τρίτο τρίμηνο φάνηκε να ανακάμπτει, μαζί με όλα τα πιο συντηρητικά πολιτικά αντανακλαστικά.

Όμως, σε μια τόσο μεγάλη και περίπλοκη και άνιση χώρα όπως οι ΗΠΑ όλα αυτά μπορεί να είναι και γενικεύσεις.

Για παράδειγμα ξέραμε ότι ο Τραμπ θα πήγαινε καλύτερα σε αγροτικές περιοχές και στις μικρές πόλεις, με τους Δημοκρατικούς να πηγαίνουν καλύτερα σε μεγάλα αστικά κέντρα, κάτι που εξηγεί την αγωνία για την Πολιτεία της Τζόρτζια, καθώς η καθυστέρηση στα αποτελέσματα αφορά μεγάλο τμήμα της Ατλάντα, με ισχυρή Δημοκρατική παρουσία και όπου η καταμέτρηση καθυστερεί εκτός των άλλων και γιατί έσπασε ένας αγωγός νερού σε ένα μεγάλο εκλογικό κέντρο. Αντίστοιχα, το γεγονός ότι ο Τραμπ δείχνει να τα πηγαίνει καλύτερα από την προηγούμενη φορά στους ισπανόφωνους στο Μαϊάμι, ήταν το στοιχείο που έκανε τους Δημοκρατικούς να αποτύχουν στην προσπάθειά τους να κερδίσουν τη Φλόριντα. Φάνηκε ακόμη ότι παρότι η πανδημία ήταν το στοιχείο που είχε το μεγαλύτερο κόστος για τον Τραμπ, η οικονομία και το εάν θα υπάρξει ανάπτυξη και διατήρηση θέσεων εργασίας ήταν το στοιχείο που του έδωσε ενίσχυση σε κρίσιμες δημογραφικές κατηγορίες ψηφοφόρων.

Την ίδια στιγμή αποδείχτηκε ότι όντως οι Ρεπουμπλικάνοι μπόρεσαν να φέρουν ψηφοφόρους την ημέρα των εκλογών, κάτι στο οποίο επέμεινε ο ίδιος ο Τραμπ εδώ και καιρό, ανατρέποντας έτσι τη διάχυτη αίσθηση μιας αυξημένης Δημοκρατικής παρουσίας στην πρόωρη ψήφο.

Οι Πολιτείες που κρίνουν το αποτέλεσμα

Η προσπάθεια των Δημοκρατικών να κερδίσουν Πολιτείες που είχε κερδίσει ο Τραμπ ανταμείφθηκε στην Αριζόνα, όχι όμως στη Φλόριντα, ενώ στη Τζόρτζια τα πράγματα δείχνουν ακόμη οριακά.

Όλα αυτά παραπέμπουν στο ότι ο Μπάιντεν, παρά το καθαρό του δημοσκοπικό προβάδισμα, δεν μπόρεσε να το μετατρέψει σε μια τέτοια εκλογική στροφή υπέρ του (πέραν του να ενισχυθεί σε Πολιτείες και δημογραφικές κατηγορίες στις οποίες είχε ούτως ή άλλως προβάδισμα) που θα του εξασφάλιζε πιο εύκολα την Προεδρία. Αντίστοιχα ο Τραμπ κατάφερε να εξασφαλίσει τη Φλόριντα και το Τέξας εμποδίζοντας τη δυνατότητα των Δημοκρατικών για μεγάλη ανατροπή.

Αυτό επαναφέρει τη σημασία των κρίσιμων Πολιτειών που κέρδισε ο Τραμπ το 2016 και σήμερα ακόμη θα κρίνουν το αποτέλεσμα. Την Ατλάντα και τη Βόρεια Καρολίνα, όπου ο Τραμπ δείχνει να έχει ένα οριακό προβάδισμα. Την Πενσυλβανία, στην οποία ο Τραμπ έδωσε τεράστια έμφαση στην τελευταία φάση των εκλογών, το Μίσιγκαν και το Ουισκόνσιν, όπου επίσης ο Τραμπ δείχνει να έχει προβάδισμα, όμως είναι πιθανό το τελικό αποτέλεσμα να αργήσει ακόμη, καθώς υπάρχουν ακόμη εκατομμύρια ψήφων που δεν έχουν καταμετρηθεί και όπου οι Δημοκρατικοί εκτιμούν ότι έχουν επαρκές προβάδισμα.

Το ενδεχόμενο νομικής αμφισβήτησης

Και βέβαια ένα οριακό αποτέλεσμα, που θα αργήσει να επικυρωθεί, είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε νομικές αμφισβητήσεις και σε μια ακόμη θεσμική κρίση.

Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει πει πολλές φορές ότι θα το κάνει, με έμφαση στις επιστολικές ψήφους που θα καταμετρηθούν με καθυστέρηση και αρκετές φορές έχει μιλήσει για προσπάθεια να «κλέψουν τις εκλογές».

Τα δικαστήρια μέχρι τώρα έχουν επικυρώσει τις διαδικασίες, όμως αυτό δεν αναιρεί την πιθανότητα προσφυγών, ενώ και τα δύο κόμματα έχουν ήδη μεγάλες ομάδες δικηγόρων για να αντιμετωπίσουν αυτό το ενδεχόμενο,

Μια διαιρεμένη χώρα

Όλα αυτά παραπέμπουν σε ένα αποτέλεσμα που θα είναι οριακό, θα επικυρώνει την εικόνα μιας διαιρεμένης Αμερικής, με όλες τις κοινωνικές της αντιθέσεις ανοιχτές, χωρίς ένα συνεκτικό όραμα. Από πολλές απόψεις ήταν η πιο στρατηγικά αμήχανη προεκλογική εκστρατεία, με την μεγαλύτερη δυσκολία των υποψηφίων να προσφέρουν ένα συνεκτικό όραμα για μια χώρα που παραμένει η μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη, η πιο ισχυρή πολεμική χώρα και ταυτόχρονα η χώρα με τη δαπάνη υγεία και δεκάδες εκατομμύρια πολιτών χωρίς πρόσβαση σε πλήρη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και την πληγή του ρατσισμού πάντα ανοιχτή.