Η περίοδος 2014-2020 χαρακτηρίστηκε από την παρουσία του Φορέα Συντονισμού (ήτοι την GAIA ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝ), ως τον μοναδικό πιστοποιημένο ενδιάμεσο φορέα μεταξύ του ΟΠΕΚΕΠΕ και των Κέντρων Υποδοχής Δηλώσεων (ΚΥΔ). Ο Φορέας Συντονισμού αποτέλεσε (μέσω της κατάλληλης σύμπραξης μετόχων) το σημείο συνάντησης της τεχνολογίας, του τραπεζικού συστήματος και της αγροτικής συλλογικότητας με στόχο να συμπαρασύρει σε μια μεταρρυθμιστική ανάταση τον ΟΠΕΚΕΠΕ επελευθερώνοντάς τον από την εκτέλεση σχετικά απλών αλλά χρονοβόρων διαδικασιών. Αυτός ο στόχος κοστολογήθηκε μάλλον ακριβά για την εποχή δημιουργίας του Φορέα Συντονισμού με το κόστος ωστόσο να περνάει στον δικαιούχο των κοινοτικών επιδοτήσεων συνεισφέροντας έτσι στην ελάφρυνση του κρατικού προϋπολογισμού (και ναι στον εξορθολογισμό της λειτουργίας ενός παλαιού συστήματος με ισχυρά ερείσματα την προηγούμενη δεκαετία) και δημιουργώντας εν τέλει την υπό συζήτηση ευκαιρία των επτά ευρώ.

Ο βασικός μέτοχος του Φορέα Συντονισμού φάνηκε να καρπώνεται εύκολα και με μικρό κόστος το μεγαλύτερο ποσοστό αυτής της ευκαιρίας. Επένδυσε κατά βάση στην ευφυή γεωργία με πολλά ωστόσο ερωτηματικά, τόσο για το επιστημονικό, όσο και το επιχειρηματικό υπόβαθρο αυτής της επένδυσης. Επικουρικά προσπάθησε να μεγεθύνει σε υπερβολικό βαθμό αυτή του την επένδυση και την όποια τεχνογνωσία ανέπτυξε, συνδυάζοντάς την με ένα μεγάλο δημόσιο έργο, ο χειρισμός ωστόσο του οποίου αποδείχθηκε μάλλον ερασιτεχνικός δημιουργώντας από την πρώτη στιγμή σοβαρές αντιδράσεις χειραγώγησης και στρέβλωσης των βασικών αρχών μιας ισότιμης ανταγωνιστικής διαδικασίας, γεγονός που εν τέλει οδήγησε σε μια τελεσίδικη δικαστική απόφαση ακύρωσης της εν λόγω διαγωνιστικής διαδικασίας.

Ωστόσο ανεξάρτητα αυτής της κατάληξης, η ανάγκη που κάλυπτε αυτός ο διαγωνισμός είναι υπαρκτή και συνεπώς επιθυμητό και καλό για το δημόσιο συμφέρον είναι να εκκινήσει ξανά η διαδικασία για την ανάπτυξη μιας ανοιχτής εθνικής ψηφιακής γεωργικής υποδομής που θα υπηρετεί το σύνολο των εμπλεκομένων του αγροτικού τομέα της χώρας χωρίς αποκλεισμούς και δεσπόζουσες θέσεις με σεβασμό στην επιστημονική κοινότητα.

Επανερχόμενοι στον μεγαλομέτοχο και στην αξιολόγηση αξιοποίησης της ευκαιρίας που είχε, αυτός επιχείρησε να αποκτήσει πρωτεύοντα ρόλο στην αγροτική συμβουλευτική μέσω ενός άλλου συγγενούς σχήματος στη λογική του Φορέα Συντονισμού, εγχείρημα ωστόσο το οποίο μάλλον δεν προχωρά σε τόσο μεγάλη κλίμακα (ή τέλος πάντων δείχνει να περιορίζεται μιας και ούτως ή άλλως το αντίστοιχο μέτρο της συμβουλευτικής του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης καθυστερεί υπερβολικά να προκηρυχθεί και ταυτόχρονα έχει πλέον μειωμένο διαθέσιμο κονδύλι επιδότησης). Κλείνοντας ο μεγαλομέτοχος επένδυσε σε ακίνητα, τα οποία συνέβαλαν στη δημιουργία μιας εικόνας υπεροχής, η οποία θα μπορούσε πράγματι να οδηγήσει σε μια μεγάλη υπεραξία πώλησης, όπως αυτή διακινήθηκε έντονα το τελευταίο εξάμηνο ως μια βασική επιχειρηματική επιλογή. Εν τέλει όλο αυτό φαίνεται να καταλήγει σε μια συνεργασία με τον έτερο κοινωνικό μέτοχο του Φορέα Συντονισμού στο πλαίσιο του προγράμματος της συμβολαιακής γεωργίας ή/και μιας μεταξύ τους συμφωνίας απορρόφησης (ή διαφορετικά τερματισμού) του εγχειρήματος της GAIA ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝ. Αντικειμενικά λοιπόν, αν αυτή ήταν η στόχευση για την αξιοποίηση αυτής της μοναδικής ευκαιρίας, η αυτονόητη απάντηση είναι ότι αυτή αξιοποιήθηκε στο ελάχιστο από τον μεγαλομέτοχο του Φορέα Συντονισμού.

Προχωρώντας στον έτερο μεγάλο μέτοχο του Φορέα Συντονισμού, αυτός εν τοις πράγμασι για το μεγαλύτερο (αν όχι για όλο το) χρονικό διάστημα της τρέχουσας προγραμματικής περιόδου φαινόταν να μην αντιλαμβάνεται ή να μην απασχολείται για την υπό συζήτηση ευκαιρία. Εχοντας πρακτικά εκχωρήσει τον όποιο στρατηγικό ρόλο του αναλογούσε, περιορίστηκε στο να παρακολουθεί και να ενδιαφέρεται μόνο για το πλήθος των δικαιούχων των κοινοτικών επιδοτήσεων που διατηρούσαν τραπεζικούς λογαριασμούς σε αυτόν.

Περιορίστηκε σε προσωπικές ετεροβαρείς ατζέντες που δυστυχώς εν τέλει επικράτησαν της όποιας δομημένης στήριξης και απογείωσης του όλου εγχειρήματος. Επιπρόσθετα κατάφερε να προκαλέσει δικαιολογημένα αντιδράσεις, καθώς εμμέσως στρέβλωσε τον ανταγωνισμό μεταξύ των ΚΥΔ, παρέχοντας τη δυνατότητα έμμεσης ταμειακής διευκόλυνσης όσων συμμετείχαν στην αύξηση του τζίρου του Φορέα Συντονισμού.

Προς αποθέωση της λάθος αντίληψης της αξιοποίησης της όποιας ευκαιρίας του αναλογούσε, κοντόφθαλμα ακόμη και την όποια συνεργασία στα πλαίσια της συμβολαιακής γεωργίας, την επιδιώκει, όχι με τον όλο του Φορέα Συντονισμού, δηλαδή και με συνεταιρισμούς – μικρομέτοχους, αλλά μόνο με τον μεγαλομέτοχό του (όπως προκύπτει από πρόσφατο κοινό Δελτίο Τύπου). Λόγω του μεγέθους και του ειδικού του βάρους, η απώλεια αυτής της ευκαιρίας για τον έτερο μεγάλο μέτοχο του Φορέα Συντονισμού είναι περισσότερο οδυνηρή και ίσως μη αναστρέψιμη, αν προκύψει μια ευρύτερη αναδιάταξη του όλου οικοσυστήματος των εμπλεκομένων στο κύκλωμα της διαχείρισης των κοινοτικών επιδοτήσεων.

Οι μικρομέτοχοι του Φορέα Συντονισμού, ήτοι οι συνεταιρισμοί, αποτελούν τους μεγάλους χαμένους του όλου εγχειρήματος. Αυτοί δίχως ενιαία στάση, εύκολα διασπάστηκαν, και δεν μπόρεσαν καν να διεκδικήσουν τη δυνατότητα αξιοποίησης του μεριδίου της ευκαιρίας που τους αναλογούσε και που δικαιωματικά αυτό το μερίδιο ήταν μεγάλο για αυτούς. Ενδεχομένως μια μειοψηφία αυτών των μετόχων μπορεί να αντικρούσει ότι η ευκαιρία καρπώθηκε μιας και υπήρξε απλόχερη στήριξη για τη δημιουργία ενός συνεταιριστικού συνδέσμου απέναντι στη ΝΕΑ ΠΑΣΕΓΕΣ, εκδόθηκε ένα φιλικό έντυπο προώθησης θέσεων και επιτεύχθηκε η εκ νέου παρουσία στα φόρα των Βρυξελλών.

Δυστυχώς όμως για τους περισσότερους, αυτός ο σύνδεσμος ήταν διασπαστικός και εν τέλει αποδείχθηκε θνησιγενής ως προς το τι τελικά μπόρεσε να προσφέρει, το έντυπο από συνεταιριστικό κατέληξε σύντομα να υπηρετεί στενά κομματικούς στόχους και η παρουσία στις Βρυξέλλες αποδείχθηκε κατ’ επίφαση συνεταιριστική. Ωστόσο το πιο σημαντικό αντεπιχείρημα κοινά αποδεκτό από όλους και από τις δύο διασπασμένες συνεταιριστικές πλευρές, είναι ότι αν και στον αρχικό σχεδιασμό του εγχειρήματος του Φορέα Συντονισμού ήταν ξεκάθαρο στο στρατηγικό του σχέδιο και κοινά αποδεκτό από όλους ότι η υπεραξία του αποθεματικού θα γύρναγε σε επενδύσεις προς όφελος των συνεταιρισμών και εν γένει του αγροτικού επιχειρείν, αυτό δεν κατέστη εφικτό. Το «από τους συνεταιρισμούς, με τους συνεταιρισμούς και για τους συνεταιρισμούς» αποδείχθηκε ένα απλό σύνθημα παλαιάς κοπής γι’ αυτόν που το εμπνεύστηκε ή ένα σύνθημα που δεν μπόρεσε να μετουσιωθεί σε πράξη λόγω αδυναμίας και ατολμίας αυτών που κλήθηκαν να το υπηρετήσουν.

Κλείνοντας, και επειδή οι παλιές αγάπες πάνε πάντα στον παράδεισο, δεν μπορεί να μη γίνει μια αναφορά στον ΟΠΕΚΕΠΕ. Είχε μια σημαντική δυνατότητα να προχωρήσει με διοικητικές απλουστεύσεις και τεχνολογικές τομές αρκετά βήματα παρακάτω τη μεταρρύθμιση που ξεκίνησε στην αρχή της προγραμματικής περιόδου. Αντ’ αυτού τα νούμερα των αιτήσεων που υποβάλλονταν κάθε χρονιά απευθείας από τους δικαιούχους επίμονα και ενοχλητικά θύμιζαν σε όλους τους εμπλεκομένους την αποτυχία και εκείνης της χρονιάς. Επρεπε να φτάσουμε στην τελευταία χρονιά λειτουργίας του παρόντος οικοσυστήματος και μέσα από τις ειδικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν από εξωγενείς παράγοντες να προκύψει ένα άλμα της μορφής του kyd.gov,gr, που ήρθε τόσο εύκολα να σπάσει καθεστωτικά δεσμά και να καταδείξει ότι με αποφασιστικότητα και τόλμη μπορούν να υπάρξουν λύσεις γιατί απλά η τεχνολογία δεν ακολουθεί την απόλυτη αρχή της μιας αυθεντίας, αλλά εξελίσσεται και αφήνει πίσω της τους συμβιβασμένους. Ας μείνει λοιπόν αυτή η τελευταία εικόνα της αλλαγής της νοοτροπίας ως μια παρακαταθήκη για την επόμενη ημέρα της νέας ευκαιρίας.

* Ο Γ. Κορμέντζας είναι Καθηγητής Παν. Αιγαίου τ. Αντιπρόεδρος ΟΠΕΚΕΠΕ (2010-2012), τ. COO GAIA ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝ (2014-2019)