Το νέο του χορογραφικό έργο με τίτλο «Hardly the Same, a dance guide to mess up body and mind», μια παράσταση για την αποκρυπτογράφηση της κίνησης, παρουσιάζει ο Δημήτρης Μυτιληναίος στον χώρο τέχνης Artiria Athens (Λεωχάρους 13, Αθήνα,  Τηλ.210-3227.446, είσοδος ελεύθερη) στις 10, 11 και 12 Μαΐου.

Σχεδόν το ίδιο ή μετά βίας το ίδιο; Μια μετα-κινούμενη χορογραφική πίστα για δύο χορευτές: το Δημήτρη Μυτιληναίο και τη Νεφέλη Καδινοπούλου Αστερίου. Ένας ογκώδης οδηγός κινήσεων που παίζει με τη φύση του. Από ένα σημείο και μετά, εύκολα αναρωτιέται κανείς, αν αυτό που συμβαίνει επί σκηνής έχει ξανασυμβεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο ή σε παραλλαγή, αν οι πιθανές σχέσεις των σωμάτων στον χώρο και τον χρόνο έχουν εξαντληθεί κι αν, τελικά, μένει κάτι άλλο να συμβεί.

Το «Hardly the Same» επιχειρεί να εξαντλήσει το κοινό βηματολόγιο των χορευτών. Οι επιλεγμένες κινήσεις ικανοποιούν συστήματα προσέγγισης του χώρου, αλλά προέρχονται κι από πηγές που δεν είναι απαραίτητα ομοιογενείς ούτε σχετίζονται πάντα με τις πρώτες ύλες του χορού· δίνουν, όμως, ιδέες για αναλογίες, υποθέσεις και μετασχηματισμούς. Στην πραγματικότητα, κάθε ιδέα έχει παράξει ένα μοναδικό σύστημα, μια σχεσιακή λειτουργία. Κάθε φόρμα που κατασκευάζεται, αναπόφευκτα διαλύεται. Η χορογραφική παρτιτούρα, το score, ορίζει τι θα συμβεί, πώς, πού και πότε. Το πλήθος, όμως, των κινήσεων και των κινησιολογικών οδηγιών μαζί με τις συνδυαστικές τους πιθανότητες εγείρουν το ζήτημα της σημασίας: χρειάζεται, τελικά, ν’ αποκρυπτογραφούνται τα συστήματα;

Ο Δημήτρης Μυτιληναίος μιλάει στα «Νέα» για την έμπνευση πίσω από τη χορογραφία, τις φόρμες στην κίνηση και τα μυστικά των σωμάτων.

  1. Πώς προέκυψε η ιδέα για την παράσταση;

    Πριν τρία χρόνια περίπου, η Νεφέλη κι εγώ βρεθήκαμε στη Δανία για να χορέψουμε το ‘Sync’, ένα κομμάτι της φίλης μας, Αναστασίας Βαλσαμάκη. Νομίζω ότι εκεί συμφωνήσαμε να ξαναδουλέψουμε γαι κάποιο καιρό οι δυο μας, κάτι που κάποια στιγμή θα οδηγούσε σε παράσταση.

  2. Τι σας ενέπνευσε στο στήσιμο της χορογραφίας;

    Υπάρχουν πολλές αναφορές στο έργο. Πιστεύω όττι όλες με έναν τρόπο πυροδοτούν ιδέες και αποτελούν πηγές έμπνευσης. Αν κάποια είναι πιο κεντρική μάλλον έχει να κάνει με το πώς δομήσαμε το υλικό μας. Θέλοντας να αναστοχαστούμε για το τι απευθύνουμε στο κοινό, ασχοληθήκαμε κινητικά με τις αθέμιτες συνέπειες των κινήσεων που επιλέγουμε.

  3. Μπορεί πραγματικά ένας χορογράφος να εξαντλήσει το κοινό βηματολόγιο των χορευτών του;

    Αυτό είναι κάτι που κι εγώ αναρωτιέμαι. Η σύνθεση παίζει καθοριστικό ρόλο στην πρόσληψη οπότε και οι επιλογές που θα κάνει κανείς κατά κανόνα αποκλείουν κάποιες πιθανότητες. Ένα βηματολόγιο μπορεί επίσης να αποτελεί μία βάση την οποία συνεχώς επαναδιαπραγματεύεσαι και μετασχηματίζεις, και με τη σειρά του αυτό μπορεί να είναι έργο ζωής.

  4. Πώς οι φόρμες που σχηματίζετε επί σκηνής αναπόφευκτα διαλύονται;

    Υπάρχει η χρήση ποιητικής αδείας σε αυτή την φράση. Τι σημαίνει “η φόρμα διαλύεται”; Η Υβόν Ράινερ ήταν από τις πρώτους χορογράφους που άσκησαν μία κριτική στην χρήση της φόρμας από το μπαλέτο. Παρατήρησε ότι σε αυτό η κίνηση πάντα καταλήγει σε μία φόρμα εν είδει φωτογραφικού καρέ που στοχεύει στην αποτύπωσή της από τον θεατή. Η ακινησία όμως είναι φαντασία, δεν συμβαίνει ποτέ πραγματικά. Εμείς παίζουμε με τον όψιμο χρόνο της κατασκευής της φόρμας, το όριο της δόμησης κάθε κίνησης και το τι συμβαίνει ακριβώς μετά.

  5. Χρειάζεται τελικά ν’ αποκρυπτογραφούνται τα συστήματα εντός κι εντός σκηνής γενικότερα;

    Αυτό εξαρτάται από τον βαθμό που θέλει ή μπορεί να κανείς να είναι συνειδητός/η απέναντι σε αυτό που του/της απευθύνεται και κατά συνέπεια για τις αντιδράσεις του/της. Και οι δύο δρόμοι έχουν αξία- χωρίς ποτέ να είναι μονόδρομοι. Ειδικά στη τέχνη. Η αντίληψη σίγουρα έχει να προσφέρει τόσο όσο το πάθημα καθώς συμβαίνουν ταυτόχρονα.

    6.Τα δύο σώματα των χορευτών πώς ακολουθούν μια χορογραφική παρτιτούρα που παίζει με τη φύση της; Φτάνουν στα όριά τους ή ακολουθούν την εξέλιξη μπαίνοντας στο παιχνίδι;

    Το κομμάτι συνεχώς απαντά στο γιατί έτσι κι όχι αλλιώς. Με αυτή την έννοια η παρτιτούρα παίζει με τη φύση της και θα μπορούσε να συνεχίζεται κι άλλο. Δε ξέρω ποια θα ήταν τα όριά μας, αυτά προσεγγίζονται μόνο μπαίνοντας στο παιχνίδι.