Με τη διασκευή και τη σκηνοθεσία της θρυλικής ταινίας του 1973 «Ιστορία Έρωτα και Αναρχίας» της Λίνα Βερτμίλερ, καταπιάνεται ο Γιάννης Λασπιάς, μ’ έναν πολυπληθή θίασο επί σκηνής και τη μουσική του Νίνο Ρότα να κυριαρχεί στη σουρεαλιστική πληθωρικότητα  του έργου. Το Ιστορία Έρωτα και Αναρχίας κάνει πρεμιέρα στις 21 Φεβρουαρίου στο bios main κάθε Πέμπτη,

Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή στις 21.00 για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων.

Το « Ιστορία Έρωτα και Αναρχίας» είναι ένα ανατρεπτικό και προοδευτικό διαμάντι του παγκόσμιου ρεπερτορίου που θίγει ζητήματα πάντα και παντού επίκαιρα. Είναι ένα ισχυρό μήνυμα για την απειλή του φασισμού ή οποιουδήποτε ολοκληρωτικού καθεστώτος που μιλάει για τη μοίρα  όλων αυτών που στάθηκαν αντιμέτωποι σε αυτά ενώ, ταυτόχρονα, αποθεώνει τον έρωτα ως την απόλυτη πηγή ζωής. Ισορροπεί δεξιοτεχνικά ανάμεσα στην πολιτική τραγωδία και την ανατρεπτική κωμωδία παντρεύοντας τη ζωή με τον έρωτα, τον θάνατο και την ίδια την επανάσταση.

Πρωταγωνιστούν οι ηθοποιοί Διαμαντής Καραναστάσης, Δώρα Χρυσικού, Βασίλης Αθανασόπουλος, Ίριδα Μάρα, Ξένια Αλεξίου, Γεωργία Παντέλη, Δάφνη Νικητάκη, Μελίνα Σπετσιέρη,

Κωνσταντίνος Πολύζος, Γιάννης Ίτσιος. Στο ρόλο της Μαντάμ Αΐντα η Ανδρομάχη Μαρκοπούλου.

Ιταλία, λίγο πριν ξεσπάσει ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Ο Τουνίν, ένα απλό αγροτόπαιδο, μαθαίνει ότι ο αναρχικός αδερφικός του φίλος και μέντοράς του, εκτελέστηκε από το φασιστικό καθεστώςμετά από μια αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας εναντίον του δικτάτορα Μπενίτο

Μουσολίνι. Παρόλο που είναι εντελώς άπειρος και απροετοίμαστος, αποφασίζει να αναλάβει αυτός την ημιτελή αποστολή και να πάει στην Ρώμη για να δολοφονήσει τον Μουσολίνι. Ο Τουνίν

αφήνει πίσω την απλή ζωή του και κρύβεται σ’ έναν γνωστό οίκο ανοχής στη Ρώμη, που διευθύνει η Μαντάμ Αΐντα Εκεί καταστρώνει τα σχέδια της δολοφονίας του δικτάτορα με τη βοήθεια μιας ιερόδουλης, της Σαλώμης, η οποία επίσης δραστηριοποιείται στο χώρο της αναρχίας. Πελάτης της Σαλώμης και άνθρωπος κλειδί για την εξέλιξη των γεγονότων είναι ο Σπατολέτι, ο υπεύθυνος της μυστικής αστυνομίας του Ντούτσε. Όμως η εξοικείωση με το νέο περιβάλλον θα αποδειχθεί

επίπονη, πόσω μάλλον όταν ο Τουνίν ερωτεύεται σφόδρα μια άλλη νεαρή ιερόδουλη την Τριπολίνα. Ο έρωτας αυτός, θα περιπλέξει τα πράγματα.

Στη συγκεκριμένη θεατρική ματιά που επιλέγει ο Γιάννης Λασπιάς, ολόκληρο το έργοζωντανεύει μέσα από τη μνήμη και τη ματιά του Τουνίν, ο οποίος συμπεριφέρεται και δρα

ως μία σύγχρονη και συνάμα τραγική Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων. Ο κόσμος του παραμυθιού, του λούνα παρκ, του τσίρκου ζωντανεύει μέσα από τα μάτια του αθώου και

αντιήρωα αγρότη. ‘Ετσι γεννιούνται και πεθαίνουν όλοι οι ήρωες του έργου. Με τον ίδιο  τρόπο που ξεπηδούσαν και εξαφανίζονταν στα μάτια όλων μας, οι ήρωες των

αγαπημένων μας παραμυθιών. Μέσα από τον παραμορφωτικό καθρέφτη της νεανικής αφέλειας που κάνει τα πάντα να μοιάζουν ακραία όμορφα και ακραία επικίνδυνα,

ξετυλίγεται μία μοναδική ιστορία έρωτα και αναρχία

Ο πρωταγωνιστής της παράστασης Διαμαντής Καραναστάσης μιλάει στα «Νέα» για τον ρόλο του, τα επίκαιρα μηνύματα του έργου και τα φαινόμενα του φασισμού στις σύγχρονες κοινωνίες.

Πώς χειρίζεστε το ρόλο σας;

Ο Σπατολέττι είναι ένας ρόλος με πολύ μεγάλες δυσκολίες, από γραφής και μόνο. Διαβάζεις το κείμενο και λες “εγώ θα τα πω αυτά;”. Ένας ακραίος φασίστας της προπολεμικής Ιταλίας, σε ρητορική, φιλοσοφία αλλά και πράξεις, ένας μπροστάρης της γέννησης του φασισμού, ένας υψηλόβαθμος πολύ επικίνδυνος άνθρωπος, μέσα στην εξουσία του.

Εύκολα σε παραπέμπει σε ένα σχήμα, μία εικόνα του προσώπου αυτού.

Η διαδρομή που δούλεψα και ακολουθώ έχει να κάνει με τη γοητεία του, με τις διαφορετικές ποιότητές του και την πληθωρικότητα, το κέφι, το μπρίο, το χιούμορ, την πίστη, το εκτόπισμα και τη δυναμική του! Γιατί τότε γίνεται πραγματικά επικίνδυνος.

Πάνω εκεί δουλέψαμε με το Γιάννη Λασπιά, με πολλή επιμονή και εμπιστοσύνη και με πολύ κέφι από όλη την υπόλοιπη ομάδα που αγκάλιασε και υποστήριξε αυτόν το δρόμο.

Αν βέβαια δεν υπήρχε η τελευταία σκηνή του έργου, που είναι το αντίβαρό μου, πιθανόν να μάζευα κάπως το “προσωπικό-πανηγύρι-ελευθερίας” που έχω στήσει στο υπόλοιπο έργο. Τώρα όμως αποκτά απόλυτο νόημα.

Η παράσταση καταπιάνεται εν μέρη με το θέμα του ολοκληρωτισμού. Πόσο επίκαιρα είναι τα μηνύματα που στέλνει;

Τα μεγάλα έργα είναι πάντα επίκαιρα. Είναι όσο επίκαιρο ήταν όταν γράφτηκε, όσο επίκαιρο ήταν την εποχή του Μπερλουσκόνι, στην εκλογή και στα συνθήματα που χρησιμοποίησε ο Τραμπ κ.ο.κ σε μία ατελείωτη λίστα “επικαιρότητας”.

Οι ιστορικές αντιστοιχίες είναι αυτές που με συναρπάζουν και με ενδιαφέρουν πολύ.

Το γεγονός ότι οι ιδρυτές του φασισμού ήταν οι πρώην σοσιαλιστές, οι κυνηγημένοι φιλειρηνιστές και αντιιμπεριαλιστές, όπως και το ότι η οικονομική και καλλιτεχνική ελίτ τους αγκάλιασε τότε, το βρίσκω εξίσου σοκαριστική σύγχρονη αντιστοιχία, με την άνοδο του φασισμού σήμερα, με όποια μορφή έχει πάρει διαχρονικά και με όποια μορφή και προσωπείο εμφανίζεται δίπλα μας και στην καθημερινότητα μας. Κυβερνητική, πολιτική, κοινωνική.

Η ταινία της Λίνα Βερμίλερ, πόσο σας έχει επηρεάσει εσάς στην υποκριτική σας προσέγγιση; Γενικότερα, πλανάται πάνω από την παράστασή σας;

Δε βλέπω ποτέ κινηματογραφικές εκδοχές ή προηγούμενα ανεβάσματα κτλ. όταν πρόκειται να παίξω κάτι. Προτιμώ να έχω το μυαλό μου καθαρό και να χτίζω από το μηδέν, με καινούργια θεμέλια. Έτσι απολαμβάνω πιο πολύ τις πρόβες και χαίρομαι το αποτέλεσμα.

Στη συγκεκριμένη δουλειά, επειδή πρόκειται για μία σπουδαία ταινία που είχα ήδη δει από μικρός, την ξαναείδα αλλά στο πλαίσιο της συνολικής κοινωνικής και πολιτικής ιστορικής μελέτης που έκανα για την εποχή και τίποτα παραπάνω.

Υποκριτικά ο Σπατολέττι μου, είναι τελείως διαφορετικός από αυτόν της ταινίας και προσωπικά δε βλέπω να πλανάται η ταινία πάνω από την παράσταση.

Δεν ξέρω αν αυτή ήταν η αρχική πρόθεση του Γιάννη, εγώ όμως το βλέπω σαν ένα δικό του μεγάλο επίτευγμα.

Ο κόσμος του λούνα παρκ, του τσίρκου και του παραμυθιού, πώς δένει επί σκηνής με την επανάσταση και τα πολιτικά μηνύματα;

Είναι όλα κομμάτια της ίδιας σύνθεσης. Η μουσική, η κίνηση, το κείμενο, οι εικόνες, το δυσδιάκριτο της φαντασίας και της πραγματικότητας, το σκηνικό μας, οι παραμορφώσεις, ο ερωτισμός και το χιούμορ, λειτουργούν συνολικά, στην ανάδειξη των μηνυμάτων του έργου.

Ο έρωτας αλλάζει τη ροή των εξελίξεων στην παράσταση. Αυτή είναι η δύναμη που απαλύνει την υπόλοιπη ένταση;

Ο έρωτας, όπως πάντα, είναι η καταλυτική δύναμη που εδώ δυναμιτίζει το ήδη τεταμένο κλίμα. Η αντιπαράθεσή του, στο κείμενο της Βερτμίλερ, με μια πράξη θανάτου, όταν από μόνος του ο έρωτας κουβαλάει αυτή τη δυναμική, είναι για μένα ιδιοφυής και δημιουργεί το μεγαλείο του έργου.