Είναι δυνατόν να κατέβει κάποιος στον σταθμό του μετρό Συγγρού – Φιξ και ανοίγοντας μια πόρτα να βρεθεί ξαφνικά στην Κίνα; Να σταθεί ολομόναχος ανάμεσα σε δεκάδες μηχανές που παράγουν βαμβακερά υφάσματα και θόρυβο πολλών ντεσιμπέλ και να «γνωριστεί» με μια εργάτρια που αφήνει για λίγα λεπτά τη δουλειά της για να του απλώσει το χέρι; Με μια γυναίκα που δεν μοιάζει με εκείνες που φέρονται στις ειδήσεις ως θύματα του καπιταλισμού οι οποίες δουλεύουν ατελείωτες ώρες σε άθλιες συνθήκες για ένα κομμάτι ψωμί;

Μια επίσκεψη στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης –εκεί όπου παρουσιάζεται το πρώτο από τα τέσσερα επεισόδια των «Τοπίων ενοχής» τα οποία υπογράφει ο ολλανδός εικαστικός και σκηνοθέτης Ντρις Βερχούφεν στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών –πιστέψαμε στην αρχή ότι ήταν αρκετή για να μας δώσει την απάντηση. Οταν όμως βρεθήκαμε στον χώρο όπου φιλοξενείται η εγκατάσταση του γνώριμου στο ελληνικό κοινό από το «Phobiarama» –τον «στοιχειωμένο» χώρο που είχε στήσει πέρυσι στην Πλατεία Συντάγματος στο πλαίσιο του Fast Forward Festival –διαπιστώσαμε ότι δεν ήταν εύκολο να πούμε μετά βεβαιότητος αν όλα όσα συνέβαιναν και απαιτούσαν τη συμμετοχή μας ήταν αλήθεια ή όχι. «H ερώτηση σχετικά με το τι είναι και τι δεν είναι αληθινό είναι άμεσα συνδεδεμένη με την εποχή των fake news. Θα πρέπει να αναρωτιόμαστε κάθε φορά που βλέπουμε κάτι στις ειδήσεις αν είναι σωστό, αληθινό ή όχι και ποιος κατασκευάζει τις εικόνες που φτάνουν σε μας», σχολίαζε λίγα λεπτά αργότερα ο δημιουργός των «Τοπίων ενοχής» αρνούμενος να αποκαλύψει τις τεχνικές λεπτομέρειες του έργου.

ΤΡΑΜΠ – BREXIT. «Πολλά μέσα θυματοποιούν τους πρωταγωνιστές των ειδήσεων ώστε μέσω της τραγικότητας και του μελοδραματισμού να συνεχίσουμε να παρακολουθούμε όσα προβάλλουν. Αυτό που βλέπουμε μπορεί να είναι διαφορετικό σε σχέση με την πραγματικότητα που βιώνουν οι άνθρωποι οι οποίοι ζουν εκατοντάδες χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Με ενδιαφέρει μέσα από αυτό το έργο ο θεατής να προσπαθήσει να βλέπει τις ειδήσεις με τους εμπλεκόμενους, όχι για τους εμπλεκόμενους, και να απαλλαγεί από όλους τους συνειρμούς που μπορεί να επιβαρύνουν έναν χώρο, όπως την κινεζική βιομηχανία», συνεχίζει ο καλλιτέχνης, που συνηθίζει να θέτει αμείλικτα ερωτήματα στους θεατές των έργων του. «Τα fake news φτάνουν στα κινητά τηλέφωνα και στους υπολογιστές μας και τα αντιλαμβανόμαστε ως αληθινά επειδή τα έστειλε ένας φίλος ή επειδή τα βλέπουμε στο Facebook. Ο,τι μας προσεγγίζει όμως μέσα από τις συσκευές είναι κατασκευασμένο βάσει της ατζέντας του αποστολέα και αυτό ενδέχεται να έχει συνέπειες, με αποτέλεσμα τα πράγματα να γίνονται θολά και κατά συνέπεια επικίνδυνα, όπως στις αμερικανικές εκλογές ή στο Brexit».

Δεδομένου ότι έχει τόσο έντονες πολιτικές ανησυχίες τον ρωτάμε γιατί επιλέγει να κάνει τέχνη και δεν ασχολείται με την πολιτική. «Δουλειά των πολιτικών είναι να λύνουν προβλήματα. Οι καλλιτέχνες πρέπει να ταράζουν τον τρόπο που κατανοεί ο θεατής την πολιτική και τον κόσμο. Θέλω να του προκαλέσω ανασφάλεια για το πλαίσιο μέσα από το οποίο προσεγγίζει την πραγματικότητα χωρίς να του έχω δώσει λύσεις, διότι οι αμφιβολίες μπορεί να αλλάξουν στο μέλλον τον τρόπο με τον σχετιζόμαστε με τον κόσμο και την πολιτική» απαντά.