Την έχουν χαρακτηρίσει «Σιδηρά Κυρία», «Τουρκάλα Μαρίν Λεπέν», «Γκρίζα Λύκαινα». Η 61 ετών Μεράλ Ακσενέρ, προερχόμενη από τη διάσπαση του ακροδεξιού κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, θα σταθεί απέναντι στον Ταγίπ Ερντογάν στις 24 Ιουνίου που θα διεξαχθούν οι πρόωρες προεδρικές εκλογές στην Τουρκία.

Μοναδικός προεδρικός υποψήφιος του σχηματισμού που συνήφθη ανάμεσα στο κόμμα του AKP και το υπερεθνικιστικό κόμμα MHP, στο πλαίσιο μιας εκλογικής συμμαχίας, ο Ερντογάν, ο οποίος βρίσκεται στην εξουσία από το 2003, πρώτα ως πρωθυπουργός και στη συνέχεια, από το 2014, ως αρχηγός του κράτους, θα διεκδικήσει μια νέα προεδρική θητεία με ενισχυμένες εξουσίες, βάσει μιας συνταγματικής αναθεώρησης που υιοθετήθηκε πέρυσι με δημοψήφισμα.

Και έχει λόγους για να φοβάται. Πριν από λίγες μέρες η Ανώτατη Εκλογική Επιτροπή (YSK) της Τουρκίας έδωσε το «πράσινο φως» στο νεοσύστατο «Καλό Κόμμα» (Iyi) της Ακσενέρ –το οποίο προήλθε από τη διάσπαση του ακροδεξιού Εθνικιστικού Κόμματος ΜΗΡ– να συμμετάσχει στις βουλευτικές και προεδρικές εκλογές του Ιουνίου.

Η Ακσενέρ θεωρείται σοβαρή απειλή για τον Ερντογάν όχι επειδή αναμένεται να εξασφαλίσει μεγάλο ποσοστό, αλλά γιατί αν καταφέρει, όπως προβλέπεται, να ξεπεράσει το 10%, τότε μπορεί να ανακόψει την πορεία του προς τον απόλυτο θρίαμβο, τον οποίο ο ίδιος επιδιώκει.

Η Ακσενέρ δεν αποφεύγει τους αγώνες. Όταν ο στρατός επιχείρησε το 1997 να ανατρέψει την κυβέρνηση, εκείνη εναντιώθηκε στο κίνημα. Ένας στρατηγός απείλησε μάλιστα να καρφώσει την νεαρή τότε βουλευτή «σε έναν πάσαλο και να τον τοποθετήσει έξω από το υπουργείο».

Γεννημένη στη Σμύρνη το 1956, αυτοπροσδιορίζεται ως πιστή μουσουλμάνα. Εγγονή μεταναστών που έφθασαν στην Τουρκία από την Ελλάδα με την ανταλλαγή πληθυσμών, έχει διδακτορικό στην Ιστορία και εργάστηκε ως λέκτορας μέχρι το 1995 που εξελέγη στο κοινοβούλιο με το συντηρητικό Κόμμα του Ορθού Δρόμου.

Διετέλεσε υπουργός Εσωτερικών μεταξύ 1996 και 1997, όταν υποχρεώθηκε να παραιτηθεί καθώς η στρατιωτική ηγεσία πέτυχε τη διάλυση της κυβέρνησης συνασπισμού υπό τον ισλαμιστή πρωθυπουργό Νετσμετίν Ερμπακάν.

Οι ψήφοι των αγανακτισμένων

Στο περυσινό δημοψήφισμα, η εθνικιστική αντιπολίτευση είχε δηλώσει την υποστήριξή της προς τον Ερντογάν. Υπήρχε όμως μια ομάδα διαφωνούντων, η οποία είχε αποσπαστεί και πραγματοποιούσε εκστρατεία εναντίον των συναδέλφων της στο ίδιο κόμμα. Στην πρώτη γραμμή βρισκόταν η Ακσενέρ.

Μπορεί ο Ερντογάν να κατήγαγε τότε οριακή νίκη, αλλά εκείνη ήταν μάλλον η νικήτρια αφού κέρδισε δημοσιότητα καλώντας τους ψηφοφόρους να πουν «Όχι» με πλήθη διαδηλωτών να φωνάζουν «Πρωθυπουργός η Μεράλ».

«Ό,τι αγγίζει ο πρόεδρος γίνεται σκόνη», είπε σε μια από τις συγκεντρώσεις αυτές με το πλήθος να απαντά «Σώσε μας Σιδηρά Κυρία».

Στη διάρκεια τελετής για την παρουσίαση του νέου της κόμματος η ίδια είπε: «Η Τουρκία και ο λαός της έχουν κουραστεί, το κράτος έχει φθαρεί και η δημόσια τάξη καταρρέει. Δεν υπάρχει καμία άλλη λύση από την αλλαγή της πολιτικής ατμόσφαιρας. Ο λαός μας λέει ξεκάθαρα ότι θέλει…μια νέα κυβέρνηση».

Μέλη του MHP και του κυριότερου κόμματος της αντιπολίτευσης, του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (CHP), φέρεται ότι εγκατέλειψαν τα κόμματά τους για να πάνε στο νεοσύστατο «Καλό Κόμμα».

Η Ακσενέρ, η οποία δηλώνει ότι θέλει να ανατρέψει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και να επαναφέρει το κοινοβουλευτικό σύστημα, θεωρεί ότι το «Καλό Κόμμα» είναι το μοναδικό που μπορεί να συγκεντρώσει ψήφους και από τις δύο πλευρές του φάσματος. Θέλει επίσης να καταργήσει τους νόμους εκείνους που έχουν περιορίσει τις πολιτικές ελευθερίες και να αποκαταστήσει τις σχέσεις της χώρας με την ΕΕ.

Μια Τουρκία «χωρίς διαφθορά»

Καθώς πολλοί Τούρκοι είναι όλο και πιο απογοητευμένοι από την εσωτερική και εξωτερική πολιτική του Ερντογάν, το ποσοστό της δημοτικότητάς της αυξάνεται με τους αναλυτές να υποστηρίζουν ότι η Ακσενέρ πιθανόν να κερδίσει τις ψήφους των αγανακτισμένων.

«Η μισή χώρα είναι αποξενωμένη, περιλαμβανομένων των μειονοτήτων, των φιλελεύθερων, των κοσμικών, των αλαουιτών, των Κούρδων και πολλών άλλων. Σε όλους αυτούς τους απογοητευμένους, εκείνη θα μπορούσε να προσφέρει μια νέα αρχή», δήλωσε στο Newsweek ο Ιλάν Τανίρ, ένα τούρκος αναλυτής που εδρεύει στην Ουάσινγκτον.

«…Ο νεποτισμός και η διαφθορά είναι καθημερινά παντού. Εκείνη αξίζει μια ευκαιρία. Προσφέρει μια Τουρκία χωρίς διαφθορά. Δεν έχει ποτέ κατηγορηθεί για διαφθορά και ο λόγος της δεν είναι εθνικιστικός παρότι η πλατφόρμα της βασίζεται στην κεντροδεξιά και τον εθνικισμό».

Οι δημοσκοπήσεις δίνουν μια εύκολη νίκη στον Ερντογάν στον πρώτο γύρο των εκλογών αλλά μια σκληρή αναμέτρηση, εντός του περιθωρίου σφάλματος, στον δεύτερο γύρο αν βρεθεί αντιμέτωπος με την Ακσενέρ.

«Προηγουμένως, όταν όλα ήταν στον αέρα, ήμουν η πρώτη που δήλωσα την υποψηφιότητά μου απέναντι στον Ερντογάν. Το έχω πει από την αρχή της διαδικασίας ότι στον πρώτο γύρο όλοι θα πρέπει να ψηφίσουν τον υποψήφιο της αρεσκείας τους. Αλλά στον δεύτερο γύρο, για το καλό της δημοκρατίας μας και της χώρας μας, η αντιπολίτευση θα πρέπει να αφήσει κατά μέρους τις κόντρες και να υποστηρίξει τον υποψήφιο της αντιπολίτευσης, όποιος και αν είναι αυτός. Αυτές οι εκλογές είναι από τις σημαντικότερες στην ιστορία της χώρας μας», λέει η Ακσενέρ.

«Το να υπάρχει ένας μόνο επικεφαλής της Τουρκίας θα έχει μεγάλο κόστος για τη χώρα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Η δημοκρατία δυσλειτουργεί στην Τουρκία και πρέπει να την αποκαταστήσουμε, όπως και το κράτος δικαίου και τη δικαστική εξουσία…».

Οι γκρίζοι λύκοι

«Η Τουρκία είναι μια κυρίως δεξιά χώρα. Από το 1950 και μετά που στο τουρκικό πολιτικό σύστημα εισήχθησαν στοιχεία πολυκομματισμού, η αριστερά έχει κυβερνήσει μόνο για 17 μήνες», λέει ο Σονέρ Κάγκαπτεϊ, ο διευθυντής του τουρκικού ερευνητικού προγράμματος στο Washington Institute και συγγραφέας της βιογραφίας του Ερντογάν.

«Το κόμμα της θα αποτελεί μια σοβαρή πρόκληση, τουλάχιστον έναν μεγάλο πονοκέφαλο για τον Ερντογάν εκ δεξιών του».

Αυτό όμως προϋποθέτει ότι η Ακσενέρ θα αναγκαστεί να αντιμετωπίσει την υπερεθνικιστική και ρατσιστική ιστορία των πολιτικών της προγόνων –μια βαριά κληρονομιά που έχει οδηγήσει σε συσχετισμούς του «Καλού της Κόμματος» με την άνοδο των λαϊκιστικών, αντιμεταναστευτικών κομμάτων στην Ευρώπη, κάτι το οποίο αρνείται η ίδια.

Η νεοφασιστική ακροδεξιά οργάνωση Γκρίζοι Λύκοι, επισήμως η νεολαία του εθνικιστικού κόμματος της Τουρκίας, έγινε γνωστή ως παραστρατιωτικός βραχίονας του MHP κατά τη δεκαετία του 1970, όταν δολοφονούσε αριστερών φρονημάτων ακαδημαϊκούς και μαχόταν τόσο κατά του PKK όσο και αριστερίστικων ομάδων.

Ευθύνονται για δολοφονίες, ξυλοδαρμούς και πραξικοπηματικού τύπου επιχειρήσεις και σύμφωνα με -περισσότερο ή λιγότερο επίσημες- αναφορές των τουρκικών αρχών, οι Γκρίζοι Λύκοι, ο «ανεπίσημος στρατιωτικός βραχίονας» του Κόμματος Εθνικιστικού Κινήματος, έχουν προβεί σε 694 παραστρατιωτικού τύπου επιχειρήσεις μεταξύ 1974-1980.

Η ιδεολογία της οργάνωσης βασικά είναι ο παντουρκισμός, η ιδέα δηλαδή για την ένωση και κοινή δράση όλων των τουρκικών φυλών και τη συμβίωσή τους σε μια νέα Τουρκική Αυτοκρατορία. Η οργάνωση έχει οργανώσει συλλαλητήρια κατά της αναγνώρισης της Γενοκτονίας των Αρμενίων, καθώς και επιθέσεις εναντίον Κούρδων στην Τουρκία αλλά και την Ευρώπη. Μέλος των Γκρίζων Λύκων ήταν ο Μεχμέτ Αλί Αγκτσά, που το 1981 επιχείρησε να δολοφονήσει τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β΄. Μέλη των Γκρίζων Λύκων συμμετείχαν στη δολοφονία του Τάσου Ισαάκ το 1996.

Οι Κούρδοι ψηφοφόροι της νοτιοανατολικής Τουρκίας ανησυχούσαν πάντα για τους εθνικιστές πολιτικούς και η θητεία της Ακσενέρ στο υπουργείο Εσωτερικών συνέπεσε με μια από τις χειρότερες περιόδους παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από το κράτος εις βάρος των Κούρδων της περιοχής.

Η «Σιδηρά Κυρία» της Τουρκίας θα χρειαστεί να δώσει σκληρή μάχη για να τους πείσει σε έναν πιθανό δεύτερο γύρο των προεδρικών και δεν έχει κάνει πολλές δηλώσεις για τις προσπάθειες επίλυσης του κουρδικού ζητήματος προτιμώντας να μιλάει με γενικούς όρους για την αναγκαιότητα διατήρησης της εθνικής ταυτότητας παράλληλα με τον σεβασμό των δικαιωμάτων των μειονοτήτων.

Και για την ανδροκρατούμενη πολιτική σκηνή στη χώρα της, η Ακσενέρ έχει δηλώσει το εξής: «Τώρα ήρθε η ώρα για εκείνους, τους άνδρες στην εξουσία, να νιώσουν τον φόβο».