Το σκοτάδι έχει απλωθεί επί σκηνής στο επιβλητικό θέατρο Απόλλων της Ερμούπολης. Στο βάθος, ξεπροβάλλει το μεταλλικό περίβλημα μιας κατασκευής που παραπέμπει σε πιάνο. Στα πλήκτρα του είναι στερεωμένο ένα αρμόνιο ενώ η ουρά του, είναι υψωμένη και με το λευκό της φόντο ξεχωρίζει στο ημίφως. Τις κουβέντες της πλατείας, κόβει απότομα ένας ήχος φωτιάς, ο οποίος ολοένα και δυναμώνει.

Ξαφνικά, το λευκό καπάκι μεταβάλλεται σε οθόνη προβολής πάνω στην οποία παίζει η εικόνα ενός ξύλου που καίγεται. Τη μοναξιά της σκηνής σπάει ο Τάκης Μπουρμπάς, ο οποίος με σταθερό βήμα βγαίνει μπροστά και αρχίζει έναν δικό του, προσωπικό μονόλογο σχετικά με τη φωτιά, χτίζοντας νοητές εικόνες. Οι κουβέντες, ειπωμένες μ’ έναν μακρόσυρτο τρόπο, λειτουργούν σαν γέφυρα με τη μουσική που ακολουθεί κι έρχεται από το πιάνο όπου η κόρη του στέκεται για να παίξει, λίγο πριν βυθιστεί στο δικό της εκφραστικό κόσμο. Εισαγωγή δέουσα, στο ιδιαίτερο θέαμα που θα ακολουθούσε.

Η Άννα Μπουρμά, μετά τη σειρά των sold out παραστάσεων στο θέατρο Αλκμήνη, μετέφερε τη Μεγάλη Τετάρτη, την μουσικοθεματική της παράσταση στη Σύρο. Ως κομμάτι των περίπου 30 παραστάσεων που έχει δώσει τα τελευταία δύο χρόνια κι ένας κρίκος στην αλυσίδα της περιοδείας ανά την Ελλάδα και το εξωτερικό, η παρέα της AFM records, έκανε μια στάση στην πρωτεύουσα των Κυκλάδων. Στο μαγευτικό θέατρο Απόλλων, τα «5 στοιχεία» όπως ονομάζει την περφόρμανς που ετοίμασε, η ερμηνεία της μπήκε σε νέα βάση, αντλώντας κάτι από την αύρα του χώρου. Πήρε, έτσι, με τον καλύτερο τρόπο δυνάμεις για τις δύο επετειακές παραστάσεις που έρχονται τις Τετάρτες 25 Απριλίου και 2 Μαΐου στη βάση τους, το θέατρο Αλκμήνη.

Η παράσταση βασίζεται στη θεωρία των πέντε θεμελιακών στοιχείων κατά τον αρχαίο Έλληνα φιλόσοφο Ησίοδο, φέροντας σε πρώτο πλάνο τη φωτιά, τον αέρα, το νερό, τη γη και σύμπαν. Η Άννα Μπουρμά στέκεται στο επίκεντρο του θεάματος, ερμηνεύοντας, παρουσιάζοντας και σκηνοθετώντας ενώ τα τραγούδια και τα κείμενα που ακούγονται υπογράφει ο πατέρας της Τάκης.

Καθεμιά από τις πέντε ενότητες της παράστασης ξεκινάει με την απαγγελία ενός πεζού κειμένου που εκφωνεί ο Τάκης Μπουρμάς. Ο συνθέτης και στιχουργός, κάνει μία διαρκής εξομολόγηση για τις σκέψεις που περνούν από το μυαλό του και αγγίζουν κάθε φορά τα στοιχεία της φύσης. Οι αναζητήσεις του, δείχνουν να είναι προσωπικές ανησυχίες που μετατρέπονται σε γενικεύσεις και ανιχνεύουν την ανθρώπινη ζωή και τη σύγχρονη πραγματικότητα με πομπώδες ύφος και στόμφο. Κοιτώντας κατά πρόσωπο το κοινό, κάνει μια κατάθεση ψυχής, εκφράζοντας πτυχές της διανόησής του που μοιάζουν να είναι ενδόμυχες.

Η ειλικρίνεια του στους μονολόγους, έρχεται και δένει με τους στίχους που έγραψε και ερμηνεύει με την μελωδική της φωνή η Άννα. Οι στίχους τους, συχνά απλοϊκοί, για την κόρη του γίνονται φυλακτό που κρατάει σφιχτά στην καρδιά της και απογειώνει με την αισθαντική της φωνή και την όμορφα χορογραφημένα στάση της μπροστά στην αυλαία.

«Όταν συγκέντρωνα το υλικό που ήθελα για να βγάλω δίσκο, κατέληξα σε τραγούδια του πατέρα μου. Κάποιους στίχους τους είχε γράψει εκείνος, κάποιους μας τους έδωσαν άλλοι. Αυτό το υλικό, το πήγαινα και το παρουσίαζα στις δισκογραφικές εταιρίες αλλά δεν το ήθελαν. Ακούγοντας τους στίχους, συνειδητοποίησα ότι οι στιχουργοί χρησιμοποιούν τα φυσικά στοιχεία για να εκφράζονται. Έτσι, διαβάζοντας Ησίοδο και ινδική φιλοσοφία κλείδωσε το θέμα της παράστασης μέσα μου», αναφέρει η τραγουδίστρια.

Στο θέαμα που θέτει προ των οφθαλμών του κοινού, συνδυάζει διαφορετικές μορφές τέχνης αφού όπως τονίζει η Μπουρμά «ήταν όνειρο ζωής να συνδυάσω όλες τις τέχνες επί σκηνής: πρόζα, μουσική, γλυπτική, σκηνοθεσία». Έτσι, έστησε ένα σύγχρονο θέαμα που είναι ικανό να δημιουργεί ένα γλυκό αίσθημα σε όποιον το παρακολουθεί. Ο surround ήχος, δένει με τις βιντεοπροβολές που χρησιμοποιούνται και είναι βασισμένες πάνω στη σύγχρονη τεχνική του projection mapping, που χειρίζεται ο Στέφανος Ερινιτάκης.

Οι εικόνες της φωτιάς εναλλάσσονται με αυτές από σταγόνες βροχής που πέφτουν πάνω στη γη και αστραπές που φέρνουν στο μυαλό καταιγίδες. Ο αέρας φέρνει μια κρύα αίσθηση πάνω στην οθόνη, λίγο πριν έρθει η γαλήνη με τα τροπικά τοπία, τα ατελείωτα δάση και τις πεταλούδες που απογειώνονται. Τα τιτιβίσματα των πουλιών, δίνουν τη θέση τους στα λουλούδια που ανθίζουν και τελικά φέρνουν την εικόνα της γης, η οποία αρχίζει να ξεμυτίζει καταλήγοντας σε εντυπωσιακές πλευρές του σύμπαντος.

Όσο πέφτουν οι εικόνες από τον προτζέκτορα, η Άννα επικεντρώνεται στο τραγούδι και την ερμηνεία. Συμπαραστάτες της στη σκηνή είναι στα πλήκτρα ο Νίκος Καζαντζάκος και στα πνευστά ο ταλαντούχος Βαρτάν Αμποβιάν. Πάνω απ’ όλους, βέβαια, είναι ο ίδιος ο πατέρας της Τάκης, ο οποίος παίζει κιθάρα και συνδράμει ουσιαστικά σε ό,τι βλέπουν οι θεατές. «Εγώ πρέπει να δώσω τον παρορμητισμό του νέου κι εκείνος το πιο ώριμο. Με τον πατέρα μου ταιριάζουμε απόλυτα. Δεν θα μπορούσε να υπάρχει πιο εύστοχη επιλογή», υπογραμμίζει η τραγουδίστρια.

Ανεξάρτητα από τις κινήσεις των άλλων, η Άννα λειτουργεί αρκετά αυτόνομα στην ερμηνεία της. Στροβιλίζεται σαν άλλος Δερβίσης, υψώνει τα χέρια της, κινείται σαν αερικό μέσα στο χώρο. Ξυπόλυτη και μαυροφορεμένη, ενώνεται συχνά με τη σκηνή και δείχνει να τραγουδάει τους στίχους με την καρδιά της. Χτυπάει το νταούλι της, βαδίζει μπρος πίσω, σηκώνεται στις μύτες των ποδιών της, παίζοντας με το φόρεμά της που ακολουθεί τις κινήσεις της. Γονατίζει, πετάει χρυσόσκονη και φωτίζει τη σκηνή με την παρουσία της.

Η φωνή της είναι γλυκιά, εξαιρετικά ικανή και σωστή. Ασφαλώς ταλαντούχα και πολυδιάστατη, απογειώνει την ερμηνεία της, όταν δείχνει να αφήνεται στις μελωδίες της μουσικής. Μόλις τα σκηνικά φτιασίδια, μπαίνουν στην άκρη, αναδεικνύει ένα διαφορετικό ερμηνευτικό πρόσωπό της, πιο γοητευτικό και νότα νότα αποκαλύπτονται οι μεγάλες δυνατότητες. Ο τρόπος που προσεγγίζει κομμάτια τρίτων όπως το «Αερικό» σε μουσική και στίχους Θανάση Παπακωνσταντίνου, «Σαν βροχή» σε στίχους Μιχαήλ Γκανά και μουσική Άρα Ντινκγιάν, το «Χελιδονάκι» σε στίχους και μουσική της Χαρούλας Αλεξίου καθώς και το «Μεταφυσικό» σε στίχους και μουσική του Ορφέα Περίδη, γίνεται αξιοθαύμαστος. Παρασέρνει σ’ ένα μουσικό ταξίδι στα πέντε στοιχεία, με όχημα μια αισθαντική φωνή και μια αφοπλιστική ειλικρίνεια στο κοίταγμα της.

Ο ήχος των τραγουδιών ενδιαφέρον. Παραπέμπει άλλοτε σε πιο παραδοσιακές μουσικές μορφές με νταούλια, τσαμπούνες, ελληνικές γκάιντες, καβάλι κι άλλοτε σε πιο σύγχρονες έντεχνες ή καθαρά τεχνολογικές όπως το looping και το computer programming. Είναι μια προσπάθεια δημιουργίας μια μυσταγωγικής, ψυχαναλυτικής και παράλληλα τελετουργικής εμπειρίας. Μια ακροβασία ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, σαν κι αυτές που αρέσκεται η Άννα να κάνει στον καλλιτεχνικό της βίο.

«Δεν μου αρέσει η ασφάλεια. Αν είχα ακολουθήσει τους δρόμους της ασφάλειας, τώρα θα ήμουν πιο γνωστή. Ο δρόμος που εγώ έχω ακολουθήσει είναι μουσικοθεματικός απλά στην επόμενη δουλειά που ετοιμάζω θ’ αλλάξει η θεματολογία. Θα είναι το μισό πραγματικό και το μισό καλλιτεχνικό. Θα στηριχτεί στα δικά μου τραγούδια, με στίχους, ενορχηστρώσεις που δεν έχει δει ο κόσμος. Τώρα, μπήκε στο παιχνίδι και η νέα δισκογραφική μου εταιρία Heaven και μετά το Πάσχα θα βγει το πρώτο τραγούδι μου. Ο δίσκος έχει έναν πιο κινηματογραφικό ήχο αφού τον βλέπω πιο σφαιρικά. Έχει όλες τις τέχνες μαζί μιας κι έχω ακούσματα από μουσικές του κόσμου. Έτσι φιλτράρονται μέσα μου και γίνονται ένα σταυροδρόμι», καταλήγει η Μπουρμά.