Το κλειδί της στρατηγικής της κυβέρνησης με φόντο το σκάνδαλο της Novartis είναι πίσω από τη φράση: «Ολα στο φως». Ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας σε όλες τις συσκέψεις που είχε τις προηγούμενες ημέρες με κορυφαία κυβερνητικά στελέχη εμφανιζόταν απόλυτος, ότι πρόκειται για μεγάλο διεθνές σκάνδαλο που έχει και ελληνική διάσταση και ως εκ τούτου δεν μπορεί παρά να υπάρξει πλήρης διαλεύκανση. Ο ίδιος απορρίπτει στις συνομιλίες του ότι στήνεται μια κατάσταση που παραπέμπει στο «βρώμικο ’89» και στο πρωθυπουργικό επιτελείο, καθώς υπεραμύνεται του επιχειρήματος ότι δεν θα επιδοθεί η κυβέρνηση σε «κυνήγι μαγισσών».

Την ίδια στιγμή όμως, και ενώ πληθαίνουν οι φωνές πως στόχος της κυβέρνησης είναι η ομηρεία των πολιτικών αντιπάλων της, κυριαρχεί η επισήμανση: «Δεν θα δείξουμε καμία πολιτική και ηθική επιείκεια σε οποιονδήποτε αποδειχθεί ότι καταχράστηκε δημόσια εξουσία ή δημόσιο χρήμα». Με οδηγό αυτή την επισήμανση, αποφασίστηκε και η σύσταση της Προανακριτικής Επιτροπής για όλα τα πολιτικά πρόσωπα που αναφέρονται στη δικογραφία, δύο πρώην πρωθυπουργούς και οκτώ πρώην υπουργούς.

Το σύνθημα. Ο Αλέξης Τσίπρας αναμένεται μεθαύριο με την ομιλία του στην Κοινοβουλευτική Ομάδα να αναφερθεί στην ανάγκη διαφάνειας και διαλεύκανσης του σκανδάλου με βασικό σύνθημα: «Το πολιτικό και ποινικό μας μητρώο είναι πιο καθαρό και από τον ξάστερο ουρανό». Εκεί, ενώπιον των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι θα επικυρώσουν πολιτικά την πρόταση του Πολιτικού Συμβουλίου, θα υπεραμυνθεί της σύστασης Προανακριτικής, η οποία κατά τον νόμο θα αποφασίσει για όλα τα νομικά και πραγματικά ζητήματα που θα τεθούν ενώπιόν της. Με βάση τις υπάρχουσες πληροφορίες, η Προανακριτική θα συσταθεί με πολύ γρήγορες διαδικασίες (ενδεχομένως να γίνουν μία έως τρεις συνεδριάσεις), ώστε να αποφασιστεί εάν υπάρχει ή όχι παραγραφή. Το πιο πιθανό σενάριο είναι η επιστροφή του φακέλου στην τακτική Δικαιοσύνη, όπως συνέβη στις περιπτώσεις Ακη Τσοχατζόπουλου και Γιάννου Παπαντωνίου.

Ο Πρωθυπουργός, έναντι των σφοδρών αντιδράσεων κυρίως της ΝΔ αλλά και των πρώην υπουργών του ΠΑΣΟΚ, θα επιμείνει ότι σκοπός σε αυτή τη φάση δεν μπορεί να είναι άλλος από τη διερεύνηση των καταγγελιών και τη συμβολή στην ανακάλυψη της αλήθειας, όπως προβλέπουν το Σύνταγμα και ο νόμος.

Υπό τη σκιά της σφοδρής κριτικής για ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής του τόπου, ο Αλέξης Τσίπρας δίνει μεγάλη σημασία, όπως είναι αυτονόητο, στον σεβασμό του τεκμηρίου της αθωότητας που είναι αδιαπραγμάτευτο, αλλά αυτό δεν σημαίνει, όπως μεταδίδεται από το Μέγαρο Μαξίμου, ότι δεν είναι ηθική, πολιτική και νομική υποχρέωση της κυβέρνησης να πράξει τα δέοντα για την πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης.

Ετοιμάζουν αντεπίθεση. Επί της ουσίας, στο Μαξίμου θεωρούν ότι το σκάνδαλο Novartis δύναται να αποτελέσει σημείο γενικής αντεπίθεσης του ΣΥΡΙΖΑ. Εξάλλου προχωρούν οι κυλιόμενες μετρήσεις, τις οποίες και εποπτεύει ο υπουργός Επικρατείας Χριστόφορος Βερναρδάκης, και όπως λένε κυβερνητικοί δίαυλοι η περιρρέουσα ατμόσφαιρα από το σκάνδαλο Novartis επηρεάζει σημαντικά την ελληνική κοινωνία και επιδρά πολιτικά στους συσχετισμούς δυνάμεων.

Στο Μέγαρο Μαξίμου επέλεξαν τη μετωπική σύγκρουση με τη ΝΔ σε όλα τα επίπεδα, με σαφή στόχο να ψαλιδίσουν την πρωτιά της, ενώ κεντρικός άξονας είναι η Δικαιοσύνη και διάφορες αμαρτωλές υποθέσεις από το παρελθόν για τις οποίες, όπως λένε κυβερνητικά στελέχη, βαρύνεται ο δικομματισμός. Επί της ουσίας, φαίνεται ότι δίνει τον υπέρ πάντων αγώνα στη συγκεκριμένη υπόθεση, θεωρώντας ότι μέσω αυτής θα αντισταθμιστούν και οι απώλειες που καταγράφει. Με αυτή τη λογική δεν ήταν τυχαία η προ ημερών δημόσια αναφορά Τσίπρα ότι «δεν μπορεί να υπάρξει πατριωτισμός των Panama Papers, των offshore, του λαδώματος, της διαπλοκής, της εξαπάτησης του κράτους, της ιδιοποίησης του δημοσίου χρήματος, της μίζας και της διαφθοράς».

Το κρίσιμο όμως για τον Πρωθυπουργό είναι ότι πρέπει να κρατηθούν χαμηλοί τόνοι στην υπόθεση, χωρίς αυτό να σημαίνει σε καμία περίπτωση είτε αποσιώπηση της υπόθεσης είτε υποβάθμισή της. «Εάν δοθεί η αίσθηση κουκουλώματος στην ελληνική κοινωνία, η οργή θα είναι κατά πάντων» είναι μια φράση που έχει ακουστεί στις εσωτερικές συσκέψεις, σε αντίθεση με την επισήμανση ότι εάν δεν υπάρξουν στοιχεία και αποδείξεις για τα πολιτικά πρόσωπα η ιστορία μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ για τον ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτό που επιδιώκει η κυβέρνηση στην παρούσα φάση –και υπό τη σκιά του βασικού επιχειρήματος της αντιπολίτευσης, ότι θέλουν τους πολιτικούς αντιπάλους σε ομηρεία, γιατί υπάρχει και το σενάριο των εκλογών –είναι να περιοριστούν οι συζητήσεις που μπορούν να ερμηνευθούν ως παρέμβαση στο έργο και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. «Ο σεβασμός στις αρχές του κράτους δικαίου δεν μπορεί να είναι α λα καρτ» ήταν το μήνυμα του Μεγάρου Μαξίμου όπως διατυπώθηκε από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Δημήτρη Τζανακόπουλο.

Ειδικά αυτό που ενοχλεί την κυβέρνηση είναι ο τρόπος αντίδρασης της ΝΔ –και γι’ αυτό ήδη καλούν και θα το κάνει με ένταση και ο Πρωθυπουργός τον πρόεδρό της Κυριάκο Μητσοτάκη να σεβαστεί τις αρχές του κράτους δικαίου. Στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν ότι η ηγεσία της ΝΔ τελεί σε προφανή πολιτικό πανικό, καθώς εκσφενδονίζει απειλές επιχειρώντας να πλήξει, όπως λένε κεντρικά κυβερνητικά στελέχη, την αξιοπιστία της Δικαιοσύνης ή ακόμη και να τρομοκρατήσει τους προστατευόμενους μάρτυρες και τις εισαγγελικές Αρχές που χειρίζονται την υπόθεση.

Χαμηλοί τόνοι. Πάντως, υπάρχει μια γενική κατεύθυνση από αρκετά στελέχη με ειδικό πολιτικό βάρος, όπως οι Νίκος Βούτσης, Ευκλείδης Τσακαλώτος, Γιάννης Δραγασάκης, Πάνος Σκουρλέτης, Νίκος Φίλης και Νίκος Ξυδάκης, που δεν θέλουν να στηθεί ρωμαϊκή αρένα, προτιμούν να επικρατήσουν χαμηλοί τόνοι σε μια κρίσιμη περίοδο για τη χώρα με πολλά ανοικτά θέματα, χωρίς όμως να παραγνωρίζουν τη σοβαρότητα της υπόθεσης και το βάθος που έχει.

Δήλωση των εισαγγελέων για την υπόθεση Novartis

«Ουδέποτε συμμετείχαμε σε κοινή σύσκεψη με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο ή με οποιοδήποτε άλλο κυβερνητικό στέλεχος για την υπόθεση Novartis. Οι μάρτυρες τέθηκαν σε καθεστώς προστασίας τηρώντας πιστά το γράμμα του νόμου. Το τμήμα της δικογραφίας που αφορά πολιτικά πρόσωπα υποβλήθηκε στην Eισαγγελία του Αρείου Πάγου ως είχαμε εκ του Συντάγματος υποχρέωση». Στη δήλωση αυτή προέβησαν η επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη και οι επίκουροι εισαγγελείς Χρήστος Ντζούρας και Στέλιος Μανώλης, οι οποίοι χειρίζονται την έρευνα για τη Novartis.

Διευκρινίζεται επίσης ότι η έρευνα που διενεργείται στην Ελλάδα για τη Novartis είναι παράλληλη και όχι κοινή σε σχέση με ενδεχόμενες έρευνες που πιθανως διενεργούνται από άλλα κράτη.

Παραμένουν οι σκιές στον γάμο ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ

Το πρόβλημα με τους ΑΝΕΛ, ειδικά για τους χειρισμούς στο θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ, εξακολουθεί να ρίχνει τη σκιά του πάνω από τον δικομματικό κυβερνητικό συνασπισμό. Επίσης, ζήτημα δημιουργεί στην κυβέρνηση και η δικογραφία για τον Πάνο Καμμένο σχετικά με την υπόθεση «πολεμικό υλικό και Σαουδική Αραβία» που διαβιβάστηκε χθες στη Βουλή, με τη ΝΔ να ζητεί τη σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής, αν και ο Αλέξης Τσίπρας στηρίζει τον υπουργό Αμυνας. Παράλληλα, επιβαρύνει το κλίμα η στάση του αντιπροέδρου της Βουλής Δημήτρη Καμμένου που συνεχίζει τα πυρά κατά επιλογών της κυβέρνησης, με τελευταίο χτύπημα τη δημόσια δήλωσή του ότι στην υπόθεση Novartis δεν προκύπτει εμπλοκή πολιτικού και δεν αποδεικνύεται χρηματισμός πολιτικών προσώπων.

Σε αυτό το κλίμα, ο Πρωθυπουργός εστιάζει πολύ στην προ ημερών επιτυχημένη έκδοση του επταετούς ομολόγου, ύψους 3 δισ. ευρώ, με απόδοση στο 3,5%, εκτιμώντας ότι όσο εμπεδώνεται το αίσθημα σταθεροποίησης των δημόσιων οικονομικών τόσο θετικότερες θα γίνονται οι συνθήκες, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές, και άρα καλύτερες και για τον ΣΥΡΙΖΑ. Το κρίσιμο για τον Τσίπρα είναι ότι η Ελλάδα βαδίζει με ομαλό και ασφαλή τρόπο προς το τέλος των Μνημονίων και γι’ αυτό το βασικό κυβερνητικό επιχείρημα είναι ότι δεν ευσταθούν τα σενάρια περί νέου προγράμματος. Το επόμενο διάστημα θα ξεκινήσει κυβερνητική αντεπίθεση σε όλα τα επίπεδα, με τους κορυφαίους υπουργούς να εστιάζουν την επιχειρηματολογία τους στα τρία βασικά σημεία: α) η έξοδος από τα Μνημόνια είναι προδιαγεγραμμένη, β) δεν υπάρχει στο τραπέζι από κανέναν η πρόθεση για ένα νέο πρόγραμμα και γ) η μεταμνημονιακή εποπτεία δεν συνιστά ειδικό καθεστώς, αλλά αντίθετα θα είναι μια διαδικασία που ισχύει στην ευρωζώνη για όλες τις χώρες-μέλη.