O Eμανουέλ Μακρόν θα γίνει πιθανότατα ο όγδοος πρόεδρος της Ε’ Γαλλικής Δημοκρατίας, με τη στήριξη ευρύτερων δυνάμεων που ξορκίζουν την άνοδο της Ακροδεξιάς στην εξουσία. Το «δημοκρατικό μέτωπο» γύρω από το πρόσωπό του είναι εντούτοις πολύ πιο χαλαρό από εκείνο του 2002: οι διαδηλώσεις μαθητών στο Παρίσι με το σύνθημα «ούτε Μακρόν, ούτε Λεπέν» είναι πιο εύγλωττες από τη στήριξη ή μη που προσέφεραν στον Μακρόν οι άλλοι υποψήφιοι.

Τον αναστεναγμό ανακούφισης από τη νίκη Μακρόν θα διαδεχθεί η αδήριτη πραγματικότητα. Για να κάνει πράξη τη «σύγχρονη αλληλεγγύη» την οποία επικαλείται, ο Μακρόν χρειάζεται τη στήριξη της νομοθετικής εξουσίας. Οι βουλευτικές εκλογές οι οποίες θα διεξαχθούν τον Ιούνιο θα αναδείξουν τόσο τις αντοχές των θεσμών της γαλλικής Δημοκρατίας όσο και το περίγραμμα της κρίσης αντιπροσώπευσης την οποία διέρχεται η τελευταία. Θα προχωρήσει, και με ποια μορφή, η μετάβαση από μια δημοκρατία των κομμάτων σε μια δημοκρατία των ηγεσιών, όπως εύστοχα σχολίασε ο κοινωνιολόγος και ιστορικός Πιερ Ροζανβαλόν; Ή μήπως οι βαθιά ριζωμένες παραδόσεις αλλά και τα τοπικά πολιτικά δίκτυα θα αποδειχθούν και πάλι ανθεκτικά;

Κατά παράδοση, κάθε νεοεκλεγείς πρόεδρος ανέπτυσσε μια δυναμική η οποία του επέτρεπε να επικρατεί και στις βουλευτικές εκλογές. Γιατί όχι και ο Μακρόν, ο οποίος επέδειξε μια πρωτοφανή αντοχή: ξεκίνησε από μονοψήφια νούμερα τον περασμένο Σεπτέμβριο για να βρεθεί νικητής του πρώτου γύρου.

Αλλά σήμερα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ο Μακρόν, ηγέτης ενός νεαρού κινήματος, στερείται τις τοπικές αγκυρώσεις που θα του εξασφαλίσουν μια ασφαλή πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο. Θα συσπειρώσει βέβαια γύρω του πολιτικούς από τα υπόλοιπα κόμματα, για τα οποία όμως οι βουλευτικές εκλογές είναι πλέον μια μάχη επιβίωσης. Και έχει ως σύμμαχο τον νόμο που εισήγαγε ο Φρανσουά Ολάντ, ο οποίος απαγορεύει πλέον στους βουλευτές να κατέχουν και αξιώματα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση: πολλοί από αυτούς θα προτιμήσουν να μείνουν εκεί, ανοίγοντας τον δρόμο σε μια εκτεταμένη ανανέωση του πολιτικού προσωπικού στην κεντρική σκηνή.

Το στοίχημα είναι όμως πρωτίστως πολιτικό. Η ρητορική των υποψηφίων πριν από τον πρώτο γύρο έδωσε αδρή μορφή σε μια νέα διαιρετική τομή, αυτή μιας Γαλλίας «ανοιχτής» και μιας Γαλλίας εσωστρεφούς και αναδιπλωμένης στον εαυτό της. Στις βουλευτικές εκλογές όμως θα χρειαστεί να διατυπωθεί μια συγκεκριμένη πρόταση για τη χώρα, την οποία κανείς μέχρι στιγμής από τους υποψηφίους δεν έχει αποκρυσταλλώσει. Ο Μακρόν θα έχει να διαχειριστεί τη δυσφορία μιας Γαλλίας που αισθάνεται ξεχασμένη από τους πολιτικούς, απομονωμένη από τα κέντρα λήψης αποφάσεων, φοβισμένη από την οικονομική αβεβαιότητα. Μιας Γαλλίας ευδιάκριτα διαιρεμένης, με τις πόλεις να έχουν ψηφίσει μαζικά Μακρόν και την επαρχία να έχει πριμοδοτήσει τη Λεπέν. Η δημιουργία γύρω από το πρόσωπο του Μακρόν μιας νέας «προεδρικής πλειοψηφίας» είναι λοιπόν δυσχερής, αλλά όχι ακατόρθωτη.

Αν δεν τα καταφέρει και περιοριστεί σε μια ευπρόσωπη κοινοβουλευτική παρουσία, ο Μακρόν (τι πιο φυσικό για έναν κεντρώο;) θα αναζητήσει ευρύτερες συμμαχίες και συναινέσεις, στη βάση ενός μετριοπαθούς και ενωτικού κυβερνητικού προγράμματος. Μπορεί βέβαια πάντα να κάνει χρήση των εξουσιών που του παρέχει το Σύνταγμα του 1958, θεμέλιο της Ε’ Γαλλικής Δημοκρατίας: δικαίωμα διάλυσης της Βουλής, έκδοση διαταγμάτων, ακόμη και (πρόσκαιρη) εισαγωγή νομοθετημάτων χωρίς να έχουν κυρωθεί από τη Βουλή. Αυτό το ενδεχόμενο, η σύγκρουση εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας, θα δοκιμάσει και τα όρια του θεσμικού πλαισίου της Ε’ Γαλλικής Δημοκρατίας, μπορεί ακόμη και να οδηγήσει σε αλλαγή πολιτεύματος. Σε κάθε περίπτωση, ο ρόλος του Κοινοβουλίου θα είναι μάλλον αναβαθμισμένος, θυμίζοντας τις παλιότερες «συγκατοικήσεις» της γαλλικής πολιτικής σκηνής, αλλά με τα κόμματα πιο αποδυναμωμένα από ποτέ (ας σημειωθεί ότι μαζί με τα μέχρι πρότινος κραταιά κόμματα χρεοκόπησαν στην πράξη και οι ανοιχτές διαδικασίες ανάδειξης υποψηφίου από τη βάση: και ο Φρανσουά Φιγιόν και ο Μπενουά Αμόν βρέθηκαν εκτός νυμφώνος).

Το βέβαιο είναι ότι οι επόμενοι μήνες θα δείξουν για ακόμη μια φορά ότι είναι άλλο η κυβέρνηση από το Κέντρο και άλλο η κυβέρνηση στο Κέντρο, όπως επιτυχημένα έχει περιγράψει ο ιστορικός της γαλλικής Αριστεράς Ζακ Ζιλιάρ. Ο Μακρόν είναι ήδη αντιμέτωπος με αυτή την προοπτική. Σε συνθήκες όμως πολύ πιο πιεστικές από ό,τι οι προκάτοχοί του και με τους πολίτες πολύ πιο ανυπόμονους.

Ο Δημήτρης Αντωνίου είναι ιστορικός, διδάκτορας της Ανώτατης Σχολής Κοινωνικών Επιστημών του Παρισιού.