Ευθύνεται σίγουρα και η ελληνική κρίση. Οι αποφάσεις που πήρε το Eurogroup για το ελληνικό χρέος οφείλονται σαφώς στην επιδίωξη του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να αναβάλει κάθε ουσιαστική διευθέτηση για το χρέος της Ελλάδας για την περίοδο μετά τις παγγερμανικές εκλογές. Ετσι έμαθαν και όσοι εκτός Γερμανίας δεν ήξεραν ότι οι επόμενες εκλογές στη Γερμανία θα διεξαχθούν τον Σεπτέμβριο του 2017.

Την επιτυχία του Χριστιανοδημοκράτη Σόιμπλε να κρατήσει το ελληνικό ζήτημα μακριά από τη γερμανική κάλπη χαιρέτισε και ο Σοσιαλδημοκράτης Ζίγκμαρ Γκάμπριελ. Ούτε ο πρόεδρος του SPD έχει διάθεση να συγκρουστεί για το κούρεμα του ελληνικού χρέους, θέμα στο οποίο αντιδρούν αλλεργικά οι Γερμανοί, σε μεγάλο βαθμό και οι ψηφοφόροι του SPD. Θα ήταν ένα ακόμη προεκλογικό δώρο στο λαϊκιστικό μόρφωμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) που είναι προϊόν της ευρωκρίσης και ιδρύθηκε το 2013 με κεντρικό σύνθημε όχι στα πακέτα διάσωσης στην Ελλάδα και άλλες χώρες.

Δεν είναι μόνο η ελληνική κρίση. Πληθαίνουν τελευταία τα δείγματα ότι η Γερμανία μπαίνει σε προεκλογική τροχιά. Το γεγονός ότι συμβαίνει έναν και πλέον χρόνο πριν από την ημερομηνία των εκλογών είναι νέο για μια χώρα που η πολιτική παράδοση θέλει τον περιορισμό της προεκλογικής μάχης σε διάστημα λίγων εβδομάδων πριν ανοίξουν οι κάλπες.

Η πλέον πρόσφατη ένδειξη για το προεκλογικό χαλί ήταν η ημερίδα του υπουργικού συμβουλίου την περασμένη Τετάρτη. Στις συνεδριάσεις αυτές η καγκελάριος παίρνει τους υπουργούς της εκτός Βερολίνου, στη βίλα Μέζεμπεργκ του Βρανδεμβούργου και συζητούν τον συντονισμό και τη βελτίωση του κυβερνητικού έργου. Στην τελευταία συνάντηση αποκλείστηκαν όλα τα επίμαχα θέματα και προτάχθηκαν εκείνα στα οποία ποντάρουν οι κυβερνητικοί εταίροι για να τονώσουν το πολιτικό προφίλ τους: το μεγάλο κύμα ψηφιακής επανάστασης που ενδιαφέρει τη Μέρκελ και τον νόμο περί ενσωμάτωσης μεταναστών που θέλει διακαώς ο αντικαγκελάριος Γκάμπριελ. Από τη μάζωξη έλειπε ο αρχηγός του τρίτου κυβερνητικού εταίρου, ο Χορστ Ζεεχόφερ –ο χριστιανοκοινωνιστής, βαυαρός πρωθυπουργός δεν ανήκει στο υπουργικό συμβούλιο της Μέρκελ –γεγονός που διευκόλυνε τη Μέρκελ και τον Γκάμπριελ. «Τώρα ξεκινάμε: SPD και CDU αρχίζουν τον προεκλογικό αγώνα» διαπίστωσε η εφημερίδα «Ντι Βελτ» στον πρωτοσέλιδο τίτλο εστιάζοντας στον Γκάμπριελ που ζητά από τον υπουργό Οικονομικών Σόιμπλε να ανοίξει το πουγκί και να χαλαρώσει τη γραμμή λιτότητας.

«Επιχείρηση – επανεκλογή» ήταν ο τίτλος της «Χάντελσμπλατ» στις αρχές της εβδομάδας. «Τα δημόσια ταμεία ξεχειλίζουν από τα φορολογικά έσοδα», σημείωνε η οικονομική εφημερίδα. Ωστόσο, αντί να επιστραφούν τα χρήματα στους πολίτες, η «Γκρο-Κο» (ο μεγάλος κυβερνητικός συνασπισμός) προωθεί ακριβά δώρα στις πανίσχυρες ομάδες του λόμπι. Με τον τρόπο αυτό, σημείωνε ο συντάκτης, η Μέρκελ και ο Γκάμπριελ θέλουν να εξαγοράσουν μία ακόμα κυβερνητική θητεία.

Ο Γκάμπριελ βλέποντας τον κατήφορο του SPD άρχισε από τον Φεβρουάριο την εκστρατεία για ένα «νέο σύμφωνο αλληλεγγύης για τους πολίτες της Γερμανίας». Δηλαδή, λεφτά όχι μόνον για τους πρόσφυγες που έρχονται στη Γερμανία αλλά και για τους Γερμανούς, με προγράμματα κοινωνικής κατοικίας, βρεφονηπιακούς σταθμούς, μέτρα για τους απειλούμενους από τη φτώχεια συνταξιούχους.

Η Ανγκελα Μέρκελ από την πλευρά της γιόρτασε με τους διευθυντές των αυτοκινητοβιομηχανιών BMW, Daimler, Volkswagen την πλουσιοπάροχη πριμοδότηση με 4.000 ευρώ για τους μελλοντικούς αγοραστές ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων. Σχεδιάζει επίσης μέτρα κρατικής υποστήριξης για τους αγρότες. Ταυτόχρονα η υπουργός Αμυνας Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν αναγγέλλει σημαντική ενίσχυση του δυναμικού των ενόπλων δυνάμεων. Και στη δεξιά Χριστιανοδημοκρατική Ενωση συζητούν για νέες αυξήσεις συντάξεων.

«Στοχευμένη εξαγορά ψηφοφόρων»

«Πριν καν πειστούν οι πολίτες για τις προτάσεις, επιχειρείται στοχευμένη εξαγορά ψηφοφόρων» καυτηρίασε ο Κλέμενς Φιστ, διευθυντής του Οικονομικού Ινστιτούτου του Μονάχου ifo, o οποίος θα προτιμούσε αντ’ αυτού μια μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή στρατηγική. «Είναι τυπική συμπεριφορά πριν από σημαντικές εκλογικές αναμετρήσεις οι πολιτικοί να είναι γαλαντόμοι και να μοιράζουν δώρα στον λαό» παρατηρεί ο Μάνφρεντ Γκίλνερ, διευθυντής του δημοσκοπικού ινστιτούτου Forsa. Η Μέρκελ, εξηγεί, ξεκίνησε νωρίς το μοίρασμα δώρων εξαιτίας των χαμηλών ποσοστών της. Στις μετρήσεις του Forsa η Χριστιανική Ενωση (CDU-CSU) από το 41,5% των προηγούμενων εκλογών πλησιάζει επικίνδυνα το 30%. Και το SPD από το 25,7% σπάει το φράγμα του 20%, για πρώτη φορά στο τελευταίο τέταρτο του αιώνα.