Η Ελλάδα απέτυχε να επωφεληθεί από την αλματώδη ανάπτυξη της αγοράς κρουαζιέρας στην Ευρώπη, καθώς οι επενδύσεις στις απαιτούμενες λιμενικές υποδομές για τον ελλιμενισμό των κρουαζιερόπλοιων, μειώθηκαν κατά 80% στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας.

Αυτό τονίστηκε την Τετάρτη, από τους ειδικούς του κλάδου που συζήτησαν για δεύτερη μέρα στην Αθήνα, για τις προοπτικές του θαλάσσιου τουρισμού στην Ελλάδα και την Ανατολική Μεσόγειο, στο πλαίσιο του 3ου Posidonia Sea Tourism Forum.
Ελάχιστα από τα 1.150 ελληνικά λιμάνια, διαθέτουν επαρκείς εγκαταστάσεις για να ελλιμενίσουν κρουαζιερόπλοια, καταγγέλθηκε από το βήμα του συνεδρίου. Από αυτά, λίγα είναι τα λιμάνια που μπορούν να φιλοξενήσουν τα υπερμεγέθη πλοία των 4.000 επιβατών, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό καθώς από το 1996 οι εταιρείες κρουαζιέρας επενδύουν κυρίως σε πλοία αυτής της χωρητικότητας.
Σημειώνεται, ότι τη στιγμή που το λιμάνι του Πειραιά σχεδιάζει να προκηρύξει διαγωνισμό ύψους 136 εκατ. ευρώ με αντικείμενο την κατασκευή κρηπιδότοιχων και θέσεων αγκυροβολιάς για τη φιλοξενία τριών κρουαζιερόπλοιων νέας γενιάς, η χώρα δεν είναι σε θέση να αξιοποιήσει τα ανταγωνιστικά της πλεονεκτήματα και να εδραιωθεί ως παγκόσμιος πόλος έλξης κρουαζιερόπλοιων.
«Τουρισμός σημαίνει Ελλάδα και Ελλάδα σημαίνει τουρισμός», δήλωσε ο κύριος Michel Nestour, αντιπρόεδρος Ανάπτυξης Διεθνών Λιμένων και Προορισμών, της εταιρείας Carnival Corporation Plc, του μεγαλύτερου ομίλου εταιριών κρουαζιέρας παγκοσμίως.

«Η Ελλάδα δεν κατάφερε να αξιοποιήσει το φυσικό κάλλος της και την ιδανική γεωγραφική της θέση, διότι υστερεί σε βασικές υποδομές όχι μόνο σε κάποια λιμάνια, αλλά και σε οδικές μεταφορές και σε αεροπορικές συνδέσεις με βασικές αγορές, υποδομές που είναι απαραίτητες για να προσελκύσει τα μεγάλα κρουαζιερόπλοια», επεσήμανε ο κ. Nestour.

Με κατά μέσο όρο 1,7 καθημερινές πτήσεις ανάμεσα στο διεθνές αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» και το JFK της Νέας Υόρκης, «δεν είναι να απορεί κανείς που οι παγκόσμιοι ηγέτες της βιομηχανίας κρουαζιέρας, όπως η Royal Caribbean Cruises θεωρούν ότι η περιορισμένη αεροπορική σύνδεση της Ελλάδας, αποτελεί εμπόδιο στην πλεύση νέων υπερμεγεθών πλοίων στα λιμάνια της».
«Με το 50% των πελατών μας να προέρχονται από την αγορά των Η. Π. Α., αυτό αποτελεί μεγάλη πρόκληση για εμάς», δήλωσε ο κ. Adam Sharp, Διευθυντής Λιμενικών και Επιβατικών Υπηρεσιών –ΕΜΕΑ, της Royal Caribbean Cruises, ο οποίος στάθηκε ιδιαίτερα στη γραφειοκρατία και τις μεγάλες ουρές στις αφίξεις των αεροδρομίων, μιλώντας για «πρόσθετους ανασχετικούς παράγοντες στην ανάδειξη της Ελλάδας ως κυρίαρχου προορισμού για τα μεγάλα κρουαζιερόπλοια».
Με την αγορά των ΗΠΑ απομονωμένη σε μεγάλο βαθμό από το ελληνικό θαλάσσιο τουριστικό προϊόν, η χώρα εναποθέτει τις ελπίδες της στην αναδυόμενη κινεζική αγορά, η οποία, αυτή τη στιγμή, έχει δυνατότητα τεράστιας βελτίωσης, καθώς η Ελλάδα μόλις και μετά βίας προσελκύει μερικές χιλιάδες από τα 100 εκατομμύρια των Κινέζων που ταξιδεύουν κάθε χρόνο στο εξωτερικό.

Η έλλειψη απευθείας αεροπορικών συνδέσεων μεταξύ των δύο χωρών είναι ένα σημαντικό εμπόδιο που πρέπει να αρθεί με τη δρομολόγηση άμεσων πτήσεων μεταξύ των κύριων κινεζικών πόλεων και των ελληνικών νησιών και άλλων τουριστικών προορισμών, δήλωσε ο κ. Zou Xiaoli, πρέσβης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας στην Ελλάδα.

«Οι ταξιδιωτικές συνήθειες των Κινέζων τουριστών αλλάζουν. Από την περιήγηση των αξιοθέατων και τα ψώνια στρέφονται στην αναψυχή και τις διακοπές. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο θαλάσσιος τουρισμός θα κερδίσει την αγάπη των κινέζων τουριστών», τόνισε, προσθέτοντας ότι το θέμα της έκδοσης βίζας είναι ακόμη ένα εμπόδιο που πρέπει να αρθεί.

Σύμφωνα με τον κ. Nestour, η προσέλκυση μεγαλύτερου αριθμού Κινέζων τουριστών, προϋποθέτει σοβαρές επενδύσεις σε τουριστικές υποδομές και την αντιμετώπιση των λιμανιών ως στρατηγικών πόρων.

«Μόνο έτσι θα επιτευχθεί το ζητούμενο, δηλαδή η δημιουργία νέων βιώσιμων θέσεων απασχόλησης», πρόσθεσε.