Οι Εργατικοί γνωρίζουν ότι πρέπει να σκύψουν πάνω από τα πιο σκοτεινά σημεία τους αν θέλουν να απαντήσουν στα πολλά ερωτήματα που προέκυψαν από τη βαριά ήττα της 7ης Μαΐου. Είναι όμως και ακέφαλοι. Γι’ αυτό και το βάρος δεν πέφτει τόσο στην ενδοσκόπηση που επίμονα ζητούν τα στελέχη και οι οπαδοί του κόμματος όσο στην κούρσα της διαδοχής. Το αποτέλεσμα είναι ότι έχουν διχαστεί ανάμεσα σε δύο στρατόπεδα: των «εκσυγχρονιστών» μπλερικών και των οπαδών του πιο «παραδοσιακού» Γκόρντον Μπράουν. Μέχρι τώρα, τέσσερα πολιτικά πρόσωπα έχουν δηλώσει ότι θα θέσουν υποψηφιότητα ενώ άλλα δύο την έχουν ανακαλέσει, χωρίς να έχει διαφανεί, ακόμη, ποιος θα μπορούσε να είναι ο επόμενος αρχηγός του κόμματος που θα κλείσει το κεφάλαιο «Μίλιμπαντ» και θα οδηγήσει κάπου αλλού το κόμμα, αρχής γενομένης στις 12 Σεπτεμβρίου, οπότε εκλέγεται ο νέος αρχηγός.

Η αλήθεια είναι ότι από τους τέσσερις κανένας δεν είναι ιδανικός –οι αναλυτές είναι μάλλον επιφυλακτικοί ως προς το πολιτικό εκτόπισμα και τις ηγετικές ικανότητες των υποψηφίων. Ωστόσο υπάρχει ένα φαβορί. Είναι ο Αντι Μπέρναμ που δοκιμάζει την τύχη του δεύτερη φορά, αφού το 2010, πριν από τον μεγάλο τελικό των αδελφών Μίλιμπαντ, είχε αποκλειστεί με 10,41% της συνολικής ψήφου για την ανάδειξη αρχηγού. Αυτήν τη φορά ο 45χρονος πολιτικός, που τελεί σκιώδης υπουργός Υγείας από το 2009, έχει την πολύ σημαντική στήριξη των συνδικάτων και δηλώνει έτοιμος να «ανακαλύψει από την αρχή τον παλμό του Εργατικού Κόμματος». Αυτός, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν βρίσκεται «ούτε πιο δεξιά ούτε πιο αριστερά». Το Εργατικό Κόμμα πρέπει να εμπνεύσει «φιλοδοξία σε όλα τα κοινωνικά στρώματα» –εκεί όπου, σύμφωνα με πολλούς, απέτυχε παταγωδώς ο απερχόμενος αρχηγός –και «να ενώσει τη χώρα» –εκεί όπου δοκιμάζεται ο σημερινός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον.

Πριν από τον Μπέρναμ –πρώτη απ’ όλους, για την ακρίβεια –ανακοίνωσε την υποψηφιότητά της η Λιζ Κένταλ, μία από τις τρεις, προς το παρόν, πολιτικούς που επιθυμούν να αποκτήσει το Εργατικό Κόμμα την πρώτη του γυναίκα αρχηγό.

Το προτέρημα της 43χρονης πολιτικού είναι ότι εξελέγη βουλευτής του κόμματος το 2010, γλίτωσε δηλαδή τη διχαστική περίοδο που πέρασε το κόμμα κατά την αντιπαράθεση του Τόνι Μπλερ και του Γκόρντον Μπράουν. Η ίδια, πάντως, είναι πιο κοντά στο νεοεργατικό δόγμα του Μπλερ αφού ανήκει στην πτέρυγα των «εκσυγχρονιστών» του Εργατικού Κόμματος. Ενδεικτική της θέσης στο ιδεολογικό στερέωμα είναι η δήλωσή της ότι «αυτό που έχει σημασία είναι αυτό που έχει αποτέλεσμα», ακόμη κι αν αυτό σημαίνει συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στο βρετανικό ΕΣΥ.

Την περασμένη εβδομάδα οι περισσότεροι αναλυτές προέβλεπαν ότι η Κένταλ θα δυσκολευόταν να περάσει στην τελική φάση, δηλαδή να συγκεντρώσει τη στήριξη από τουλάχιστον 35 βουλευτές (το απαιτούμενο 15% της κοινοβουλευτικής ομάδας), ώστε να επικυρωθεί η υποψηφιότητά της, καθώς δεν ήταν η μόνη που διεκδικούσε την ψήφο της «εκσυγχρονιστικής» πτέρυγας. Μάλλον είναι αυτός ο λόγος για τον οποίο ο άλλος «εκσυγχρονιστής» υποψήφιος, ο Τρίσταμ Χαντ, αποσύρθηκε από την κούρσα. «Δεν διαθέτω τον απαραίτητο αριθμό ψήφων» δήλωσε ο σκιώδης υπουργός Παιδείας, συμπληρώνοντας ότι αν διεκδικούσε την υποψηφιότητα και αυτός και η Κένταλ, μάλλον θα αποτύγχαναν και οι δύο να περάσουν στον επόμενο γύρο. Με άλλα λόγια, ο Χαντ παραιτήθηκε πριν καλά καλά ακουστούν οι προτάσεις του από τους βουλευτές του κόμματος –εκ των οποίων 53 είναι πρωτάρηδες –επειδή γνωρίζει ότι «ήδη οι περισσότεροι βουλευτές έχουν δεσμευτεί να δώσουν την ψήφο τους σε έναν – δύο υποψηφίους».

Πράγματι, μία από τους υποψηφίους εικάζεται ότι έχει, ήδη, εξασφαλίσει τη στήριξη τουλάχιστον 50 βουλευτών. Η Ιβέτ Κούπερ είναι η δεύτερη γυναίκα που επιθυμεί να «ταρακουνήσει τη λέσχη των αγοριών του Ουέστμινστερ» και δεύτερο φαβορί για τη θέση της αρχηγίας μετά τον Μπέρναμ. Η δυναμική σκιώδης υπουργός Εσωτερικών, μολονότι σύζυγος του πρώην σκιώδους υπουργού Οικονομικών Εντ Μπολς –του μαέστρου, δηλαδή, της οικονομικής πολιτικής του Μίλιμπαντ -, εξαπέλυσε πρόσφατα μια πρωτοφανή επίθεση στην προεκλογική οικονομική ρητορική του κόμματος, που διέκρινε σε «θηρευτές και παραγωγούς», δεσμευομένη να αποκαταστήσει τις σχέσεις του κόμματος με τον επιχειρηματικό κλάδο.

Η εμπειρία της στο Ουέστμινστερ από το 1997, σύμφωνα με την ίδια, της δίνει ένα προβάδισμα στον αγώνα της διαδοχής, αλλά και «ανθεκτικότητα στην προβολή των μίντια», την οποία δεν άντεξε ο δημοφιλής σκιώδης υπουργός Επιχειρήσεων Τσούκα Ουμούνα, ο οποίος απέσυρε τόσο γρήγορα την υποψηφιότητά του όσο βιαστικά την έθεσε. Η εμπειρία της, όμως, είναι δίκοπο μαχαίρι, καθώς μπορεί να της δίνει άνεση στις δημόσιες εμφανίσεις της, αλλά δεν παύει να είναι στιγματισμένη από τη συμμετοχή της στην κυβέρνηση του Μπράουν, με τα πολύ αμφιλεγόμενα οικονομικά αποτελέσματα.

Η τετράδα κλείνει με μια υποψηφιότητα που ήρθε σαν έκπληξη. Πρόκειται για τη Μαίρη Κρεγκ, η οποία μπορεί να μην είναι από τα φαβορί για την ηγεσία αλλά σίγουρα έχει αισθητή παρουσία στο εσωτερικό του κόμματος. Βουλευτής από το 2005 και σκιώδης υπουργός Περιβάλλοντος κατά την πενταετή αντιπολίτευση του Μίλιμπαντ, η 47χρονη πολιτικός έχει, στο παρελθόν, προκαλέσει τριβές στο εσωκομματικό σκηνικό, κατηγορώντας ανοιχτά μέλη του κόμματος ότι τη «σνομπάρουν» στηριζόμενοι σε «αβάσιμες υποθέσεις ότι προέρχεται από ένα καλοβολεμένο περιβάλλον», λόγω της οξφορδιανής προφοράς που απέκτησε στα χρόνια των σπουδών της, ενώ στην πραγματικότητα προέρχεται από το Κόβεντρι του εργατικού Βορρά.

Ολοι οι υποψήφιοι ρίχνουν το βάρος στη φιλοδοξία που πρέπει να εμπνεύσει το Εργατικό Κόμμα, αυτήν τη φορά σε όλους τους πολίτες της Βρετανίας. Και όλοι τους γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο δρόμος που οδηγεί το Εργατικό Κόμμα στις εκλογές του 2020 είναι ανηφορικός.