Τις ηλιόλουστες ημέρες του χειμώνα, κυρίως όμως τώρα την άνοιξη, η βόλτα στη λεγόμενη παλιά πόλη είναι μία από τις σταθερές συνήθειες των Αθηναίων. Βέβαια το μετά, δηλαδή το πού θα φάμε, δεν είναι τόσο απλό. Η Πλάκα δυσφημείται εδώ και πολλά χρόνια από το κακό φαγητό της. Παρ’ όλα αυτά, στην παλιά Αθήνα υπάρχουν μερικά πολύ συμπαθητικά στέκια, που είναι ανοικτά όλη την ημέρα και όπου τρως καλά σε λογικές τιμές.

Στη Ρωμαϊκή Αγορά, η Υδρία (Aδριανού 68), το παλιόall day café-restaurant της περιοχής, δίνει το καλό παράδειγμα, καθώς ανανεώθηκε πρόσφατα με στόχο τα γευστικά ταξίδια σε διαφορετικές περιοχές της χώρας. Οι αδελφοί Tζίμης και Βασίλης Σταθοκωστόπουλος έφεραν τον έμπειρο σεφ Γιάννη Σολάκη που επιμελήθηκε ένα μενού καθαρά ελληνικό, με παραδοσιακές πρώτες ύλες από όλη την Ελλάδα καθώς και μια πλούσια λίστα κρασιών και ποτών για όλα τα γούστα. Εδώ, εκτός από τα ψητά, θα βρείτε νόστιμα ντολμαδάκια αβγολέμονο και παστουρμαδοπιτάκια, κολοκυθοκεφτέδες και ντοματοκεφτέδες, χορτόπιτα και στριφτόπιτα, τραχανότο με λαχανικά και ανθότυρο και σιουφιχτά μακαρόνια με ανθότυρο, δυόσμο και ντοματίνια, αλλά και ποικιλίες ελληνικών αλλαντικών και τυριών που συνοδεύουν το κρασί. Λίγο πιο πάνω, το Ερμείο (Πανδρόσου 15) προτείνει παραδοσιακά ελληνικά της κατσαρόλας, μουσακά, γεμιστά, αρνάκι λεμονάτο, τσιπούρες και φαγητά της ώρας.

Κοντά στην Ακρόπολη, ο Αττικός ή Μίνα (Γαριβάλδη 7), όπως είναι περισσότερο γνωστό το εστιατόριο της Μίνας και του Βασίλη Γεροντή, βρίσκεται σε στρατηγική θέση αφού από την ταράτσα του αγγίζεις σχεδόν το Ηρώδειο και την Ακρόπολη. Δεν είναι τυχαίο ότι το προτιμούν οι καλλιτέχνες μετά τις παραστάσεις του Ηρωδείου τόσο για τη θέα του όσο και για το μαμαδίστικο φαγητό σε μεγάλες χορταστικές μερίδες από τα χεράκια της κερκυραίας κυρίας Μίνας. Εδώ ερχόμαστε για σοφρίτο (μοσχαράκι κατσαρόλας με σάλτσα σκόρδου και πουρέ), μουσακά, αρνάκι λεμονάτο, ντολμαδάκια γιαλαντζί αλλά και για πορτοκαλόπιτα.

Στην περιοχή του Ψυρή, η Ταβέρνα του Ψυρρή (Αισχύλου 12) είναι το παλιό στέκι κοντά στην Πλατεία Ηρώων με μια τοιχογραφία στην πρόσοψη. Οταν κάνει ζέστη, τρώμε κάτω από τη φουντωτή μουριά που υπάρχει στην αυλή πίσω από το ταβερνάκι. Κρέατα και ψάρια –όταν υπάρχουν –στη σχάρα και πολύ νόστιμα παραδοσιακά πιάτα της ελληνικής κουζίνας, αρνάκι στον φούρνο, μπακαλιάρο πλακί, λαδερά και όσπρια και για επιδόρπιο προσφέρουν χαλβά του μπακάλη ή σιμιγδαλένιο. Στην ίδια περιοχή η Ωραία Πεντέλη (Αισχύλου και Αριστοφάνους), που βρίσκεται σε ένα ιστορικό κτίριο της Πλατείας Ηρώων, προσφέρει διάφορα μεζεδάκια, αρνάκι κλέφτικο, πέρκα α λα σπετσιώτα, λαχανοντολμάδες, μοσχαράκι ραγού, χοιρινό με σέλινο και άλλα κλασικά ελληνικά πιάτα που εναλλάσσονται καθημερινά.

ΠΕΡΙΞ ΤΗΣ ΒΑΡΒΑΚΕΙΟΥ. Κοντά στη Βαρβάκειο Αγορά, το Δίπορτο (γωνία Θεάτρου και Σωκράτους) δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Η παλιά καλή υπόγεια αθηναϊκή ταβέρνα με τα παλιά βαρέλια και τις λαδόκολλες στα τραπέζια προσφέρει καθημερινά λίγα απλά αλλά καλομαγειρεμένα πιάτα, όπως λαχανόρυζο, ρεβιθόσουπα, φασολάδα, ψαράκια στη σχάρα και κοφτό μακαρονάκι με ντομάτα. Στον ίδιο δρόμο, Στου Μεϊδάνη (Σωκράτους 3), το παλιό αθηναϊκό εστιατόριο με τη ρετρό ατμόσφαιρα –λειτουργεί από το 1964 –και τη σκεπαστή πίσω αυλή με τα καναρίνια, η κυρία Βασιλική Μεϊδάνη μαγειρεύει όπως στο σπίτι της με αυθεντικές παραδοσιακές συνταγές και φρέσκα υλικά που προμηθεύεται καθημερινά από την κεντρική αγορά απέναντι.

Τα Καραμανλίδικα του Φάνη (Ευριπίδου και Σωκράτους) είναι η σχετικά νέα άφιξη στην ίδια γειτονιά. Ο Φάνης, βέβαια, δεν είναι και τόσο καινούργιος αφού το Αραπιάν, το γνωστό μαγαζί με τους παστουρμάδες που βρίσκεται ακριβώς απέναντι, ανήκει στον πατέρα του. Εδώ μπορεί κανείς να αγοράσει διαλεχτούς παστουρμάδες και αλλαντικά του Παρασκευά Σαρήμπογια από τη Δράμα, τυριά και προϊόντα από μικρούς παραγωγούς, αφού πρώτα τα δοκιμάσει είτε σαν κρύους μεζέδες είτε σαν ζεστά πιάτα που έχει επιμεληθεί η δραμινή μαγείρισσα Στέλλα Σπανού. Εδώ βρίσκουμε μια μεγάλη ποικιλία από σάντουιτς και σαλάτες, ντολμαδάκια και ρώσικη σαλάτα, παστουρμά με αβγά, σαγανάκια, καβουρμά με πλιγούρι, καραμανλίδικο λουκάνικο γιαουρτλού, μέχρι και σπιτικό μπακλαβά.

Τέλος, στο Μοναστηράκι, κρυμμένο από το 1985 πίσω από τα παλιατζίδικα της Πλατείας Αβησσυνίας, το ατμοσφαιρικό Café Αβησσυνία (Κυνέτου 7), με τα παλιά ξύλινα έπιπλα, τους πίνακες, τα βιτρό και τις φλοράλ ταπετσαρίες, έχει κάτι από παλιό γαλλικό μπιστρό. Η κυρία Καίτη, η διάσημη ιδιοκτήτριά του που παρέδωσε πλέον τη διαχείριση του εστιατορίου στον γιο της, έχει επιμεληθεί ένα μενού που με τις γεύσεις του ενώνειΒαλκάνια, Ευρώπη και Ανατολή. Εδώ ερχόμαστε για αυθεντική φάβα Σαντορίνης, χοιρινό με δαμάσκηνα και χταπόδι με κριθαράκι, αλλά και για δαμάσκηνα με σαντιγί, παραδοσιακά γλυκά του κουταλιού, καρυδάκι και μανταρίνι και γιαούρτι με μέλι και καρύδια.