Δύο χρόνια μετά τις κατεδαφίσεις στο Γυάλι και τις καταγγελίες των εκτοπισμένων κατοίκων, η ανεξάρτητη επιτροπή επιθεώρησης και ελέγχου έργων της Παγκόσμιας Τράπεζας ολοκλήρωσε το σχετικό πόρισμα. Ηδη η διοίκηση της Τράπεζας που ήταν αρμόδια για το αναπτυξιακό σχέδιο της ακτογραμμής είχε διαβεβαιώσει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι «δεν υπάρχει καμία άμεση ή έμμεση σύνδεση του πρότζεκτ με τις κατεδαφίσεις».

Στο πλαίσιο της έρευνας της ανεξάρτητης επιτροπής ελέγχου οι επιθεωρητές πραγματοποίησαν συνεντεύξεις με στελέχη της Παγκόσμιας Τράπεζας, αξιωματούχους των αλβανικών κρατικών υπηρεσιών και με τους εκτοπισμένους κατοίκους. Επιπλέον, εξέτασαν διεξοδικά όλα τα σχετικά έγγραφα και πρακτικά για το συγκεκριμένο πρότζεκτ, αλλά και τις αντιδράσεις του τοπικού Τύπου σχετικά με τον ρόλο του συζύγου της κόρης του τότε πρωθυπουργού Σαλί Μπερίσα ως αρμόδιου συντονιστή.

Ανάμεσα σε άλλα, στο πόρισμα αναφερόταν ότι χωρίς την εφαρμογή της πολιτικής της Τράπεζας για τον αναγκαστικό εκτοπισμό, δηλαδή την κατάρτιση σχεδίου επανεγκατάστασης λόγω των κατεδαφίσεων, «η Διοίκηση απέτυχε να προστατέψει τους ανθρώπους που επλήγησαν» από τα έργα.

Κατά τις έρευνές τους οι επιθεωρητές εντόπισαν και την αλληλογραφία μεταξύ του «γαμπρού» του Μπερίσα και των πολεοδομικών Αρχών, η οποία έναν μήνα πριν από τις επιχειρήσεις στο Γυάλι συνέδεε τις κατεδαφίσεις με το έργο που χρηματοδοτείτο από την Παγκόσμια Τράπεζα. Ο «γαμπρός» ήταν αυτός που έδωσε στην Πολεοδομία τις αεροφωτογραφίες των σπιτιών, οι οποίες είχαν ληφθεί με τη χρηματοδότηση της Τράπεζας. Αλλά αυτές δεν ήταν το μόνο εργαλείο που διευκόλυνε το έργο των κατεδαφίσεων: στο πόρισμά τους οι επιθεωρητές αναφέρουν ότι «το πρότζεκτ παρείχε πόρους και υποστήριξη σχετικά με τις δραστηριότητες κατεδαφίσεων στην περιοχή». Μάλιστα, ο υπουργός Δημοσίων Εργων της Αλβανίας σε ομιλία του στη Βουλή είχε αναφέρει ότι αυτές οι κατεδαφίσεις «στρώνουν τον δρόμο» για τη χρηματοδότηση από την Παγκόσμια Τράπεζα.

«Το 2006 είχαμε στείλει όλα τα έγγραφα για να νομιμοποιηθεί το σπίτι» επισημαίνει ο Στέφανος Κόκας στη συνέντευξη που παραχώρησε στα «ΝΕΑ». Εναν χρόνο μετά, λίγο πριν από την επιχείρηση της Πολεοδομίας στο Γυάλι τον Απρίλιο του 2007, οι αρμόδιοι δεν είχαν απαντήσει στο αίτημά του. «Οταν πήραν την απόφαση να κάνουν κατεδαφίσεις εμείς είχαμε προσπαθήσει ήδη να μπούμε στη ρύθμιση. Και το παράξενο είναι ότι είμαστε ακόμα στη ρύθμιση και μπορούμε να τα νομιμοποιήσουμε και τώρα που τα έχουν γκρεμίσει. Ή τουλάχιστον τα θεμέλια που έχουν μείνει» λέει με πικρία.

Λίγο μετά την ολοκλήρωση του πορίσματος-καταπέλτη της ανεξάρτητης επιτροπής ελέγχου το 2009, ανακοινώθηκε από την πλευρά της Παγκόσμιας Τράπεζας το πάγωμα της χρηματοδότησης και η αναστολή των εργασιών στο κομμάτι του έργου που αφορούσε το Γυάλι.

«Από τη βασική διαχείριση του έργου έως τις αλληλεπιδράσεις με το Διοικητικό Συμβούλιο και την επιτροπή επιθεώρησης, οι επιδόσεις της Τράπεζας σε αυτό το πρότζεκτ είναι φρικτές. Λαμβάνουμε πολύ σοβαρά υπόψη τις ανησυχίες που εκφράστηκαν από την επιτροπή επιθεώρησης και κινούμαστε άμεσα ώστε να ενισχυθούν οι μηχανισμοί εποπτείας, να βελτιωθούν οι διαδικασίες και να βοηθήσουμε τις οικογένειες των οποίων τα σπίτια κατεδαφίστηκαν. Η Τράπεζα δεν μπορεί να αφήσει να συμβεί αυτό πάλι» είχε δηλώσει τότε ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας Ρόμπερτ Ζέλικ.

Παρά τις διαπιστώσεις αυτές, η Τράπεζα υποστήριξε ότι δεν είναι άμεσα υπεύθυνη για ζημιές που προκλήθηκαν από το έργο, το οποίο διεξήχθη από την αλβανική κυβέρνηση. Η οποία με τη σειρά της αρνήθηκε να αναγνωρίσει οποιαδήποτε ευθύνη, υπαινισσόμενη ότι η ανεξάρτητη επιτροπή ελέγχου της Παγκόσμιας Τράπεζας είχε αναπτύξει σχέσεις με ανώνυμα κυκλώματα από τη μαφία του real estate.

Οι εκτοπισμένες οικογένειες προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη και η Παγκόσμια Τράπεζα εγγυάται ότι θα καλύψει μέρος των δικαστικών εξόδων τους καθώς και ότι θα μισθώσει ανεξάρτητο παρατηρητή για να εξετάσει νομικά την καθεμία υπόθεση κατεδάφισης ξεχωριστά. Τα επόμενα τρία χρόνια, από τις συνολικά εννέα υποθέσεις οικογενειών εκδικάστηκαν στο δικαστήριο των Τιράνων οι έξι, από τις οποίες μόνο σε μία περίπτωση δικαιώθηκε οικογένεια που έχασε το σπίτι της. Για τις λοιπές πέντε, ανάμεσά τους και αυτή των οικογενειών του Αντώνη και του Στέφανου Κόκα, το δικαστήριο έκρινε ότι η αλβανική κυβέρνηση έπραξε σωστά για τις κατεδαφίσεις.

Κατά τη διάρκεια της εκδίκασης της υπόθεσής τους τον Μάιο του 2011 τα μέλη της οικογένειας Κόκα υποστήριξαν ότι η κατεδάφιση των σπιτιών τους ήταν εντελώς άδικη, επικαλούμενα τη γραφειοκρατία που είχαν αντιμετωπίσει όταν προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν οικοδομικές άδειες από τον Δήμο Χειμάρρας, οι οποίες θα μπορούσαν να προστατεύσουν τα σπίτια τους. Επίσης επικαλέστηκαν την παντελή έλλειψη πολεοδομικού σχεδιασμού στην περιοχή. Οι δικηγόροι της οικογένειας ανέφεραν ότι οι κατεδαφίσεις στο Γυάλι ήταν επιλεκτικές, δεδομένου ότι οι προσφεύγοντες είχαν υποβάλει αίτηση για την προστασία των περιουσιών τους σύμφωνα με τον νόμο του 2006 που προβλέπει τη νομιμοποίηση των κτισμάτων χωρίς άδειες. Από την πλευρά τους, οι δικηγόροι της αλβανικής κυβέρνησης ανταπάντησαν ότι χωρίς οικοδομικές άδειες η οικογένεια δεν έχει το δικαίωμα να αποζημιωθεί είτε για ηθική είτε για υλικές βλάβες που προκύπτουν από την κατεδάφιση. Η οικογένεια Κόκα όπως και οι λοιποί που δεν δικαιώθηκαν στο δικαστήριο των Τιράνων άσκησαν έφεση. Ακόμα και σήμερα οι υποθέσεις τους δεν έχουν τελεσιδικήσει. Εν τω μεταξύ, κατά τη διάρκεια των χρόνων που ακολούθησαν τον εκτοπισμό των οικογενειών στο Γυάλι ανέτειλε η τουριστική ανάπτυξη: ένα συγκρότημα μπανγκαλόου, εστιατόριο, ομπρέλες και ξαπλώστρες και ένα μπαρ με ξύλινο ντεκ, δυνατές μουσικές και πάρτι από το μεσημέρι έως τα ξημερώματα στη βόρεια παραλία.

«Οταν κατεδάφιζαν το σπίτι μάς είπαν ότι σε λίγο θα τρώμε με χρυσά κουτάλια. Μετά είπαν ότι θα μας αποζημιώσουν. Μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει τίποτα» λέει η Μάρω. «Πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα γυρίσω στο Γυάλι. Και αν προλάβω θα ξαναχτίσω» καταλήγει ο Στέφανος.