Απαντήσεις σαφείς για το καυτό θέμα της ρευστότητας δεν δόθηκαν στο ανοιξιάτικο χθες Βερολίνο. Παρ’ όλα αυτά, η συνάντηση Τσίπρα – Μέρκελ αποδείχθηκε εξαιρετικά χρήσιμη. Από τη μια, επιβεβαίωσε τη στροφή του έλληνα Πρωθυπουργού σε μια ρεαλιστική πολιτική απολύτως προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις των εταίρων μας μέσω της υλοποίησης αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο Αλέξης Τσίπρας με το πέρασμά του από τον μακρύ κόκκινο διάδρομο που του έστρωσε η Μέρκελ για να τον υποδεχθεί εγκατέλειψε τον κεντρικό πυρήνα της φιλοσοφίας του οικονομικού του προγράμματος, που εξακολουθεί να στοχεύει στην απόδραση από τις πολιτικές της λιτότητας. Αλλωστε και ο ίδιος στις κοινές δηλώσεις του με τη γερμανίδα καγκελάριο έκανε λόγο για αλλαγή στο μείγμα της πολιτικής επικαλούμενος την αποτυχία του λεγόμενου success story της κυβέρνησης Σαμαρά αλλά και των προηγούμενων κυβερνήσεων Παπανδρέου και Παπαδήμου. Από την άλλη, το ραντεβού στην καγκελαρία φανέρωσε τη βούληση της κυρίας Μέρκελ να δείξει ανοχή απέναντι στην κυβέρνηση Τσίπρα, υπό την προϋπόθεση ότι θα τηρηθούν τα συμφωνημένα.

Το τετ α τετ των δύο ηγετών στην καγκελαρία ήταν διαφορετικό από τις ανάλογου χαρακτήρα συναντήσεις που είχε την περίοδο της οικονομικής κρίσης η Ανγκελα Μέρκελ με τους προηγούμενους πρωθυπουργούς. Χωρίς να ανοίξει τα χαρτιά της για το θέμα της χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας –κάτι που σκοπίμως απέφυγε για να μην κατηγορηθεί ότι καπελώνει τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τις χώρες της ευρωζώνης –εμφανίστηκε δεκτική απέναντι στον Αλέξη Τσίπρα, αποφεύγοντας να κουνήσει το δάχτυλο στη νέα ελληνική κυβέρνηση για τους χειρισμούς της περί την οικονομία.

Οι δηλώσεις της ήταν προσεκτικές και στόχευαν στο να υπενθυμίσουν πως η Ελλάδα οφείλει να πει με σαφήνεια «ποιες μεταρρυθμίσεις θα γίνουν και πότε». Επανέλαβε ότι δεν είναι η Γερμανία εκείνη που θα αποφασίσει ή θα κρίνει αν «επαρκεί το ένα μέτρο ή το άλλο» λέγοντας ότι «αυτό θα το αποτιμήσουν άλλοι και θα λάβουν αποφάσεις», παράλληλα όμως επέμεινε ότι αναγκαίο βήμα και προϋπόθεση είναι η υλοποίηση της δήλωσης που έγινε την 20ή Φεβρουαρίου στο πλαίσιο των αποφάσεων του Eurogroup. Εξ αυτού του λόγου όταν ρωτήθηκε από «ΤΑ ΝΕΑ« για το πρόβλημα της ρευστότητας και της ασφυξίας της ελληνικής οικονομίας η κυρία Μέρκελ παρέπεμψε στους θεσμούς και είπε ότι τις σχετικές αποφάσεις τις λαμβάνουν στην Ευρώπη. Ομοίως ο Αλέξης Τσίπρας δεν θέλησε να μιλήσει για την καρδιά του προβλήματος κατά τις κοινές δηλώσεις με την καγκελάριο και απάντησε εμμέσως στο ερώτημα αν θα πληρωθούν μισθοί, συντάξεις ή και οι δόσεις του ΔΝΤ τον Απρίλιο λέγοντας ότι «θα υπάρξει συμφωνία» διότι θα υπάρξουν μεταρρυθμίσεις και ταυτόχρονα θα κινηθούν οι διαδικασίες για την εκταμίευση της δόσης.

Γενικώς η γερμανίδα καγκελάριος διαπίστωσε ότι υπάρχει διάθεση καλής συνεργασίας και προσφέρθηκε για στήριξη της χώρας μας σε θέματα που σχετίζονται με την Τοπική Αυτοδιοίκηση και την υγεία, όπως επίσης στους τομείς της έρευνας και της τεχνολογίας.

Ο Αλέξης Τσίπρας, πάλι, φρόντισε σε γερμανικό έδαφος να ανοίξει όλα τα θέματα που απασχολούν την κυβέρνησή του χωρίς να θίξει τους Γερμανούς ή να εμφανιστεί προσβλητικός απέναντι στη γερμανίδα καγκελάριο. Στο πνεύμα αυτό παραδέχθηκε ότι για τα δεινά του ελληνικού λαού δεν φταίνε οι Γερμανοί ή κάποιοι άλλοι, αλλά γενικότερες αιτίες που αφορούν την αρχιτεκτονική της ευρωζώνης και εσωτερικές αιτίες που συνέβαλαν ώστε η Ελλάδα να μπει στην κρίση –αιτίες που δεν αντιμετωπίστηκαν ούτε καν τα τελευταία πέντε χρόνια του προγράμματος όπως η αναποτελεσματικότητα του κράτους, η εκτεταμένη διαφθορά και η προκλητική φοροδιαφυγή των πλούσιων στρωμάτων.

Με έμφαση τόνισε ότι στόχος της κυβέρνησής του είναι η υλοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων που θα αποδώσουν φορολογική δικαιοσύνη, θα αντιμετωπίσουν τη φοροδιαφυγή και τη διαφθορά και θα αναγκάσουν αυτούς που δεν πληρώνουν να πληρώσουν μερίδιο στην κρίση.

Βεβαίως, δύο φορές επανέλαβε ότι η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων πρέπει να έχει την κοινωνική συναίνεση «για να ολοκληρώσουμε μια διαδικασία δημοσιονομικής προσαρμογής, ταυτόχρονα όμως και διεύρυνσης της κοινωνικής δικαιοσύνης».

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Αλέξης Τσίπρας επικαλέστηκε στοιχεία που προέκυψαν από την πρόσφατη έρευνα του γερμανικού ιδρύματος Χανς Μπέκλερ, σύμφωνα με την οποία τα εισοδήματα των φτωχότερων στρωμάτων μειώθηκαν κατά 86% και τα εισοδήματα των πλουσιότερων κατά 16%, ενώ οι φόροι στα φτωχότερα στρώματα αυξήθηκαν κατά 337% και στα πλουσιότερα μόνο κατά 9%.

Η SIEMENS. Επίσης καθόλου τυχαία ο έλληνας Πρωθυπουργός έθεσε ενώπιον της Ανγκελα Μέρκελ το θέμα της Siemens, ζητώντας τη συνδρομή της γερμανικής κυβέρνησης κυρίως από τις δικαστικές Αρχές ώστε να υπάρξει και να αποδοθεί δικαιοσύνη σε σχέση με τα πεπραγμένα του γερμανικού κολοσσού στην Ελλάδα τις προηγούμενες δεκαετίες. Πάντως για το συγκεκριμένο θέμα η καγκελάριος δεν είπε κουβέντα, σε αντίθεση με το θέμα των γερμανικών επανορθώσεων για το οποίο ίσως για πρώτη φορά εμφανίστηκε θετική στο να παραμείνει ανοιχτό και να δημιουργηθεί στο μέλλον ένα Ταμείο. Διευκρίνισε πάντως ότι δεν ελήφθη καμία απόφαση.

Σήμερα ο Αλέξης Τσίπρας θα επισκεφθεί στο Βερολίνο το Μνημείο του Ολοκαυτώματος, σε μια συμβολική κίνηση που έρχεται ως συνέχεια της κατάθεσης στεφάνου που έκανε στο μνημείο πεσόντων στην Καισαριανή ως πρώτη πράξη μετά την ορκωμοσία του ως Πρωθυπουργού.