Η Ταινιοθήκη της Ελλάδος είναι για το 2015 το τιμώμενο κινηματογραφικό αρχείο του 37oυ Διεθνούς Φε­στιβάλ Ντοκιμαντέρ «Cinéma du réel» που διοργανώνει το φημισμένο Κέντρο Πομπιντού, από τις 19 έως τις 29 Μαρτίου, στο Παρίσι.

Για τρίτη συνεχόμενη χρονιά το «Cinéma du réel» αφιερώνει ειδική θεματική ενότητα σε ταινιοθήκες που αγωνίζονται κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες να διασώσουν την εθνική κινηματογραφική κληρονομιά τους και ασχολούνται με τη συντήρηση, την ψηφιοποίηση και τη διανομή της εθνικής κινηματογραφικής παραγωγής.

Το 2013 το φεστιβάλ είχε τιμήσει την Ταινιοθήκη της Χιλής και το 2014 την Ταινιοθήκη της Πορτογαλίας.

Στο πλαίσιο του αφιερώματος με τίτλο «Μία ιστορία σε εικόνες: FOCUS στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος» το έργο της Ταινιοθήκης ως επίσημου φορέα διαφύλαξης της ελληνικής οπτικοακουστικής κληρονομιάς αλλά και σύγχρονης εστίας κινηματογραφοφιλίας, αναδεικνύεται μέσα από ένα πρόγραμμα όπου το ελληνικό ντοκιμαντέρ έχει την τιμητική του.

Θα προβληθούν 11 ελληνικά ντοκιμαντέρ, μία ταινία μικρού μήκους και η παλαιότερη σωζόμενη ταινία της συλλογής.

Στα διαμάντια της κινηματογραφικής συλλογής της Ταινιοθήκης της Ελλάδος συγκαταλέγονται οι ταινίες: «Οι περιπέτειες του Βιλάρ» (Ζόζεφ Χεπ, 1924), «Οι εκατό ώρες του Μάη» (Φώτος Λαμπρινός, Δήμος Θέος, 1960), «Μοναστηράκι» (Γκαίη Αγγελή, 1976) και «Αθήνα ή τρεις επισκέψεις στην Ακρόπολη» (Θόδωρος Αγγελόπουλος, 1983) και τα πολιτικά ντοκιμαντέρ «Μέγαρα» (Γιώργος Τσεμπερόπουλος, Σάκης Μανιάτης 1974), «Μπέττυ» (Δημήτρης Σταύρακας, 1979), «To γελεκάκι» (Ίρις Ζαχμανίδη, 1976).

Επίσης, θα προβληθούν οι ταινίες που αφορούν τη βιομηχανία και τη μετανάστευση «Γράμμα από το Σαρλερουά» (Λάμπρος Λιαρόπουλος, 1965), «Αλουμίνιον της Ελλάδος» (Ρούσσος Κούνδουρος, 1965), «Πρώτη ύλη» (Χρήστος Καρακέπελης, 2011), τα «Ημερολόγια αμνησίας» (Στέλλα Θεοδωράκη, 2012) και οι δύο ταινίες του Ροβήρου Μανθούλη «Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος» (1997) και «Η δικτατορία των Ελλήνων Συνταγματαρχών» (1998).

«Η επιλογή ταινιών από τη συλλογή της Ταινιοθήκης της Ελλάδος καλύπτει τη χρονική περίοδο από το 1924 έως το 2012. Αντανακλά τη δημιουργία και εξέλιξη του αρχείου, ξεκινώντας από μία ενθουσιώδη ομάδα, τη δεκαετία του ’50, με πρωτεργάτρια την Αγλαΐα Μητροπούλου, μέντορας της οποίας υπήρξε ο Ανρί Λανγλουά και φτάνοντας στη νομοθετική αναγνώρισή της μόλις τον Δεκέμβριο του 2014 ως επίσημου φορέα διαφύλαξης της κινηματογραφικής κληρονομιάς, αναθέτοντάς της την υποχρεωτική κατάθεση (dépôt légal)» σημειώνει η γενική γραμματέας του ΔΣ της Ταινιοθήκης, Μαρία Κομνηνού.

Με αφορμή το αφιέρωμα στο Παρίσι, η κ. Κομνηνού επισημαίνει «τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετώπισε το Αρχείο λόγω της έλλειψης σταθερής κρατικής πολιτικής για τη διαφύλαξη της οπτικοακουστικής κληρονομιάς, από τις εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις».

«Το αρχείο της Ταινιοθήκης κατάφερε να διατηρήσει και διαφυλάξει μία μεγάλη συλλογή από ελληνικά ντοκιμαντέρ, τα επίκαιρα της βωβής περιόδου και πολλά από την περίοδο του ομιλούντος, ειδικότερα από το 1960-2012. Η βωβή ταινία «Οι περιπέτειες του Βιλλάρ» (1924) αποτελεί έναν από τους θησαυρούς της αρχικής συλλογής, λόγω της μοναδικής κινηματογραφικής καταγραφής και απεικόνισης της Αθήνας της δεκαετίας του ’20» προσθέτει.

Αναφερόμενη στις άλλες ταινίες του αφιερώματος που επιφυλάσει το φεστιβάλ, η γγ της Ταινιοθήκης της Ελλάδος τονίζει: «Στη δεκαετία του ’60 πολλοί ταλαντούχοι κινηματογραφιστές, όπως οι Δήμος Θέος, Φώτος Λαμπρινός, Κώστας Σφήκας, Ρούσσος Κούνδουρος, Λάμπρος Λιαρόπουλος, Ροβήρος Μανθούλης, κάνουν τα πρώτα τους βήματα στο ντοκιμαντέρ.

Σύμφωνα με τον Νίκο Κολοβό αναπτύσσουν ένα νέο ύφος συλλογικού έργου, μία νέα κοινωνική συνείδηση προς τα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα που προαναγγέλουν την εμφάνιση του δεύτερου κύματος ελλήνων σκηνοθετών-δημιουργών (cinéma d’ auteur) που ονομάστηκε Νέος Ελληνικός Κινηματογράφος (ΝΕΚ). Η πολιτική καταπίεση («Οι εκατό ώρες του Μάη» 1960), η μαζική μετανάστευση Ελλήνων εργατών προς τη Δυτική Ευρώπη («Γράμμα από το Σαρλερουά» 1965), η εκβιομηχάνιση («Αλουμίνιον της Ελλάδος» 1965) είναι οι θεματικές με τις οποίες καταπιάνεται η νέα αυτή γενιά κινηματογραφιστών.

Πολλά από αυτά τα ντοκιμαντέρ δωρίστηκαν στην Ταινιοθήκη, εμπλουτίζοντας κατά αυτόν τον τρόπο τη συλλογή της. Κατά την περίοδο της Δικτατορίας (1967-74) μία νέα γενιά κινηματογραφιστών στρέφεται στον κινηματογράφο, φιλοδοξώντας να συνδυάσει την πολιτική διαμαρτυρία με την καλλιτεχνική καινοτομία. Η κινηματογράφηση γίνεται πιο περίτεχνη και οι επιρροές των Ζαν Λυκ Γκοντάρ, Κρις Μαρκέρ ή Σολάνας, τις ταινίες των οποίων παρακολουθούν στην Ταινιοθήκη της Κανάρη, γίνονται έμπνευση ώστε να χρησιμοποιήσουν την κάμερά τους ως όπλο.

Ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος και ο Σάκης Μανιάτης κινηματογραφούν για μήνες την κινητοποίηση των ελαιοπαραγωγών που απαλλοτριώθηκαν αναγκαστικά τα κτήματά τους στα Μέγαρα, πετυχαίνοντας έναν άθλο («Μέ­γαρα» 1974).

Μετά την πτώση της Χούντας το ενδιαφέρον στρέφεται προς το πολιτικό ντοκιμαντέρ και την παρουσία γυναικών σκηνοθετών στον κινηματογράφο, όπως οι Ίρις Ζαχμανίδη με την ταινία «To γελεκάκι» 1976), έναν ποιητικό υπαινιγμό παλαιών παθών (cinéma d’ auteur) και νέων (φεμινιστικό κίνημα και σοσιαλιστική πολιτική) και Γκαίη Αγγελή, η οποία με μία φρέσκια και ποιητική ματιά αποφεύγει την παγίδα της φολκλορικής απεικόνισης στο «Μοναστηράκι» (1976).

Ο Δημήτρης Σταύρακας γυρίζει τη «Μπέττυ» (1979), το πορτραίτο μίας Αθηναίας τραβεστί, αποφεύγοντας όλες τις παγίδες της φτηνής ηδονοβλεψίας και συμβολίζοντας το τέλος του φόβου για την ομοφυλοφιλική κοινότητα στην Αθήνα.

Ο κορυφαίος εκπρόσωπος του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου ήταν ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος. Το 1983 θα γυρίσει το «Αθήνα ή τρεις επισκέψεις στην Ακρόπολη». Στο μοναδικό οπτικό του ύφος ενορχηστρώνει ένα λυρικό ποίημα που επεξεργάζεται κείμενα και εικόνες για την Αθήνα, αντλώντας έμπνευση από τον βραβευμένο με Νόμπελ Γιώργο Σεφέρη, τον ζωγράφο Γιάννη Τσαρούχη, τον συνθέτη Μάνο Χατζηδάκι και τον σκηνοθέτη Μιχάλη Κακογιάννη.

Ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος, ο οποίος εξελέγη το 2009 πρόεδρος της Γενικής Συνέλευσης της Ταινιοθήκης, αγωνίστηκε για την εξασφάλιση των κρατικών κονδυλίων, τα οποία θα εξασφάλιζαν στην Ταινιοθήκη την επέκταση του ρόλου της στη διαφύλαξη της ελληνικής κινηματογραφικής κληρονομιάς.

Το 2009, η Ταινιοθήκη της Ελλάδος μετακόμισε στις νέες εγκαταστάσεις της στον Κεραμεικό και αφιερώθηκε στην επιτυχή υλοποίηση της αποστολής της ως ψηφιακή βιβλιοθήκη, Μουσείο Κινηματογράφου και εστία ανάπτυξης μίας νέας κινηματογραφοφιλίας.

Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε ως εκ τούτου στην προβολή ντοκιμαντέρ, καθώς και τη διοργάνωση ανοιχτών στο κοινό συζητήσεων.

Οι νέες ψηφιακές τεχνολογίες επιτρέπουν, πλέον, στους ίδιους τους δημιουργούς να ενεργούν ως αρχειοθέτες και ιστορικοί: η Στέλλα Θεοδωράκη στα «Ημερολόγια αμνησίας» (2012) συνδυάζει όλα όσα ο Ντεριντά έχει αποκαλέσει «πυρετό του αρχείου» συνυφαίνοντας καταγεγραμμένες αναμνήσεις και νέο υλικό, τόσο από ιδιωτικές, όσο και από δημόσιες εκδηλώσεις στην Αθήνα σμιλεύοντας τον χρόνο.

Ο Χρήστος Καρακέπελης στην «Πρώτη ύλη» (2011) επί έξι χρόνια καταγράφει πώς μετανάστες και Ρομά συλλέγουν μέταλλο και ενώ ζουν περιθωριακά αυτοί που το εκμεταλλεύονται πραγματοποιούν τεράστια κέρδη».