Φλασμπάκ στην κοσμική και γενικότερα κοινωνική ζωή της Αθήνας κάνουν δύο αστοί μπον βιβέρ που έζησαν τα γεγονότα πίσω από τις κλειστές πόρτες. Βασιλικές αυλές, Ιππόδρομος και… Μελίνα Μερκούρη.

Δύο εστέτ φίλοι, περσόνες της αθηναϊκής ζωής, συναντιούνται για καιρό. Γράφουν και σβήνουν, απομαγνητοφωνούν, θυμούνται, γελούν και συγκινούνται. Και μέσα από τη σύνθεση των δύο αφηγήσεων προκύπτουν 975 σελίδες χωρίς το φωτογραφικό επίμετρο. Ο ένας, ο Ευγένιος Πιέρρης, είναι από την Κέρκυρα. Ο άλλος, ο Μάκης Φωκάς, είναι από την Κεφαλονιά. Παππούδες σήμερα και οι δύο, συναποφασίζουν να φτιάξουν αυτό το μεγάλο κείμενο που πήρε τη μορφή μιας εξαίρετης έκδοσης – εντάσσεται στη σειρά βιβλίων της Φερενίκης με τίτλο «Χρονογραφήματα» – με εξώφυλλο την παλιά πόλη της Κέρκυρας σε φωτογραφία Βλάση Τσώνου και με ζωντανή και ρέουσα την αφήγηση δύο φίλων που διέτρεξαν μια ωραία ζωή και ένιωσαν πως θα μπορούσαν να την αφηγηθούν.

Τι ενδιαφέρει όμως η ζωή δύο αστών; Η απάντηση έρχεται από την ίδια την επιστήμη της Ιστορίας που τελευταία αποκρυσταλλώνει με μαζικό και οργανωμένο τρόπο την τάση της μικρο-ιστορίας, της προφορικής ιστορίας και της προσωπικής μαρτυρίας ως τεκμήριο συλλογικής μνήμης.

Και οι Πιέρρης και Φωκάς κάνουν στο γλαφυρό παραμύθι της ζωής τους κάτι ακόμη πιο σημαντικό: Εντάσσουν τις προσωπικές τους πορείες μέσα στον χρόνο και τον χώρο, σκιαγραφώντας ταυτόχρονα τον καμβά των ιστορικών και κοινωνικών γεγονότων που «έτρεχαν» παράλληλα με εκείνους (από τα Δεκεμβριανά μέχρι τη δικτατορία ’67-’74 και τη Μεταπολίτευση).

Θα χρειαστεί βέβαια για τις ανάγκες ετούτου του σημειώματος να πούμε πως οι οικογένειες Πιέρρη και Φωκά ανήκουν στις παλιές αριστοκρατικές φαμίλιες της Επτανήσου (πολλές τέτοιες ιστορίες έχει καταγράψει ο γενεαλόγος Ευγένιος Ρίζος – Ραγκαβής με λεπτομερή τρόπο). Και άρα το παρόν βιβλίο με τίτλο «Γιατί ήμουν εγώ, γιατί ήταν εκείνος» αποτελεί τη συνέχεια υπό μία έννοια και εκείνης της καταγραφής του αριστοκρατικού γένους (που υπήρξε στην Ελλάδα παρ’ όλες τις κοινωνικές ιδιομορφίες και την καθυστερημένη αστική ολοκλήρωση).

Εξοπλισμένοι και οι δύο με πολύ καλές σπουδές, γεννημένοι σε ταραγμένες εποχές (ο Μάκης το 1941 και ο Ευγένιος το 1945) και έχοντας πρόσληψη των πρώτων εικόνων της ζωής τους μέσα στην Κατοχή και στον Εμφύλιο (εδώ θα διαβάσετε σπαρταριστές ιστορίες με κλεφτοπόλεμο κομμουνιστών – εθνικοφρόνων μπροστά στα μάτια τους ή σφαίρες που έπεφταν πάνω από τα κεφάλια τους) διέτρεξαν μια ζωή μπον βιβέρ και με το σαξές στόρι του ο καθένας από τη μεριά του.

Θα παραθέσω μια μικρή ιστορία από το βιβλίο που αναβιώνει την ατμόσφαιρα μιας ολόκληρης εποχής: Ενα φθινοπωρινό βράδυ Σαββάτου του 1958, ο Νίκος Φωκάς και ο γιος του Μάκης (συσσυγγραφέας του βιβλίου που παρουσιάζουμε) μπήκαν στο κοσμικό κέντρο Τζάκι στην οδό Μουρούζη. Αστέρια εδώ ήταν ο κονφερανσιέ Βάσος Σεϊτανίδης, η εξ Αιγύπτου τραγουδίστρια και ηθοποιός Σούλη Σαμπάχ, ο άνδρας της και γνωστός ηθοποιός Δημήτρης Νικολαΐδης και άλλοι. Στο διπλανό τραπέζι τα δύο ζευγάρια και ο μικρός μπόμπιρας με την μπλε γραβάτα ήταν γνωστοί στην τότε κοινωνική ζωή: το ένα ζευγάρι ήταν ο πολιτικός Γιώργος Μαύρος με τη γυναίκα του και το άλλο οι φίλοι τους Σπύρος και Απη Πιέρρη. Ο νεαρούλης με τη γραβάτα ήταν ο γιος τους Ευγένιος. Η ζωή τα έφερε έτσι ώστε οι δύο πιτσιρικάδες της ιστορίας μας να έχουν καταθέσει σήμερα το βιβλίο αναμνήσεων που περιγράφουμε. Και κάτι ακόμη: Η κάπως άχαρη αλλά καλλίφωνη τραγουδίστρια που εκείνο το βράδυ εμφανίστηκε στο κέντρο ήταν η Νάνα Μούσχουρη. Και η κυρία που την αντικατέστησε ύστερα από μερικούς μήνες ήταν η Τζένη Βάνου.

Θα ήμασταν άδικοι βέβαια αν περιγράφαμε απλά το ογκώδες χρονογραφικό πόνημα των Πιέρρη και Φωκά ως μια αναβίωση μιας ολόκληρης μεταπολεμικής εποχής και μέχρι σήμερα. Θα μπορούσαμε να πούμε πως έχουμε να κάνουμε με ένα φλασμπάκ, όπου περνάνε εικόνες του παλιού Κολωνακίου με το καφέ Βυζάντιο και τον περίφημο σερβιτόρο Μπάμπη, εικόνες μιας υψηλής κοσμικής ζωής της οποίας οι δύο συγγραφείς υπήρξαν κοινωνοί (και ταξικά), όπως η ετήσια δεξίωση του αυλάρχη Δημήτρη Λεβίδη και της γυναίκας του Τούλας Μπότση στο αρχοντικό τους στο Χαρβάτι, εικόνες από ταξίδια στο εξωτερικό, από τον Ιππόδρομο, από έρωτες, τον Στρατό, ακόμη κι από τα πρώτα χρόνια του ραδιοφωνικού σταθμού Αθήνα 984 με τον οποίο συνεργάστηκε ο επιχειρηματίας Μάκης Φωκάς (ανάμεσα σε όλες τις άλλες του ενασχολήσεις). Εικόνες μιας ολοκληρωμένης αστικότητας, σελίδες που «ρουφάς» πυρετικά και από τις οποίες αναδύονται πρόσωπα όπως αυτό του αξιωματικού του Πολεμικού Ναυτικού και μπον βιβέρ Πύρρου Σπυρομήλιου (το 1959 ανέλαβε τη διεύθυνση του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας) που ερωτεύθηκε σφόδρα τη Μελίνα Μερκούρη και κάποτε, παραβαίνοντας κάθε νόμο, πήρε ένα πλοίο και το οδήγησε στη Μασσαλία για να είναι κοντά στη σταρ!

Μια ακόμη σπαρταριστή πληροφορία που αλιεύουμε από το πολυσέλιδο χρονογράφημα είναι οι διαμαρτυρίες των κομμωτών Ελλάδος για το γεγονός πως θα γινόταν μετάκληση παριζιάνου κομμωτή για να χτενίσει τους γαλαζοαίματους επισκέπτες του γάμου της πριγκίπισσας Σοφίας και του διεκδικητή τότε του ισπανικού θρόνου Δον Χουάν (Κάρλος) που λάμβανε χώρα στην Αθήνα και η επίσημη απάντηση του υπουργείου Εργασίας. Προσθέστε πως στον εν λόγω γάμο ο Μάκης του βιβλίου μας, που θα συνόδευε τον δούκα και τη δούκισσα Σαβοΐας και Γένοβας Μπραγκάντζα και την κόρη τους, στην πορεία κατάλαβε πως ο «δούκας» ήταν ιδιοκτήτης ενός σταθμού αυτοκινήτων στο Σάο Πάολο και το όνειρό του ήταν να παντρέψει την όμορφη θυγατέρα του…