Στον ξαφνικό θάνατο επιχειρήσεων και ελεύθερων επαγγελματιών που εντοπίζονται να φοροδιαφεύγουν, μέσω της αναστολής ή της απενεργοποίησης του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου τους, θα προχωρά η Εφορία.

Το μέτρο αυτό, που ισοδυναμεί με το πάγωμα όλων των συναλλαγών της επιχείρησης ή του επαγγελματία στους οποίους θα επιβάλλεται, προβλέπεται σε διάταξη που περιλαμβάνεται σε νομοσχέδιο του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης το οποίο τέθηκε χθες σε δημόσια διαβούλευση. Πρόκειται για ρύθμιση η οποία, όπως διευκρινιζόταν χθες από το υπουργείο Οικονομικών, αποτελεί σύσταση του ΟΟΣΑ και στοχεύει στο να επιβληθεί ένα καίριο πλήγμα στη φοροδιαφυγή.

Συγκεκριμένα, όπως προβλέπει το σχετικό άρθρο του νομοσχεδίου, «η φορολογική διοίκηση δύναται να αναστέλλει τη χρήση Αριθμού Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ) ή να προβαίνει σε απενεργοποίηση αυτού εάν υφίστανται αντικειμενικά στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι ο φορολογούμενος έχει παύσει να ασκεί οικονομική δραστηριότητα ή ότι διαπράττει φοροδιαφυγή ή άλλο αδίκημα».

Ωστόσο ο φορολογούμενος, όπως διευκρινίζεται στο σχετικό άρθρο, θα έχει κάθε δικαίωμα να αποδείξει ότι δεν έχει υποπέσει σε παραβατική συμπεριφορά, δηλαδή ότι φοροδιαφεύγει, πριν του επιβληθεί το μέτρο.

Προκειμένου μάλιστα να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα του μέτρου, όπως σημειώνουν παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών, θα προχωρήσουν άμεσα στη διαγραφή ανενεργών ΑΦΜ και επιχειρήσεων από το μητρώο.

ΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ. Η διάταξη δεν προβλέπει σε ποιες περιπτώσεις διάπραξης του αδικήματος της φοροδιαφυγής θα εφαρμόζεται το μέτρο. Αυτό, σύμφωνα με πληροφορίες, θα προβλέπεται σε απόφαση της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων με την οποία θα καθορίζονται τα κριτήρια και οι περιπτώσεις φοροδιαφυγής στις οποίες θα εφαρμόζεται το μέτρο.

Οπως επίσης διευκρινιζόταν από το υπουργείο Οικονομικών, το μέτρο δεν θα έχει αναδρομική ισχύ και θα αφορά μόνο περιπτώσεις φοροδιαφυγής που θα εντοπιστούν μετά την ψήφιση του νόμου.

Πάντως, σύμφωνα με τον ισχύοντα Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών, ως φοροδιαφυγή θεωρείται μεταξύ άλλων η απόκρυψη καθαρών εισοδημάτων από οποιαδήποτε πηγή και η μη καταβολή ποσού φόρου τουλάχιστον 10.000 ευρώ ανά φορολογικό έτος, εφόσον πρόκειται για φυσικά πρόσωπα ή υπόχρεους τήρησης απλογραφικών βιβλίων, και τουλάχιστον 60.000 ευρώ για υπόχρεους τήρησης διπλογραφικών βιβλίων.

Επίσης η μη έκδοση ή η ανακριβής έκδοση παραστατικών στοιχείων, εφόσον η συνολική αποκρυβείσα αξία ανέρχεται σε τουλάχιστον 5.000 ευρώ.