«Σε περίπτωση σύλληψης πάντως οι ποινές δεν ήταν αυστηρές. Μετά από ιταμές ή απλώς ενοχλητικές επιπλήξεις (Α, εσείς οι Ελληνες…) έγραφαν το όνομά σου σε μια ειδική λίστα, πλήρωνες το ή τα βιβλία, τα έπαιρνες υπό μάλης και έφευγες λιγάκι ξεπουπουλιασμένος. Φυσικά στην περίπτωση που είχες πάνω σου τρία ή τέσσερα βιβλία (η δική μου επίδοση έφτανε τα έντεκα: οι οκτώ τόμοι του Ηρόδοτου και οι τρεις του Σουητώνιου…) η κατάσταση παρουσιαζόταν άκρως σοβαρή. Σε μια τέτοια σύλληψη έναν φίλο τον ανέκριναν κανονικά στην αστυνομία και μόλις που γλίτωσε την παραπομπή σε τακτική δίκη».

Το παραπάνω απόσπασμα που μόλις διαβάσατε είναι κομμάτι μιας ρέουσας εξομολόγησης ενός λοξού, ευφυούς, ευρυμαθούς συγγραφέα και μεταφραστή που από την περασμένη Παρασκευή δεν είναι πια εδώ καθώς άφησε την τελευταία του πνοή στα 67 του χρόνια: του Κωστή Παπαγιώργη.

ΚΛΕΦΤΗΣ ΒΙΒΛΙΩΝ. Ηταν η δική του πένα, η δική του ματιά που μπορούσε να μεταπλάσει ακόμη και την παραβατικότητα (της κλοπής βιβλίων) σε κείμενο υψηλής θερμοκρασίας. Ηταν ο ίδιος εξάλλου που εξομολογούνταν στο βιβλίο του «Σιαμαία και ετεροθαλή» πως είχε «απαλλοτριώσει» μέσα σε μια επταετία (1968-1976) από τα βιβλιοπωλεία του Παρισιού πάνω από 10.000 τόμους. Και κλεισμένος σε μια σοφίτα, φοιτητής Φιλοσοφίας στη Βενσέν στην Πόλη του Φωτός (έχοντας πρώτα πάρει τρελόχαρτο από τον Στρατό και παρατώντας τη Νομική Θεσσαλονίκης) διάβασε Χάιντεγκερ, Χέγκελ, Πλάτωνα βάζοντας τους αρμούς μιας σπάνιας και αξιοζήλευτης καλλιέργειας που με τη σειρά της και με μια αλληλουχία βιωμάτων, παθών, ξενυχτιών, ερώτων, ποτού (τόσου ποτού που παραλίγο να του κοστίσει τη ζωή πριν από τα σαράντα του) εξέβαλε σε μια πλειάδα δοκιμίων που τάραξαν τα νερά της συγγραφικής λίμνης και του έδωσαν την κορυφαία θέση του δοκιμιογράφου.

Το «Περί μέθης» έμοιαζε με τον ύστατο αποχαιρετισμό του στην εποχή που έπινε στα σκυλάδικα ή στα μπαρ των Εξαρχείων και της οδού Καλλιδρομίου. Το «Σύνδρομο αγοραφοβίας» είναι ένα δοκίμιο για μια ασθένεια που βασάνιζε και τον ίδιον.

Το «Γεια σου Ασημάκη» είναι μια πυκνή προσωπογραφία του φίλου του κινηματογραφιστή, κριτικού και συγγραφέα Χρήστου Βακαλόπουλου και ταυτοχρόνως μια τοιχογραφία της μεταπολιτευτικής κοινωνίας των μπαρ, του στοχασμού, των εργένηδων και της προφορικότητας. Βεβαίως στα «Περί συμπάθειας», «Περί μνήμης» και «Ιμερος και κλινοπάλη» μίλησε για τα πάθη του έρωτα ενώ στα «Καπάκια» φώτισε τα ντιλ των οπλαρχηγών το 1821.

Βαθύς γνώστης και μελετητής του Ντοστογιέφσκι (πρωτοδιάβασε τον «Εφηβο» πιτσιρικάς και τον λάτρεψε για πάντα) έγραψε δοκίμιο για τον μέγα Ρώσο, για τον αγαπημένο του Παπαδιαμάντη («Αλέξανδρος Αδαμαντίου Εμμανουήλ») και για τον Κανέλλο Δεληγιάννη (το 2012 τιμήθηκε για το εν λόγω πόνημα με το Λογοτεχνικό Κρατικό Βραβείο Μαρτυρίας – Χρονικού) ενώ κινήθηκε αέρινα και ουσιαστικά ανάμεσα στον Χέγκελ, τον Νίτσε και τον Ακη Πάνου.

ΜΕΤΡ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ. Ο Παπαγιώργης (γεννήθηκε στο Νεοχώρι Υπάτης το 1947) ήταν ένας μετρ της γραφής, βιωματικός συγγραφέας, ρέκτης της παρατήρησης και με βαθιά καλλιέργεια που συνδύαζε τον Χάιντεγκερ, τη λατρεία για το ποδόσφαιρο (φανατικός του Παναθηναϊκού και για χρόνια θαμώνας της Θύρας 13) και τα σκυλάδικα, των οποίων υπήρξε επίσης θαμώνας, με την πειθαρχία της μελέτης και του γραψίματος ως μάχιμος επιφυλλιδογράφος στον Τύπο.

Τα βιβλία του, πυρετικά χρονικά ενός οξυδερκούς μυαλού (διαβάστε και ξαναδιαβάστε το «Ζώντες και τεθνεώτες», τη μέγιστη συμβολή του στον πόνο της απώλειας) ήταν λες αντλημένα από το ορυχείο της πυκνής λοξής σκέψης, του βιώματος και της οξείας παρατήρησης, αυτής που του προικοδότησε η χρόνια σπουδή του στα στασίδια των μπαρ και των καφενείων.

Ο Κωστής Παπαγιώργης υπήρξε ένας λοξός διανοούμενος, ένας πρωτότυπος στοχαστής που αφήνει ένα μεγάλο κενό στη μεταπολιτευτική και σύγχρονη δοκιμιογραφία γιατί ακριβώς ακόνιζε το εκφραστικό του μαχαίρι εκ νέου και καταδυόταν στο κάθε φορά θέμα του με λοξή σκέψη, εξαντλητική μελέτη, πυκνή γλώσσα και ζηλευτό μεράκι.

INFO

Η κηδεία του θα γίνει σήμερα στις 16.00 από το Νεκροταφείο Χαλανδρίου

ΓΙΑ ΤΟ ΔΟΚΙΜΙΟ

«Φέρνει πνευματική ενηλικίωση»

Στην περίπτωση του Κωστή Παπαγιώργη επιβεβαιώνονταν τα ίδια τα δικά του λόγια στη μονογραφία του που επιμελήθηκε ο Κωνσταντίνος Αν. Θέμελης: «Σαν κράμα λογοτεχνίας και σκέψης, το δοκίμιο μπορεί να φέρει μια πνευματική ενηλικίωση που την έχουμε όλοι ανάγκη» («Η Ανάποδη των Ανθρώπων», εκδ. Ινδικτος). Και ο Παπαγιώργης τόλμησε να γράψει καταρχάς για τα πάθη του, τις αγάπες του, τις περιπέτειές του αλλά με εκείνο τον ζηλευτό τρόπο που κατόρθωνε να μεταπλάθει το ιδιοσυγκρασιακό σε κάτι που αφορά τους πάντες.