Ηταν η Νέμεσις ενός διάσημου οικονομικού εγκληματία της δεκαετίας του 1990. Επί χρόνια παρακολουθούσε τις δραστηριότητες του Τζόρνταν Μπέλφορτ που του απέφεραν τεράστια κέρδη, τα οποία τροφοδοτούσαν έναν έξαλλο τρόπο ζωής. Η ταινία του Σκορσέζε έκανε ήρωα έναν πράκτορα του FBI που ακολούθησε την πορεία τού βρώμικου χρήματος στην Ελβετία

Ο πραγματικός Λύκος της Γουόλ Στριτ, τον οποίο υποδύεται στην πρόσφατη ταινία του Σκορσέζε ο Λεονάρντο ντι Κάπριο, ήταν ο μεγαλοαπατεώνας Τζόρνταν Μπέλφορτ που κατόρθωσε να αρπάξει από επενδυτές περισσότερα από 200 εκατομμύρια δολάρια –και να τα ξοδέψει σε ναρκωτικά, πόρνες, ταξίδια και τρελά πάρτι όπου έβαζε νάνους να εκτοξεύονται από κανόνια. Οσο πραγματικός είναι ο Μπέλφορτ άλλο τόσο πραγματικός ήταν και ο πράκτορας του FBI που τον καταδίωκε επί έξι χρόνια και στο τέλος τον συνέλαβε: ο Γκρεγκ Κόλμαν, που θεωρείται πλέον διεθνώς αυθεντία στην εξιχνίαση περίπλοκων οικονομικών εγκλημάτων.

ΒΡΩΜΙΚΟ ΧΡΗΜΑ. Ο 54χρονος Κόλμαν εντάχθηκε στο FBI το 1989 και ήταν ένας εκ των ιδρυτικών στελεχών μιας ομάδας ειδικευμένης στις ασφαλιστικές απάτες και στο ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Για τον λόγο αυτόν ηγήθηκε και της μονάδας η οποία προσπάθησε να βγάλει άκρη με τις περίπλοκες δραστηριότητες του Τζόρνταν Μπέλφορτ. Ο ειδικός πράκτορας του FBI άρχισε να ερευνά τον Μπέλφορτ το 1992. «Τόσα χρόνια στο επάγγελμα, συνάντησα ανθρώπους που ήταν κακοί και έκαναν κακά πράγματα και άλλους που ήταν βασικά καλοί άνθρωποι αλλά έκαναν ένα λάθος που δεν πρόκειται να επαναλάβουν», λέει ο Κόλμαν. «Ο Μπέλφορτ ήταν πραγματικά κακός. Και παρότι υπάρχει από την πλευρά του μια προσπάθεια να δείξει ότι σωφρονίστηκε και άλλαξε, νομίζω ότι ακόμα χρειάζεται πολλή προσπάθεια. Μεταξύ των θυμάτων του υπήρχαν πολλά άτομα η ζωή των οποίων καταστράφηκε εντελώς από τις απάτες του». Ο ίδιος παρακολουθεί στενά ακόμα και σήμερα τις προσπάθειες του Μπέλφορτ να δείξει ότι έχει αλλάξει –και με τρόμο έμαθε, όπως λέει, ότι πέρυσι έδωσε μονοήμερα σεμινάρια «πωλήσεων και πειθούς» στην Αυστραλία, για τα οποία χρέωνε 5.000 δολάρια!

«Προσπαθεί να δώσει την εντύπωση ότι είναι ένας ειλικρινής τύπος που ξεπέρασε για λίγο τα όρια, όμως αυτό δεν ισχύει. Ο Μπέλφορτ ξυπνούσε κάθε μέρα, επτά ημέρες την εβδομάδα επί πολλά χρόνια και έλεγε: «Τι εγκλήματα να διαπράξω σήμερα;». Εψαχνε τρόπους να ξεγελάσει ανθρώπους σε καθημερινή βάση».

Το πολυτελές γιοτ, τα αυτοκίνητα, η σούπερ μόντελ σύζυγος και η περιουσία του Μπέλφορτ έχουν πλέον εξαφανιστεί. Στα σεμινάριά του διδάσκει μια τεχνική που ο ίδιος αποκαλεί «ευθεία γραμμή», έναν αριθμό προκαθορισμένων βημάτων από την πρώτη επαφή μέχρι το κλείσιμο της συμφωνίας. Είναι, παραδέχεται, το ίδιο σύστημα που δίδασκε και στους υπαλλήλους του στην εταιρεία Stratton Oakmont, προκειμένου να πιέσουν τους πελάτες να αγοράσουν μετοχές στις ανύπαρκτες εταιρείες που προωθούσε.

Ο Κόλμαν τα παρακολουθεί όλα αυτά με κρύα καρδιά. «Νομίζω ότι έχει μετανιώσει κατά το ήμισυ κι αυτό για δικούς του λόγους –δηλαδή για να πουλήσει τα βιβλία ή την ταινία του καλύτερα. Λέει ότι λυπάται για τα θύματά του αλλά ταυτόχρονα υποστηρίζει ότι μόνο το 5% της συμπεριφοράς του ήταν εγκληματικό».

Και τι έχει να πει άραγε για την ταινία; «Δεν αφορά τη δίωξή του, αλλά κυρίως την άνοδό του και τους νάνους που εκτόξευε από το κανόνι. Φοβάμαι ότι λανσάρεται ως γενικό σχόλιο για τα προβλήματα της κοινωνίας, όταν στην πραγματικότητα είναι μια άθλια ιστορία για κακούς ανθρώπους που δεν εκπροσωπούν καθόλου την κοινωνία».

Οταν ο Κόλμαν μαζί με τον δικαστή Τζόελ Κοέν άρχισαν να ερευνούν τον Μπέλφορτ το 1992, η εταιρεία του είχε ήδη δεχθεί μηνύσεις. Επί έξι χρόνια οι δύο άνδρες συνέλεγαν υπομονετικά στοιχεία –όμως η πίστη την οποία είχαν στον Μπέλφορτ οι καλοπληρωμένοι υπάλληλοί του δεν άφηνε τα στόματα να ανοίξουν.

Το κατάφεραν όταν ο Μπέλφορτ απελπίστηκε και άρχισε να στέλνει κρυφά χρήματα εκτός ΗΠΑ. Τα κεφάλαια κατέληξαν σε ελβετικούς τραπεζικούς λογαριασμούς όπου ξεπλένονταν –όμως το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος ήταν η ειδικότητα του Κόλμαν. «Το εργαλείο που χρησιμοποιήσαμε για να ανοίξουμε τους λογαριασμούς αυτούς ήταν η φοροδιαφυγή», εξηγεί. «Μπορέσαμε να βρούμε κάποιους μάρτυρες που τον βοηθούσαν να βγάλει τα χρήματα και μας μίλησαν για τη διαδικασία. Χρησιμοποιήσαμε αυτές τις πληροφορίες για να πάμε στις ελβετικές Αρχές και να τις πείσουμε να μας δώσουν πληροφορίες για τους τραπεζίτες που χρησιμοποιούσε ο Μπέλφορτ στη Γενεύη. Μας πήρε πολύ χρόνο, διότι η μυστικότητα στην Ελβετία ήταν ακόμα πολύ καλά προστατευμένη και έπρεπε να πείσουμε τις Αρχές ότι αυτού του είδους η συμπεριφορά ήταν κάτι για το οποίο άξιζε να τη σπάσουν. Τελικά, καταφέραμε να κάνουμε τον ελβετό τραπεζίτη του Μπέλφορτ να συνεργαστεί».

Με αδιάσειστα στοιχεία πλέον ο Μπέλφορτ συνελήφθη τον Σεπτέμβριο του 1998 και τελικά συμφώνησε να συνεργαστεί με την έρευνα, ενώ κατέβαλε 10 εκατομμύρια δολάρια για να αφεθεί προσωρινά ελεύθερος (το ποσό κατεβλήθη με τη μορφή πολύτιμων κοσμημάτων, τα οποία μεταφέρθηκαν στο δικαστήριο με ενισχυμένο όχημα ασφαλείας και τη συνοδεία πολλών φρουρών). Οι ικανότητες που έκαναν τον Μπέλφορτ τόσο καλό απατεώνα τον έκαναν και πολύ αποτελεσματικό μάρτυρα για την κυβέρνηση: τα στοιχεία που έδωσε χρησιμοποιήθηκαν σε πολλές άλλες διώξεις. Και ο Κόλμαν πιστώθηκε όλη την επιτυχία. Ο Μπέλφορτ καταδικάστηκε το 2004 σε τέσσερα χρόνια φυλάκιση, αλλά έμεινε μέσα μόνο 22 μήνες. Στη φυλακή όμως γνώρισε τον κωμικό Τόμι Τσονγκ που άκουσε τις ιστορίες του και τον έπεισε να τις γράψει σε βιβλίο. Το 2006, όταν αποφυλακίστηκε, πούλησε το βιβλίο στο Random House έναντι ενός εκατομμυρίου δολαρίων και ακολούθησαν αμέσως οι προτάσεις για ταινία.

ΠΕΡΙΖΗΤΗΤΟΣ ΣΕ ΣΥΝΕΔΡΙΑ. Ο Κόλμαν διατηρεί ακόμα επαφές με τον άνθρωπο που έκλεισε φυλακή. «Θέλω να του υπενθυμίζω διακριτικά ότι ακόμα τον παρακολουθώ», διευκρινίζει και αποκαλύπτει ότι του ζητήθηκε να δώσει συμβουλές για την ταινία, όπου τον υποδύεται ο ηθοποιός Κάιλ Τσάντλερ. «Η μόνη μου ανησυχία ήταν να είναι ρεαλιστική». Οσο για τις σχέσεις του με τον δικαστή Κοέν, δεν είναι τόσο καλές. «Στο βιβλίο που έγραψε και εκείνος για την υπόθεση, η περιγραφή του για μένα είναι καρικατούρα. Με χαρακτηρίζει «μπάσταρδο» τουλάχιστον 100 φορές».

Σήμερα ο Κόλμαν παραμένει μέλος της ίδιας μονάδας του FBI για τις ασφαλιστικές απάτες και το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Ομως οι επιτυχίες του –και βέβαια τώρα πλέον και η ταινία –τον κάνουν περιζήτητο σε συνέδρια που αφορούν την αντιμετώπιση τέτοιου είδους οικονομικών αδικημάτων σε όλον τον κόσμο. Δεν πληρώνεται βέβαια με 5.000 δολάρια που παίρνει ο Μπέλφορτ για τις δικές του συμβουλές, αλλά όλοι ξέρουν ότι το έγκλημα πληρώνει περισσότερο…