Η καριέρα και η ζωή της έχουν σφραγιστεί ανεξίτηλα από τη Σαν Πολ δε Μαρ, τη μικρή παραθαλάσσια πόλη όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε. Αν και αυτοδίδακτη, η καταλανή μαγείρισσα κατάφερε να κατακτήσει τον μεγαλύτερο τίτλο της γαστρονομίας για το 2014, είναι μάλιστα η μοναδική γυναίκα σεφ παγκοσμίως με συνολικά επτά αστέρια Michelin, τρία για το Sant Pau και από δύο για τα εστιατόριά της στη Βαρκελώνη και στο Τόκιο

Το Sant Pau είναι το πρώτο εστιατόριο που άνοιξε η Κάρμε στη Σαν Πολ δε Μαρ, μια μεσογειακή κωμόπολη ανάμεσα στη Βαρκελώνη και στη Χιρόνα, όπου γεννήθηκε το 1952. Εκεί βρίσκεται το σπίτι και καταφύγιό της, εκεί συνέβησαν επίσης όλα όσα καθόρισαν τη ζωή της μέχρι σήμερα και την οδήγησαν σε μια φιλοσοφία της κουζίνας που εμπνέεται από τα φρέσκα προϊόντα και την παράδοση της περιοχής.

Η Κάρμε Ρουσκαγέδα είναι μία από τις τέσσερις γυναίκες στον κόσμο που κατάφεραν, σε ένα ανδροκρατούμενο μέχρι στιγμής πεδίο, να κερδίσουν τρία αστέρα Michelin, δηλαδή την υψηλότερη διάκριση του οδηγού. (Οι άλλες τρεις είναι η Ισπανίδα Ελένα Αρθάκ, η Βρετανίδα Κλαρ Σμιθ και η Γαλλίδα Αν Σοφί Πικ). «Αλλά ακόμα δεν έχω φτάσει στην κορυφή», ήταν το πρώτο σχόλιο της Κάρμε όταν έμαθε τα νέα της απονομής –σαφής ένδειξη για την τελειομανία και την επιμονή της. Αυτά τα χαρακτηριστικά εξάλλου έδωσαν την τεράστια ώθηση στην καριέρα της, την οποία άρχισε από ένα παραδοσιακό κατάστημα τροφίμων για να φθάσει να διευθύνει ένα από τα καλύτερα εστιατόρια της Ευρώπης.

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΑΓΡΟΤΩΝ. Η Κάρμε είναι πολύ υπερήφανη για τη γαστρονομική παιδεία που κληρονόμησε από την οικογένειά της και τη θεωρεί ένα από τα «διαμάντια στο στέμμα της». «Εμαθα την τέχνη μου μεγαλώνοντας σε μια οικογένεια αγροτών και εμπόρων, για τους οποίους είχε πολύ μεγάλη σημασία η υψηλής ποιότητας εργασία και τα άριστα υλικά. Και διατηρώ πάντα ζωντανές τις αξίες τους», λέει στις συνεντεύξεις της η καταλανή σεφ και μιλάει με νοσταλγία για τα εδέσματα που σέρβιραν στο σπίτι της μαζί με το πρωινό και το απογευματινό τσάι,αλλά και για τα παραδοσιακά πιάτα της Καταλωνίας που έμαθε να τρώει από παιδί.

Ενα από τα πιο επιτυχημένα βιβλία της, άλλωστε, «Cocinar para ser feliz» («Μαγειρεύω για να είμαι ευτυχής») είναι αφιερωμένο στους γονείς της, τον Ραμόν και τη Νούρια, τους οποίους ευχαριστεί για τη «γαστρονομική κληρονομιά» που της άφησαν, «γεμάτη σεβασμό για την παράδοση αλλά και φρεσκάδα». Ανκαι ήθελε να γίνει σχεδιάστρια κοσμημάτων, οι δικοί της την έπεισαν να παρακολουθήσει μαθήματα αλλαντοποιίας, κάτι που τελικά δεν της βγήκε σε κακό. Η καλλιτεχνική τάση της βρήκε διέξοδο σε πιάτα που θυμίζουν πραγματικά έργα τέχνης.

Το μαγείρεμα και η οικογένεια συμπορεύονται στη ζωή της από τηστιγμή που η Κάρμε και ο σύζυγός της Τόνι Μπαλάμ ανέλαβαν το μικρό κατάστημα τροφίμων των γονιών της. Σταδιακά τοζευγάρι κατάφερε να μετατρέψει το απλό μπακάλικο σε μοναδικό ντελικατέσεν, πουλώντας προϊόντα που έφτιαχναν οι ίδιοι όπως εκλεκτά αλλαντικά από χοιρινό κρέας και βαζάκια με φουαγκρά, καθώς επίσης φρούτα και λαχανικά από τα αγροκτήματα της περιοχής, ντόπια τυριά και κρασιά.

Σε αυτό το σκηνικό η Ρουσκαγέδα έκανε πράξη τη δημιουργικότητά της, εφευρίσκοντας συνεχώς νέες λιχουδιές που προκαλούσαν ευχάριστες εκπλήξεις στους τακτικούς πελάτεςτης. Σύντομα όμως ένιωσε την ανάγκη για περισσότερο χώρο. Χρειαζόταν ένα μέρος όπου θα μπορούσε να υλοποιεί πιο εύκολα τις γαστρονομικές ιδέες που γεννιούνται στο μυαλό της. Η ευκαιρία παρουσιάστηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν μπήκε πωλητήριο σε μια παλιά αγροικία με κήπο και θέα στη Μεσόγειο. Το 1988, λοιπόν, άνοιξε το Sant Pau και μαζί με τον Τόνι ξεκίνησαν μια γαστρονομική περιπέτεια, η οποία δύο δεκαετίες αργότερα επρόκειτο να φέρει στην επιχείρησή τρία αστέρια Michelin.

Η ύψιστη γαστρονομική αναγνώριση δόθηκε στο εστιατόριό της Κάρμε γιατί η σεφ του ειδικεύεται σε μοναδικούς συνδυασμούς λαχανικών και φρούτων με ψάρια και οστρακοειδή, που αξιοποιούν τη μέγιστη φρεσκάδα και όλη τη γεύση των προϊόντων της πατρίδας της. Η ίδια ορίζει το στυλ της ως «σπιτικό μαγείρεμα γιατί το διδάχτηκα από τους γονείς μου και από το περιβάλλον μου, στη συνέχεια πρόσθεσα τις δικές μου ιδέες και τις διδασκαλίες των μεγάλων ευρωπαίων σεφ».

Η σπουδαία καταλανή σεφ ξεχωρίζει εδώ και χρόνια στην ευρωπαϊκή γαστρονομική σκηνή, το αστέρι της όμως λάμπει πλέον και στην Απω Ανατολή. Σε μία από αυτές τις ευτυχείς συγκυρίες που φέρνει μερικές φορές η ζωή, μία ημέρα η Κάρμε δέχτηκε μια περίεργη προσφορά. Ενας ιάπωνας πελάτης του Sant Pau της πρότεινε να ανοίξουν στο Τόκιο ένα πανομοιότυπο του εστιατορίου της.

Της πήρε καιρό μέχρι να το αποφασίσει, αλλά τελικά το 2004 το εστιατόριο άνοιξε τις πόρτες του στην ιαπωνική πρωτεύουσα, με πολύ αυστηρές προδιαγραφές από την πλευρά της. Υπεύθυνοι είναι τρεις νέοι σεφ που εκπαιδεύονται από την ίδια, ενώ η Κάρμε αποφασίζει για την προέλευση και την ποιότητα των πρώτων υλών που χρησιμοποιούν.

Η Ρουσκαγέδα δημιουργεί, διακινδυνεύει και κερδίζει. Εχει απόλυτη πίστη στις δυνατότητες που προσφέρει η μαγειρική της και στην ποιότητα των προϊόντων που επιλέγει, τα περισσότερα από τα οποία προέρχονται από ντόπιους προμηθευτές. Και ό,τι παράγεται στην κουζίνα της φέρει την υπογραφή της. Οπως μάλιστα επιμένει, «έχει ελάχιστη σχέση με το γεγονός ότι είμαι γυναίκα ή ότι διαθέτω γυναικεία ευαισθησία. Το μαγείρεμα δεν είναι κάτι που δείχνει ποιο από τα δύο φύλα είναι πιο ισχυρό, αλλά ποιος σεφ προσφέρει την καλύτερη ποιότητα.»

ΓΕΥΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ. Η καταλανή μαγείρισσα είναι ευτυχισμένη που ζει στη μικρή πόλη όπου γεννήθηκε και έμαθε να απολαμβάνει τη γαστρονομία. Ανέκαθεν εξάλλου υποστήριζε τη σημασία της οικογένειας και την κληρονομιά που απέκτησε από τη δική της. Ηδη έχει περάσει τις γευστικές μνήμες της στα παιδιά της, τον Ραούλ και τη Νούρια, τα οποία εργάζονται μαζί με τους γονείς τους. Ετσι, η διαδικασία συνεχίζεται και ο οικογενειακός θησαυρός παραμένει σε ασφαλή χέρια.

Το φθινόπωρο του 2009, η ομάδα της Κάρμε Ρουσκαγέδα ανέλαβε το Mandarin Oriental, το πολυτελές εστιατόριο ένα νέου ξενοδοχείου στην κεντρική λεωφόρο Paseo de Gracia της Βαρκελώνης. Επικεφαλής είναι ο Ραούλ, ο γιος της καταλανής μαγείρισσας, πάντα βέβαια υπό την εποπτεία της μητέρας του. Την ίδια χρονιά, η Κάρμε που λατρεύει επίσης τους περίεργους συνδυασμούς με κρασιά, σε συνεργασία με το οινοποιείο Campo Viejo (DOCa Rioja), άρχισε να δημιουργεί μία σειρά από γκουρμέ προϊόντα με κρασί αυτής της ετικέτας. Μεταξύ των άλλων, την υπογραφή της φέρουν ένα πικάντικο σιρόπι με κρασί, μελιτζάνες, φράουλες, ροδάκινα, μοσχοκάρυδο και μαύρο πιπέρι από την Τζαμάικα, βαζάκια με γλυκόξινα αποξηραμένα φρούτα και κρασί και μια μαρμελάδα με καυτερές κόκκινες πιπεριές, κρασί, μαύρο πιπέρι και ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο.