Ξύλινες σβούρες και τσίγκινα αυτοκινητάκια, κουδουνίστρες και Ντενεκεδένιες κότες, αντικείμενα από το παρελθόν που για άλλους έμειναν απωθημένα στους πάγκους της Αιόλου και για άλλους αχώριστοι σύντροφοι, είναι οι πρωταγωνιστές στους καμβάδες του Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα, αλλά και στο πλήθος εκδηλώσεων που διοργανώνει ο Δήμος Αθηναίων για τα Χριστούγεννα.

«Παίζαμε βόλουςμε τονξάδελφό μουκαι για τούτοείχαμε διαλέξειτο μεσαίοχαλί που τα σχέδιά του έκαναν οχτάγωναγια να βάλουμε τους βόλους.Εκεί, απάνω στο παιχνίδι, έμεινα μερικέςστιγμές ακίνητος, κοιτάζονταςπροσεχτικά το χαλί. Και τότε μόνογεννήθηκε μέσα μου και σιγά-σιγάμού επιβλήθηκε η ιδέα ενός χρώματος. Τοχαλί όπου παίζαμε ήτανε κόκκινο», έλεγε ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας.

Οταν πια ο ζωγράφος και ακαδημαϊκός δεν μπορούσε να παίζει με τα πήλινα πουλάκια, τις Ντενεκεδένιες κότες, τα φιδάκια και τις κουδουνίστρες που κάποτε μάγευαν το βλέμμα του στους πάγκους της οδού Αιόλου, όλος εκείνος ο κόσμος της αθωότητας βρήκε καταφύγιο στους καμβάδες του, στα έργα εκείνα που τους έδωσε τον τίτλο «Λαϊκά Παιχνίδια». Και με «το σχέδιο και τα χρώματά του τα μεταμόρφωσε είτε σε πολύτιμα αντικείμενα είτε σε απλά παραδοσιακά παιχνίδια, που στα ανθρώπινα χέρια ξαναβρίσκουν την πρωταρχική τους ταπεινή ιδιότητα», σημειώνουν οι επιμελητές της έκθεσης Κωνσταντίνος Παπαχρίστου και Ιωάννα Μωραΐτη.

Τώρα ήρθε η στιγμή τα ταπεινά εκείνα παραδοσιακά παιχνίδια από τα σχέδια του ζωγράφου –γνωστά και άγνωστα από τη συλλογή της Πινακοθήκης Γκίκα και από ιδιωτικές συλλογές –να συναντήσουν τα πραγματικά μοντέλα, τα ίδια τα παιχνίδια. Παιχνίδια που κατάφεραν να επιβιώσουν στον χρόνο και προέρχονται από τη Συλλογή Παιχνιδιών και Παιδικής Ηλικίας του Μουσείου Μπενάκη, τα οποία προγραμματίζεται να στεγαστούν στην οικία Κουλούρα.

Και στο μικρό σαλονάκι, στο ισόγειο της Πινακοθήκης Χατζηκυριάκου-Γκίκα, θα εγκαινιάσουν από την Πέμπτη την πρώτη περιοδική έκθεση από τις δύο που προγραμματίζονται να «τρέχουν» κάθε χρόνο στην Πινακοθήκη –Μουσείο της Γενιάς του ’30. Και θα συνυπάρξουν προσφέροντας μια ξεχωριστή εικόνα νοσταλγίας σε όσους αγαπούν όχι μόνο την τέχνη αλλά και τους πρωταγωνιστές της παιδικής ηλικίας, μιας άλλης εποχής.

«Είχα μαλακά παιχνίδια, σκυλάκια από καουτσούκ κόκκινο με ένα κουμπί σκληρό από κάτω, στην κοιλιά, που άμα τα ζουλούσες φώναζαν, μπάλες άσπρες και χρωματιστές, παιχνίδια τριχωτά, αλογάκια με τα καπίστρια τους και λαγουδάκια που πηδούσαν στα πισινά τους», έλεγε ο από αστική οικογένεια καταγόμενος καλλιτέχνης, γεγονός που του επέτρεπε να έχει στα χέρια του όσα παιχνίδια για άλλα παιδιά δεν ήταν παρά όνειρο που έμενε στη βιτρίνα.

Αυτές οι βιτρίνες σε κάθετη διάταξη, λούνα παρκ και τοπία με χαρταετούς, από όπου λείπει ο ανθρώπινος παράγοντας, μαζί με μουσικά όργανα –φλογέρες, ντέφια ή τύμπανα –που έχουν αποδοθεί με τέτοιον τρόπο ώστε να νομίζει ο θεατής ότι μπορεί να τα ακούσει να παίζουν μελωδίες, πρωταγωνιστούν στα έργα του Χατζηκυριάκου-Γκίκα.

Από την άλλη όμως δεν λείπουν και τα άλλα παιχνίδια ή μουσικά όργανα, τα αυτοσχέδια από ξύλο και λαμαρίνα που συναντά κάποιος στο θεατρικό παιχνίδι του Καραγκιόζη και στα οποία, όπως ο ίδιος παραδεχόταν, είχε προτίμηση και τα μεταμόρφωνε με τη φαντασία του σε θησαυρό, «διότι η μανία όλων των παιδιών είναι να μαζεύουν οτιδήποτε: κουρέλια, κουτιά, σιδερικά, βαζάκια… Και μου φαίνεται πως προτιμούσα τέτοιου είδους πράγματα να μαζεύω παρά τίποτα ωραίο και έτοιμο, γιατί με διασκέδαζαν εκείνα ακριβώς τα πράγματα που μπορούσα να τα διορθώσω σύμφωνα με τη φαντασία μου και να πλάσω καινούρια».

Οι μικροί φιλότεχνοι θα μπορέσουν να γνωρίσουν τον κόσμο του Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα, αλλά και των παιχνιδιών του παρελθόντος μέσα από το χριστουγεννιάτικο εκπαιδευτικό πρόγραμμα στις 21 Δεκεμβρίου, ενώ από 9 Ιανουαρίου οι σχολικές ομάδες θα μπορούν να δουν την έκθεση, να ζωγραφίσουν και να παίξουν με έναν πίνακα παζλ.