Ο Νίκος Φώσκολος έφυγε στις 30 Οκτωβρίου σε ηλικία 88 ετών. Ήταν ο θεματοφύλακας του νόμου και της τάξης στο «Καλημέρα ζωή», αλλά παράλληλα «έβαζε και πολλή ψυχούλα» μέσα στην υπεράσπισή τους, τόσο που γινόταν προσωπική του υπόθεση. Ισως γι’ αυτό ο αστυνόμος Θεοχάρης του φωσκολικού σύμπαντος με πολλά χρόνια ευδόκιμη υπηρεσία στην τηλεοπτική αστυνομία (από το 1993 ώς το 2006) ήταν η πρώτη μεγάλη μεταγραφή από την τηλεοπτική σαπουνόπερα στην πολιτική. Θυμάμαι, όταν το 2004 ανακοινώθηκε η υποψηφιότητά του Γιώργου Βασιλείου, που τον υποδυόταν, στη ΝΔ, τον είχαν ρωτήσει σε ένα ραδιόφωνο τις θέσεις του για τα Σώματα Ασφαλείας. Ο ρόλος του είχε επισκιάσει τη ζωή του αλλά ταυτόχρονα η προσέγγιση των παραμέτρων του ρόλου αυτού ήταν εξίσου επιδερμική με τις υπόλοιπες προσεγγίσεις της πολιτικής εκ μέρους του. Αλλά είχαν μεγάλη απήχηση, γι’ αυτό ο αστυνόμος Θεοχάρης εξελέγη. Αν μάλιστα είχε κατανοήσει ότι αρκούσε να συνεχίζει να παίζει τον ρόλο που του είχε γράψει ο Φώσκολος και στην πολιτική, ίσως να ήταν ακόμα βουλευτής. Με τον τρόπο αυτό επηρέαζε το εγχώριο θέαμα και μέσω αυτού την κοινωνία ο Νίκος Φώσκολος. Οι ρόλοι που έφτιαχνε μπορούσαν να μπουν στη ζωή, να γίνουν αποδεκτοί στο πεδίο της καθημερινότητας.

Τα υλικά. Δραματουργός με μεγάλη επιτυχία, ο Φώσκολος ήταν ο άνθρωπος που σε μεγάλο βαθμό καθόρισε το εγχώριο σταρ σίστεμ –ή, τουλάχιστον, τα πιο λαϊκά είδωλά του –από παλιά, από την εποχή της ακμής του εμπορικού κινηματογράφου, όταν έγραφε και σκηνοθετούσε ταινίες κοινωνικής καταγγελίας στην παραγωγική μηχανή της Φίνος Φιλμ. Οταν τα μεγάλα στούντιο κατέρρευσαν, ο Φώσκολος πέρασε με άνεση στην τηλεόραση, κάνοντας επιτυχία με τον «Αγνωστο πόλεμο» στην ΥΕΝΕΔ, για να επαναλάβει την επιτυχία του πολλές φορές στη συνέχεια, όταν τα χρόνια της ιδιωτικής τηλεόρασης βρέθηκε να δίνει τον τόνο της λαϊκής σαπουνόπερας στον ΑΝΤ1 με καθημερινές σειρές όπως «Λάμψη» και «Καλημέρα ζωή», τις οποίες μάλιστα έγραφε και σκηνοθετούσε ταυτόχρονα.

Ο Νίκος Φώσκολος, το πιο διάσημο και το πιο πετυχημένο πρόσωπο της ελληνικής μη κρατικοδίαιτης σόουμπιζ, τολμώ να πω ότι εκκινούσε από τα ίδια υλικά με τα οποία δομούσε τα θεατρικά του έργα ο Γιώργος Κεχαΐδης. Κατ’ αρχάς, και οι δύο ήταν λαϊκοί. Αλλά ενώ ο Κεχαΐδης δούλευε προσανατολισμένος στην αφαίρεση και στην πύκνωση, ο Φώσκολος ειδικευόταν στη φλυαρία και στο ξεχείλωμα. Αυτό έμαθε γράφοντας ραδιοφωνικά σίριαλ συνεχείας το 1960, με τον ίδιο τρόπο συνέχισε στο σινεμά και ασφαλώς έτσι διέπρεψε και στην τηλεόραση.

Κουρκουλιάδες. Η κρίσιμη περίοδος του ιδιώματος που καλλιέργησε ο Φώσκολος ήταν η δεκαετία του 1960, στη Φίνος Φιλμ. Εκεί, ως σεναριογράφος, αλλά και ως σκηνοθέτης, διακρίθηκε ιδιαίτερα στο είδος των ταινιών κοινωνικής καταγγελίας, οι πιο πετυχημένες από τις οποίες είχαν πρωταγωνιστή τον Νίκο Κούρκουλο. Η θεματική των ταινιών αυτών ήταν κοινή: ο ήρωας, πάντα άνδρας, στην προσπάθειά του να ξεφύγει από τη χαμηλή κοινωνική θέση του, απαρνείται τις ηθικές αξίες του, στην πορεία όμως, υποχρεωμένος να δράσει με ηρωισμό και αυταπάρνηση, θυσιάζει τον εαυτό του υπέρ του κοινωνικού συνόλου –οπότε αποκαθίσταται και η ηθική τάξη.

Κορυφαίες ταινίες αυτού του ιδιώματος, η «Κοινωνία ώρα μηδέν» (που σκηνοθέτησε ο Ντίνος Δημόπουλος) και η ακόμα διάσημη «Ορατότης μηδέν», από την οποία προέρχεται και η ατάκα που στοιχειώνει τις νύχτες των χαβαλέδων σινεφίλ: «όχι άλλο κάρβουνο».

Το ίδιο ιδίωμα μετέφερε, σε πιο φλύαρη εκδοχή και με περισσότερο ορατές τις κακοτεχνίες, λόγω εντάσεως εργασίας, στην τηλεόραση. Αλλά από τον συνταγματάρχη Βαρτάνη μέχρι τον Γιάγκο Δράκο, οι ήρωές του ήταν πάντα πρόσωπα που υποτίθεται συγκρούονταν με τον εαυτό τους που είχε παρεκκλίνει από το καλό. Και η διαβεβαίωση ότι η παρέκκλιση αυτή θα διορθωθεί και οι παραβάτες θα επιστρέψουν στον ίσιο δρόμο, στον δρόμο του Θεού και της ηθικής, γινόταν συνεχώς με πομπώδεις ατάκες, με τον τρόπο που περίπου προφέρονται τα αξιώματα που οδηγούν τις ζωές των ανθρώπων.

Ο πομπώδης αυτός τρόπος, όμως, ήταν και το ισχυρό εμπορικό όπλο του Φώσκολου, διότι έτσι διευρυνόταν το τάργκετ γκρουπ του. Ως πομπώδης ηθικολόγος μιλούσε στη λαϊκή ψυχή, που ταυτιζόταν με τα δρώμενα και, κυρίως, με την υπερβολή τους. Αλλά ακριβώς το πομπώδες ύφος του μπορούσε να διαβαστεί και ως παρωδία, με αποτέλεσμα να μην προσβάλλονται και, αντίθετα, να διασκεδάζουν παρακολουθώντας τις αφηγήσεις του και πρόσωπα που είχαν σοβαρότερες σχέσεις με έντεχνους μυθοπλαστικούς τρόπους. Με άλλα λόγια, ο Νίκος Φώσκολος ήταν το πρώτο πρόσωπο του ελληνικού θεάματος, η υπερβολή των αφηγηματικών τρόπων του οποίου εμπεριείχε ταυτόχρονα και το δράμα και την παρωδία του.