Κι έτσι μας προέκυψε στο κατακαλόκαιρο η χαριτωμένη συζήτηση για φρούτα. Βερίκοκα. Να μάθουμε επιτέλους «τι εστί βερίκοκο», μαζί με τους εργαζομένους στον τομέα υγείας, στους οποίους εδήλωσε υπουργός –πρώην μπουμπούκος, εκ του μπουμπουκίζω, που είναι πιο ανοιξιάτικο σε… απόχρωση -, ότι «έπρεπε να είχαν απολύσει».

Κι έτσι μπήκαμε σε μια απόχρωση πολιτικής συζήτησης, σε ένα είδος σομόν, βερικοκί. Που όπως ξέρει καλά η συμβία τού εν λόγω, είναι πλέον ξεπερασμένη στη μόδα, που προτιμά το τζουρτζουλί, το οποίο φορά περήφανα η κυρά του η τηλεορατζού.

Κι έτσι αρχίσαμε να ψάχνουμε τι εστί βερίκοκο (φτάνοντας έως το «θα σου ξηγηθώ αλμυρό φιστίκι», στην κατηγορία των καρπών) και πέσαμε στο «10» του Μ. Καραγάτση με τη σεξουαλική ερμηνεία του απειλητικού κατά τα λεξικά όρου: «Οι πιο μικρές σώπαιναν τάχα ντροπιασμένες· με την έκφρασή τους όμως άφηναν να εννοηθεί ότι κάτι ήξεραν από βερίκοκο, κι ας προσποιούνταν την πάπια».

Κι έτσι ξανανακαλύψαμε εκείνο «Τ’ αγόρι μου, τ’ αγόρι μου γλυκό και τραγανό σαν καραμέλα και πόζες όταν παίρνει άντρα ώριμου, τ’ αγόρι μου είναι μούρλια, είναι τρέλα –ανήσυχο, θερμόαιμο, ζιζάνιο». Το οποίο η Αλίκη Βουγιουκλάκη σηκώνεται και άδει στη «Μουσίτσα» του 1959, μεθυσμένη και λίγο ως περίγελος. Ε λοιπόν: «Ρίκο ρίκο ρίκοκο, ρίκο ρικοκό».