Δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από το σενάριο μιας ταινίας. Ενας ανεκτίμητος θησαυρός έργων τέχνης. Είκοσι δύο χρόνια δικαστικών αγώνων. Υπογραφές που βρίσκει κάποιος στα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου, όπως των Ρέμπραντ, Γκόγια και Δομήνικου Θεοτοκόπουλου. Φυγόδικους πρωταγωνιστές, 11 διαθήκες. Και τη στιγμή που μοιάζει επιτέλους το νερό να έχει μπει στο αυλάκι –η πόλη της Βαρκελώνης έχει κερδίσει το δικαστήριο απέναντι στις κόρες-κληρονόμους του επιχειρηματία στον χώρο του βαμβακιού Χούλιο Μουνιόθ Ραμονέτ και παίρνει επιτέλους τα κλειδιά για να μπει στο αρχοντικό της οδού Μουντανέρ 288 -, μία ακόμη ανατροπή έρχεται να εκτοξεύσει την αδρεναλίνη στα ύψη.

Τα αριστουργήματα των διάσημων ζωγράφων έχουν κάνει φτερά. Οι σκιές που έχουν αφήσει στους τοίχους είναι εμφανείς. Και τη θέση τους έχουν πάρει σε μερικές περιπτώσεις έργα πολύ μικρότερης αξίας.

Στις 25 Ιουλίου οι άνθρωποι του Δήμου Βαρκελώνης έβαλαν το κλειδί στην πόρτα καθώς είχαν στα χέρια τους απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου ήδη από τον Μάρτιο του 2012, η οποία έθετε τέλος στη δικαστική διαμάχη που είχε ξεκινήσει αμέσως μετά τον θάνατο του επιχειρηματία το 1991. Οταν μπήκαν στο κτίριο διαπίστωσαν ότι σχεδόν κανένα από τα έργα τέχνης που περίμεναν να βρουν στους τοίχους δεν ήταν στη θέση του.

«Δεν συμβιβαζόμαστε με χρήματα. Θέλουμε όλα τα έργα που υπήρχαν στο σπίτι όταν πέθανε ο ιδιοκτήτης του», διαμηνύει ο Δήμος Βαρκελώνης. Ακόμη και να ήθελε οικονομικό συμβιβασμό, όμως, δεν θα μπορούσε διότι η συλλογή του Μουνιόθ Ραμονέτ δεν έχει εκτιμηθεί και θεωρείται μία από τις καλύτερες και μεγαλύτερες ιδιωτικές συλλογές.

Ο επιχειρηματίας απέκτησε το μικρόβιο του συλλέκτη το 1950 όταν αγόρασε τη συλλογή του Ρόμουλου Μπος Καταρινό. Εν συνεχεία κατέληξε να έχει στην κατοχή του περίπου 2.000 έργα ζωγραφικής -ανάμεσά τους 12 Γκρέκο, 18 Γκόγια, τέσσερις Ρέμπραντ και δημιουργίες των Τισιανού, Τιέπολο, Μονέ και Ρενουάρ, αλλά και Βελάσκεθ και Μποτιτσέλι -, γλυπτικής, αρχαιότητες και κινεζικά βάζα. Ωστόσο το 1986 έφυγε από την Ισπανία καθώς κατηγορούνταν για πλαστογραφία και απάτη και αν καταδικαζόταν θα έμπαινε στη φυλακή για 11 χρόνια.

Αν και η διαθήκη του είναι σαφής, οι κόρες του έχουν επανειλημμένως προσπαθήσει να την προσβάλουν ισχυριζόμενες ότι είναι γραμμένη στα γερμανικά, γλώσσα με την οποία ο πατέρας τους δεν ήταν εξοικειωμένος και πως επίσης είχε κάνει 11 διαφορετικές διαθήκες.

Τώρα ωστόσο θα είναι δύσκολο να δικαιολογήσουν πώς είναι δυνατόν σε παλαιότερες απογραφές σε μία μόνο αίθουσα του μεγάρου να καταγράφονται, για παράδειγμα, 24 έργα και σήμερα να υπάρχουν μόλις επτά, ενώ έγγραφα δείχνουν ότι οι κόρες του εκλιπόντος ενδέχεται να σχετίζονται με την απομάκρυνση των έργων.