Τη διαδρομή που θα ακολουθήσει το μεγαλύτερο τμήμα του αγωγού ΤΑΡ στη Βόρεια Ελλάδα μεταφέροντας το αζερικό αέριο στην Ευρώπη περιγράφει η Μελέτη περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιπτώσεων, την οποία υπέβαλε χθες προς έγκριση στο υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής η εταιρεία του αγωγού.

Η μελέτη περιλαμβάνει λεπτομερή ανάλυση της προτεινόμενης πορείας του αγωγού στην Ελλάδα, των μόνιμων και προσωρινών υποδομών που απαιτούνται στη φάση της κατασκευής του, όπως είναι οι δρόμοι πρόσβασης και τα εργοτάξια, καθώς και των λειτουργικών εγκαταστάσεων που θα υπάρξουν όταν τελειώσει η κατασκευή, όπως σταθμοί συμπίεσης και βαλβιδοστάσια. Οι δημιουργοί του αγωγού σχεδιάζουν η κατασκευή του να αρχίσει το 2015 και η μεταφορά αερίου το 2019. Η μελέτη εκπονήθηκε από κοινού από έλληνες και ξένους ειδικούς ώστε να είναι εναρμονισμένη τόσο με την ελληνική νομοθεσία όσο και με τις διεθνείς πρακτικές που προβλέπει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ΕΤΑΑ).

Το ελληνικό τμήμα του αγωγού θα εκτείνεται από τους Κήπους του Εβρου στα ελληνοτουρκικά σύνορα, μέσω Κομοτηνής, Νέας Μεσημβρίας (βορειοδυτικά της Θεσσαλονίκης) και θα καταλήγει στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Η μελέτη που υποβλήθηκε αναφέρεται τόσο στον αγωγό όσο και στις προσωρινές υποδομές που απαιτούνται κατά τη φάση κατασκευής τους, καθώς και στις μόνιμες εγκαταστάσεις υποστήριξης της λειτουργίας του, συμπεριλαμβανομένων των βαλβιδοστασίων κατά μήκος της χάραξης και δύο σταθμών συμπίεσης που θα υπάρχουν στο ελληνικό τμήμα (στους Κήπους και στις Σέρρες).

Ο ΤΑΡ αρχικά θα έχει δυναμικότητα 10 δισ. κυβικών μέτρων ανά έτος. Από τους Κήπους μέχρι τη Νέα Μεσημβρία, μήκος περίπου 359 χλμ., η όδευση του αγωγού ακολουθεί σε μεγάλο μήκος τον υπάρχοντα αγωγό αερίου του ΔΕΣΦΑ. Από την περιοχή της Νέας Μεσημβρίας και δυτικά προς τα ελληνοαλβανικά σύνορα, η όδευση του αγωγού έχει μήκος 184 χλμ. και δεν ακολουθεί υπάρχουσα υποδομή.

Για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, η περιοχή επιρροής ορίζεται ως ένας διάδρομος 500 μέτρων κατά μήκος του άξονα της προτεινόμενης όδευσης (δηλαδή 250 μέτρα πλάτος εκατέρωθεν) και 500 μέτρα από τα όρια των προτεινόμενων εργοταξίων, βαλβιδοστασίων, των αποθηκευτικών χώρων και των σταθμών συμπίεσης. Αυτή η ζώνη, σύμφωνα με τη μελέτη, θεωρείται επαρκής για να καλύψει την περιοχή που επί της ουσίας θα επηρεαστεί από τις δραστηριότητες του έργου και για τις εκτός των ορίων του έργου περιβαλλοντικές επιπτώσεις (π.χ. θόρυβος και ποιότητα του αέρα).

Σημειώνεται πάντως ότι το ευρύτερο όφελος για την Ελλάδα θα είναι η καταβολή του τέλους διαμετακόμισης και η φορολογία κατά τη διάρκεια της λειτουργίας. Σε μελέτη του ΙΟΒΕ έχει εκτιμηθεί ότι κατά τη διάρκεια της ζωής του αγωγού τα έσοδα του ελληνικού Δημοσίου θα είναι της τάξης των 1,2 δισ. ευρώ μέσω των φόρων. Η μελέτη περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιπτώσεων θα τεθεί σε δημόσια διαβούλευση έως τις 30 Οκτωβρίου.

Μάλιστα οι συναντήσεις με τους φορείς θα διεξαχθούν από κοινή ομάδα αναδόχων μελετητών του ΤΑP, τοπικών υπεργολάβων μελετητών (Asprofos, Exergia) και εκπροσώπων του ΤΑP, ενώ από τις 16 Σεπτεμβρίου έως και τις 18 Οκτωβρίου θα πραγματοποιηθούν οι συναντήσεις με τις τοπικές κοινωνίες.