Τη χρυσή εποχή των συνοικιακών κινηματογράφων, τη δεκαετία του ’70 δηλαδή, τότε που με ένα εισιτήριο ο υποψήφιος θεατής μπορούσε να απολαύσει «δύο έργα καράτε – γουέστερν» (ή «σεξ – καράτε» στις πιο κακόφημες των αιθουσών), οι προβολές ταινιών του Μπρους Λι αποτελούσαν αφορμή για γλέντι. «Η φρενίτιδα του κοινού, που συνόδευε τις σκηνές των συγκρούσεων, προξενούσε το αναψοκοκκίνισμα των προσώπων. Η δύναμη των εικόνων έκανε την αδρεναλίνη να κυλάει μέσα στο αίμα. (…) Το να αποτελώ μέρος ενός τέτοιου κοινού –κάπου τετρακόσια άτομα που ξεφώνιζαν και ωρύονταν σαν ένας άνθρωπος, δραστηριοποιημένος από κάτι με την ίδια επίδραση σε όλους –ήταν για μένα ένα είδος συμμετοχής σε μια μυστικιστική τελετουργία!», αναφέρει σχετικά ο Δημήτρης Κολιοδήμος στο βιβλίο του «Μπρους Λι».
Ολα αυτά, για μια κακοντουμπλαρισμένη στα αγγλικά φτηνιάρικη περιπέτεια πολεμικών τεχνών; Φυσικά και όχι. Γιατί ο Μπρους Λι ήταν κάτι περισσότερο από αυτό.
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ. Γεννημένος το 1940, όχι στην Κίνα αλλά στο Σαν Φρανσίσκο, ο Λι Τσεν Φαν, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, τέταρτο παιδί οικογένειας καλλιτεχνών του θεάματος, βρέθηκε πολύ νωρίς στο Χονγκ Κονγκ, όπου και πέρασε μάλλον ζόρικα παιδικά χρόνια. Ο ίδιος συνήθιζε να λέει πως αν δεν ήταν ηθοποιός θα είχε καταντήσει εγκληματίας, και το εννοούσε. Ο Λι άλλαξε πολλά σχολεία ενώ οι συμπλοκές στους δρόμους με γειτονικές συμμορίες ήταν συχνές, παρά το νεαρόν της ηλικίας του.
Παράλληλα όμως, η κινηματογραφική του καριέρα έχει ήδη πάρει μπροστά, μιας και βρίσκεται στο πρώτο του πλατό από πιτσιρίκος –για την ακρίβεια από το 1946. Ελάχιστα δείγματα έχουν διασωθεί από αυτές τις πρώτες εμφανίσεις του, και τα περισσότερα βρίσκονται μονάχα σε ένα – δύο ντοκιμαντέρ, από τα άπειρα που κυκλοφόρησαν μετά τον αιφνίδιο θάνατό του.
Για να ξεμπλέξει με τα χοντρά ζόρια πάντως, αποφασίζει στα 18 του να επιστρέψει στην Αμερική για να διεκδικήσει την υπηκοότητα καθώς και για να αρχίσει σπουδές φιλοσοφίας, εξασκώντας ταυτοχρόνως και τις πολεμικές τέχνες –στον λίγο χρόνο που του απομένει: όταν δεν κάνει τίποτε από τα δύο, εργάζεται ως γκαρσόνι. Σύντομα θα παρουσιάσει ένα νέο είδος πολεμικής τέχνης, το δικό του περίφημο «τζιτ κουν ντο» ενώ οι σχολές που θα ανοίξει ο ίδιος θα τον οδηγήσουν, σύντομα, στην τηλεόραση, όπου και θα «κλέψει» την παράσταση στην περιβόητη «Πράσινη Σφήκα».
Οταν όμως χάσει τον πρώτο ρόλο στη σειρά «Κουνγκ Φου» (που θα καταλήξει στον διόλου Ασιάτη Ντέιβιντ Καραντάιν) θα επιστρέψει στη Κίνα, αποφασισμένος να διεκδικήσει τη διασημότητα. Θα την κατακτήσει με μια σειρά περιπετειών που θα ξεπεράσει κάθε εμπορικό προηγούμενο: μέσα σε λίγα χρόνια, ο Λι γίνεται κάτι σαν εθνικός ήρωας των συμπατριωτών του και, στο τέλος, το Χόλιγουντ τον παρακαλάει για μια επίσκεψη. Και μετά τον πρωταγωνιστικό του ρόλο σε μια χολιγουντιανή παραγωγή (το «Enter the Dragon» που κυκλοφόρησε στις αίθουσες με τον διόλου πολιτικώς ορθό τίτλο «Ο κίτρινος πράκτωρ του Χονγκ Κονγκ»!), στις 20 Ιουλίου του 1973 πεθαίνει.
ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ. Ο θάνατος του Μπρους Λι παραμένει, έως σήμερα, ένα μυστήριο μυθικών διαστάσεων. Η επίσημη εκδοχή του αναφέρει ότι βρέθηκε νεκρός στο σπίτι της ηθοποιού –και μελλοντικής του συμπρωταγωνίστριας Μπέτι Τινγκ Πέι –από εγκεφαλικό οίδημα. Η Πέι τού είχε δώσει μάλιστα ένα ηρεμιστικό για να κατευνάσει τον δυνατό πονοκέφαλό του. Μα είναι δυνατόν; Ενα ηρεμιστικό ήταν αρκετό για να στείλει στον τάφο τον πιο δυνατό άνθρωπο του Σύμπαντος –και μάλιστα στο αποκορύφωμα της δόξας του; Λογικό που οι φήμες περί της «αληθινής» του μοίρας ξεπερνούν σε αριθμό τις τριάντα (στα αλήθεια, ανακάλυψα τόσες ψάχνοντας μόλις μία ώρα στο Διαδίκτυο). Οι επικρατέστερες είναι οι εξής τέσσερις:
Πρώτον: Ο Μπρους Λι πέθανε επειδή, μέσα από τις ταινίες του, αποκάλυψε σημαντικά μυστικά των πολεμικών τεχνών στην «ένοχη» Δύση και έτσι, έπρεπε να πεθάνει. Ενα από αυτά τα μυστικά ήταν και η θανατηφόρα «γροθιά της μιας ίντσας», όπου όλη η εκρηκτική δύναμη του σώματος διοχετεύεται στη γροθιά, ακόμα και όταν εκείνη βρίσκεται πολύ κοντά στον αντίπαλο.
Δεύτερον: Ο Μπρους Λι δολοφονήθηκε από την κινεζική μαφία όταν αυτή «προσφέρθηκε» να του πουλήσει προστασία.
Τρίτον: Η οικογένεια Λι μαστίζεται από μια βαριά κατάρα –εκδοχή που επανήλθε στο προσκήνιο μετά τον τραγικό θάνατο του γιου του Μπράντον, στα γυρίσματα της μεγάλης επιτυχίας «Το κοράκι», το 1993.
Τέταρτον: Ο Μπρους Λι έμενε σε γειτονιά που υπέφερε από… κακό φενγκ-σούι (ναι, έχει ειπωθεί και αυτό). Το μυστικό πάντως το «πήρε» μαζί του. Ο Μπρους Λι κηδεύτηκε δύο φορές, μία (συμβολικά) στο Χονγκ Κονγκ (όπου έγινε κανονικό προσκύνημα) και μία (επίσημη) στο Σιάτλ των ΗΠΑ. Μικρή λεπτομέρεια: το φέρετρό του καταστράφηκε από τις εκδηλώσεις λατρείας των οπαδών του και οι νεκροθάφτες υποχρεώθηκαν να τον τοποθετήσουν σε ένα ολοκαίνουργιο πριν από την ταφή.
Δάσκαλοςτων σταρ
Διάσημοι «σκληροί» σταρ του αμερικανικού κινηματογράφου, όπως ο Στιβ ΜακΚουίν και ο Τζέιμς Κόμπερν, είχαν βρει στο πρόσωπο του Μπρους Λι τον τέλειο δάσκαλο. Τους δίδασκε την τεχνική του «τζιτ κουν ντο» που είχε αναπτύξει, αλλά και το πώς να δίνουν σωστό και αληθοφανές ξύλο για τις ανάγκες των ταινιών τους. Η αμοιβή του για τα πριβέ μαθήματα με τον καιρό έφτασε τα 275 δολάρια την ώρα. Ακόμη και ο σκηνοθέτης Ρόμαν Πολάνσκι υπήρξε μαθητής του.