Από μια συγκεκριμένη οπτική γωνία, κάποιοι ανεμοδείκτες της εποχής αυτή την κατεύθυνση ορίζουν. Ειδικά στο αγαπημένο μας παράδειγμα, τις ΗΠΑ, η ιστοσελίδα retirementjobs.com («δουλειές συνταξιοδότησης» σε ελεύθερη μετάφραση), ιδρυμένη το 2005 και εικονογραφημένη με τρισευτυχισμένους εξηντάρηδες, θεωρείται ένα από τα ταχύτερα αναπτυσσόμενα sites εύρεσης εργασίας. Η τάση έχει επηρεάσει και κάποια πανεπιστήμια τα οποία διαθέτουν πλέον τμήματα και για μεγαλύτερες ηλικίες: η λεγόμενη «Πρωτοβουλία άνω των 50» στόχο έχει την καθαρά επαγγελματική κατάρτιση. Σχολιάζοντας όλα τα παραπάνω, οι «Νιου Γιορκ Τάιμς» εφηύραν μέχρι και καινούργια λέξη: «unretired» ή, αν θέλετε, «μη συνταξιούχος».

Στην Ευρώπη ωστόσο, την πιο πρόσφατη προσπάθεια προς τη διά βίου μάθηση συνιστά μάλλον το ομώνυμο πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την περίοδο 2007-2013. Ολοι γνωρίζουμε βέβαια τι συνέβη στο μεταξύ και ίσως για αυτό τα αποτελέσματα δεν είναι προς ενθουσιασμό. Σύμφωνα με τη Eurostat, το ποσοστό του πληθυσμού μέχρι 64 ετών που εκπαιδεύεται ακόμη και σε μεγάλη ηλικία, π.χ. στη Γερμανία, το 2006 ήταν 7,5% και το 2011 7,8%. Στη Γαλλία τα αντίστοιχα νούμερα είναι 6,4% και 5,5%. Στην Ιταλία, 6,1% και 5,7%. Στην Ελλάδα, 1,9% και 2,4%. Για να μην τα πολυλογούμε, στην Ευρώπη των 27, το 2011, το ποσοστό του πληθυσμού που απολάμβανε τις χαρές της διά βίου εκπαίδευσης ήταν το 8,9%, μειωμένο σε σχέση με το 2006 κατά 0,4%. Η δε ηλικιακή ομάδα από 50 ως 64 ετών είχε περίπου 2,9 εκατ. ανέργους το 2008, 3,6 εκατ. το 2009, 4,05 το 2010, 4,2 το 2011 και 4,6 πέρυσι.

Υπάρχουν φυσικά και εκείνοι που –ακόμη και στην Ελλάδα –βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο. «Είναι κάτι σαν μόδα στη χώρα μας», λέει ο ψυχίατρος Γιάννης Κούρος, «άνθρωποι να ξεκινάνε καινούργιες καριέρες σε ώριμη ηλικία. Με τόση ανεργία, πολλοί αρχίζουν μια νέα δουλειά. Υπάρχουν φυσικά και προσωπικοί παράγοντες, όπως ένα απραγματοποίητο όνειρο, μια διαπιστωμένη κλίση που δεν καλλιεργήθηκε, κάτι δηλαδή που προφανώς δεν το σκέφτηκαν πρώτη φορά. Πολλές φορές πράττουν σωστά, γιατί τελικά αισθάνονται καλύτερα. Μην ξεχνάμε ότι δεν είναι μόνο ο μισθός σημαντικός, αλλά και το να μας αρέσει αυτό που κάνουμε, να νιώθουμε ικανοποίηση».

Η 54χρονη Αργυρώ Ζανιώτη, για παράδειγμα, δούλευε όλη της τη ζωή ως στέλεχος εταιρειών, βοηθός προέδρων, αντιπροέδρων, στον χώρο του μάρκετινγκ, ενώ από την τελευταία της θέση εξαρτιόταν μεγάλο μέρος των δημοσίων σχέσεων του ελληνικού παραρτήματος της πολυεθνικής JTI. Το 2008 απολύθηκε λόγω συγχώνευσης και έκτοτε άλλαξε 3-4 δουλειές. Γρήγορα κατάλαβε ότι «την αγορά δεν την ενδιαφέρεις αν είσαι πενήντα χρονών» και κυρίως αναρωτήθηκε γιατί να μην κάνει μόνη της κάτι δημιουργικό. Φανατική τής αρτοποιίας δεν ήταν, αγαπούσε όμως το καλό ψωμί και γνωρίζοντας ότι ένα είδος πρώτης ανάγκης θα είχε περισσότερες πιθανότητες από άλλη μια μπουτίκ, εντόπισε ένα κενό κάπου στο Παγκράτι. Σε δύο μήνες είχε βρει τον χώρο στην οδό Αρριανού, τους προμηθευτές και την όρεξή της. Αποτρεπτικές σκέψεις; «Πολλές», λέει σήμερα. «Οταν έκλεισα τη συμφωνία, δεν κοιμόμουν. «Είσαι τρελή» σκεφτόμουν, «τι πας να κάνεις». Ηταν όμως μονόδρομος. Η άλλη επιλογή ήταν η κατάθλιψη, η ανεργία. Επρεπε να πέσω παλεύοντας. Δεν άντεχα άλλη μιζέρια». Στο κάτω κάτω, κάνοντας την απόλυσή της μαγαζί, το μόνο που είχε να χάσει ήταν τα 7.000 ευρώ της αποζημίωσης. Διέθετε και κάτι οικονομίες, από γονεϊκές υποχρεώσεις ήταν ελεύθερη, η επαφή με τον κόσμο ήταν η καριέρα της και ευτυχώς που οι δικοί της άνθρωποι δεν της στάθηκαν εμπόδιο. «Κατάλαβαν ότι έπρεπε να το κάνω» λέει «και με στήριξαν. Παλιά με πείραζαν γιατί άλλαζα διαρκώς ιδέες, όταν χρειάστηκε όμως, άλλος με ενθουσιασμό, άλλος με επιφυλακτικότητα, με στήριξαν».

Πανελλαδικές στα 60

Η 66χρονη Κατερίνα Ξυλούρη-Πατηνιωτάκη πέρασε τις πρώτες δεκαετίες της ζωής της κάνοντας όσες αγροτικές δουλειές προσφέρει ένα χωριό στο Ηράκλειο, αφού πρώτα ολοκλήρωσε το δημοτικό σχολείο. Οταν κατέβηκε στην πόλη, άρχισε να βοηθάει στο συνεργείο του συζύγου της, με τον οποίο είχε μια κόρη. Οι μορφωμένοι άνθρωποι που γνώριζε ήταν ο πρόεδρος, ο παπάς και η δασκάλα της, «πάντα περιποιημένη και καθαρή». Φύλαγε το απολυτήριό της ως κόρην οφθαλμού και κάθε φορά που ένιωθε άσχημα το έβγαζε από την τσάντα, το ξεδίπλωνε και το καμάρωνε. «Γιατί να μην είναι Γυμνασίου ή Λυκείου;», αναρωτιόταν, μέχρι που έδωσε μόνη της την απάντηση, τελειώνοντας τις εγκύκλιες σπουδές το 2011. Το όριο ήταν πλέον ο ουρανός. Οταν μίλησε στην κόρη της για Πανελλαδικές, εκείνη την ενθάρρυνε. Ο σύζυγος είχε τις αμφιβολίες του, αλλά πείστηκε. Οχι ότι δεν ακούστηκαν κακεντρέχειες. Τελικά, όμως, η Κατερίνα αγχωνόταν μόνο όταν έπαιρνε μέτριους βαθμούς στα τεστ προσομοίωσης ή όταν έβλεπε νεότερους μαθητές, με τα φροντιστήριά τους και τις ανεξάντλητες δυνάμεις τους.

Εμαθε τα ευχάριστα από τον διευθυντή του σχολείου της: Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων και Επικοινωνίας Κεφαλονιάς. «Χάρηκα πολύ, σκλήριζα», θυμάται σήμερα. Τόσο που όταν γράφτηκε έβαλε τα κλάματα. Πλέον, πηγαίνει τρεις φορές τον χρόνο στις εξεταστικές αλλάζοντας δύο πλοία για να φτάσει στον προορισμό της –έστω κι έτσι όμως έχει περάσει σχεδόν όλα τα μαθήματα. «Ο,τι βάζουν οι καθηγητές, το κάνω», λέει. Στενοχωριέται μόνο που η σχολή της κινδυνεύει να συγχωνευθεί με άλλο τμήμα, άλλης πόλης, αφήνοντάς τη μετέωρη. «Είμαι μια απλή γυναίκα», τονίζει. «Υστερα από κάθε εξεταστική, εύχομαι να είμαστε καλά να ξανασυναντηθούμε».

«Στα πενήντα σου, στα εξήντα σου», λέει για όλα αυτά ο Γιάννης Κούρος, «έχεις μια εμπειρία που σε κάνει να αντιληφθείς καλύτερα τα όπλα της φαρέτρας σου. Είσαι πιο μελετημένος, έχεις σκεφθεί τι θες, το έχεις δουλέψει. Ξέρεις σε ποιο βαθμό μπορείς να εκμεταλλευτείς τις δυνάμεις σου, αλλά και το πώς να πας ευκολότερα σε κεντρικούς στόχους. Σε αυτή την ηλικία ο άνθρωπος δεν σπαταλάει τις δυνάμεις του όπου δεν χρειάζεται, δεν κατευθύνεται εκεί όπου δεν θα έχει αποτέλεσμα, ούτε αναλώνεται σε εμπόδια». Ο ίδιος και οι συνάδελφοί του έχουν μεγάλη εμπειρία σε συμβουλευτικές μεθόδους για σχετικές περιπτώσεις. Το κάνουν άλλοτε επιτακτικά, άλλοτε με μαλακό τρόπο. Μέρος της δουλειά τους είναι η ώθηση των ανθρώπων σε κάτι που αποδίδουν. «Ορισμένοι», καταλήγει, «φτάνουν να πουν «κοίτα, ρε παιδί μου, που τόσα χρόνια θα μπορούσα να το έχω κάνει μόνος μου και χρειάστηκε να μου το πει κάποιος άλλος»».

Διάσηµα παραδείγµατα

Υπάρχει βέβαια και εκείνο το μεγάλο κομμάτι της πραγματικότητας, που με τη μορφή των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ αποκαλύπτει μια αλήθεια λιγάκι διαφορετική. Το πρώτο τρίμηνο του 2013, η ανεργία στην ηλικιακή ομάδα 45-64 ετών άγγιξε το 19,7%, αφού προηγουμένως το αντίστοιχο τρίμηνο του 2012 πέρασε από το 15,1%. Την ίδια περίοδο το 2011 ήταν στο 9,9%. Το 2010, στο 7,4%. Το 2009, στο 5,5%, το 2008 στο 4,4%. Η καμπύλη της ανεργίας δεν θα μπορούσε να είναι πιο ανοδική. Ισως λοιπόν να παραδίνουμε σημασία στις μεμονωμένες περιπτώσεις. Εκείνες που εντυπωσιάζουν. Εκείνες από τα αγαπημένα μας παραδείγματα, τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, που είναι και κάπως διάσημες.

Ο Αλφρεντ Χίτσκοκ, λόγου χάριν, σκηνοθέτησε τα «Σιωπηλός μάρτυρας», «Δεσμώτης του Ιλίγγου», «Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων», μεταξύ των 54ων και των 61ων γενεθλίων του. Ο Μίκαελ Χάνεκε σκηνοθέτησε την πρώτη του ταινία σε ηλικία 47 ετών, ενώ ο Κλιντ Ιστγουντ στα 41, παίρνοντας το πρώτο του Οσκαρ σκηνοθεσίας στα 62 του. Η Τζούλια Τσάιλντ άρχισε να γράφει τα διάσημα βιβλία μαγειρικής 49 ετών. Ο Ρέιμοντ Τσάντλερ ήταν 51, όταν δημοσιεύτηκε το πρώτο του μυθιστόρημα, «Ο μεγάλος ύπνος». Η Λόρα Ινγκολς Γουάιλντερ άρχισε να γράφει τη σειρά παιδικών βιβλίων «Το μικρό σπίτι στο λιβάδι» στα 65. Ο Ρέι Κροκ αγόρασε στα 52 του μια μικροσκοπική επιχείρηση φαστ φουντ που ονομαζόταν ΜακΝτόναλντς. Η Σούζαν Μπόιλ ήταν σχεδόν 40 όταν άφησε έκθαμβο το κοινό του «Britain’s got talent». Η βραβευμένη με Οσκαρ ηθοποιός Γκλέντα Τζάκσον έγινε πολιτικός στα 56 της. Η ζωγράφος Γκράντμα Μόζες (κάτι σαν ο Θεόφιλος της Αμερικής) άρχισε να ζωγραφίζει τα περιζήτητα σήμερα έργα της στα 75. Οι πίνακες που ο Πολ Σεζάν δημιούργησε μετά τα 60 του κοστολογούνται 15 φορές παραπάνω από τα έργα της νιότης του.

Εκείνοι όμως που επιχείρησαν κάτι παρόμοιο και δεν τα κατάφεραν –όχι τα success αλλά τα failure stories –είναι αφανείς. Δεν εντυπωσιάζουν, λες και το ζητούμενο είναι να μοιάζει παρωχημένη η ακολουθία «εκπαίδευση – εργασία – σύνταξη», λες και οι περιπτώσεις στις οποίες ο δυναμισμός ενός ανθρώπου υπονομεύεται από ένα πρόβλημα υγείας ή από ένα δάνειο δεν είναι άξιες αναφοράς. Φταίνε βέβαια και τα διδάγματα όσων τα κατάφεραν, που είναι τουλάχιστον ελκυστικά. «Στην αρχή είχα άγχος, είχα ένταση, ήμουν όμως ευχαριστημένη», λέει η Αργυρώ, η οποία τον φούρνο της στην οδό Αρριανού τον ονόμασε «Γλυκό Ψωμί», όχι πικρό. «Πλέον, κάθε μέρα στις 3 ξεμένω από ψωμί και οι περισσότεροι εκπλήσσονται ακούγοντας ότι είναι η πρώτη μου φορά σε δική μου επιχείρηση, που έγινε με λίγα, γιατί πιστεύω στο low budget, αρκεί να συνδυάζεται με γούστο και αισθητική. Υπάρχει σωματική κούραση σε όλο αυτό, συνηθίζεται όμως γιατί αξίζει. Οταν έρχονται οι ειδικοί και μας λένε ότι πρέπει να τονώσουμε την οικονομία, εγώ σκέφτομαι ότι τονώνω τη διάθεσή μου».

«Η δική μου Ιθάκη είναι η Κεφαλονιά», λέει η Κατερίνα. «Εχω δυνάμεις, τις αντλώ από την οικογένειά μου, από τους συμφοιτητές μου. Ο σύζυγος μουρμουρίζει, αλλά τα δίνει όλα. Μόνο το οικονομικό και η απόσταση με ζορίζουν, θα ήταν όμως άδικο να γίνει εξαίρεση για μένα από τη σχολή. Οπως και να έχει, είμαι περήφανη. Οι κακεντρέχειες δεν με έχουν αγγίξει. Παρακαλώ τον Θεό να πάρω το πτυχίο μου και μετά ας πεθάνω. Οσοι το σκέφτονται, να μη διστάσουν. Υπάρχει καλύτερο πράγμα από το να μαθαίνεις σε όλη σου τη ζωή; Από το να είσαι σε μια συντροφιά και να μπορείς να πεις δυο κουβέντες; Γιατί είμαστε άνθρωποι και όχι ζώα».

Ιδέες δηλαδή που ακούγονται, λες και μπορούν να πραγματοποιηθούν σχεδόν από τον καθένα. «Αυτό που συνιστούμε εμείς είναι η δραστηριότητα», λέει ο Γιάννης Κούρος. Ακόμη και μια πρίζα που θα αλλάξεις, ένα πλεκτό που θα ολοκληρώσεις, μπορεί να σου δώσουν ικανοποίηση, ευχαρίστηση, διάθεση για ζωή και δράση. Αν κάθεσαι και παίζεις το κομπολόι σου, λέγοντας τι χάλια που είναι η ζωή, η κατάθλιψη είναι δίπλα. Η μοιρολατρία είναι το χειρότερο. Γενική καραμέλα είναι η δραστηριότητα και ίσως ανακαλύψουμε και κάτι που έχει απολαβές». Δραστηριότητα λοιπόν και όχι παραίτηση είναι η απάντηση. Δραστηριότητα, σε όποια μορφή της θεωρεί αποτελεσματικότερη ο καθένας.