Οταν τα φώτα στο Θέατρο της Επιδαύρου έσβησαν και ο σκηνοθέτης Σπύρος Ευαγγελάτος πήρε τη θέση του στο κάτω κάτω και ακριανό διάζωμα, η Μήδεια είχε ήδη αρχίσει να ξετυλίγει την τραγική ιστορία της. Ηταν στις 21:26 όταν η ηρωίδα του Ευριπίδη εξέφερε τα πρώτα λόγια και τα βλέμματα όλων ήταν στραμμένα πάνω της (ή του). Κι αυτό αφού ένας αγνώριστος Κιμούλης με πορφυρό μανδύα ιαπωνικής χροιάς (διά χειρός Γιάννη Μετζικώφ) έλεγε: «Υπάρχουν πολλοί τρόποι που οδηγούν στον γκρεμό» σε μετάφραση Κ. Χ. Μύρη, που επίσης ήταν παρών τη δεύτερη μέρα της παράστασης. Ηταν η ώρα που η Μήδεια οργάνωνε το φονικό των παιδιών της, ξυπόλητη, και προσθέτοντας: «Εγώ τους έδωσα το φως, εγώ θα τους το πάρω». Κι αν ο θυμός έλεγε είναι πιο ισχυρός από τη λογική, η δυσαρέσκεια του κοινού για το κινητό τηλέφωνο άγνωστου θεατή που επαναλαμβανόμενα ακουγόταν ήταν εμφανής, που όμως δεν πτόησε τον έμπειρο Γιώργο Κιμούλη.

Πάντως, με δύο τρία σκηνοθετικά ευρήματα η παράσταση κέρδισε το κοινό, που μόνο θετικά σχόλια έκανε για την ερμηνεία του Κιμούλη. Αυτή η Μήδεια, για παράδειγμα, δεν είχε παιδιά επί σκηνής, μόνο τον ήχο του γέλιου και του κλάματός τους πριν από το φονικό. Επίσης, ο Χορός (κι αυτός μόνον από άνδρες) λίγο πριν από το έγκλημα έβγαλε τις μάσκες, έμεινε με κίτρινα φορέματα, εκτός ενός που παρέμεινε στα μαύρα φορώντας τη μάσκα του και κρατώντας ένα κουπί σε μια έμμεση αναφορά στον Αδη και τον βαρκάρη της Αχερουσίας Λίμνης που σε λίγο θα συνόδευε τα δολοφονημένα παιδιά στον Κάτω Κόσμο.

Η «ΒΙΤΡΙΝΑ». Στο σκηνικό του Γιώργου Πάτσα κυρίαρχο ρόλο έπαιζε ένα γυάλινο κιβώτιο με φωτογραφία αρχαίου αγάλματος. Μέσα σε αυτό πραγματοποιήθηκε και η κλασική ανάληψη της Μήδειας (ως κόρης του Ηλιου) με τον Κιμούλη – Μήδεια φωτισμένον από τον Λευτέρη Παυλόπουλο, να μένει πίσω από την τοποθετημένη βιτρίνα σαν έκθεμα μουσείου, άπιαστο πια από τον Ιάσονα (Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος).

«Μήδεια» με ανδρική διανομή είχαμε πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1983 από τον ιαπωνικό θίασο Τόχο με πρωταγωνιστή τον Μικιτζίρο Χίρα στο Θέατρο του Λυκαβηττού. Η «Μήδεια» του Ευαγγελάτου έκανε τη δική της πρωτιά όσον αφορά το ελληνικό θέατρο.