Στα 46 του θεωρείται ένας «από τους πιο επιτυχημένους νεοκαπιταλιστές σε μια από τις τελευταίες κομμουνιστικές χώρες», αναφέρει χαρακτηριστικά ο αρθρογράφος της γαλλικής «Μοντ». Ο Γκούο Γκουανγκτσάνγκ βρίσκεται σταθερά τα τελευταία χρόνια στους 50 πλουσιότερους επιχειρηματίες της Κίνας βάσει της λίστας του «Forbes». Πολλοί είναι μάλιστα αυτοί που τον χαρακτηρίζουν «Μπάφετ της Κίνας» λόγω της επενδυτικής πολιτικής που ακολουθεί μέσω της διασποράς του επενδυτικού χαρτοφυλακίου σε διαφορετικούς οικονομικούς τομείς και εθνικές αγορές.

Τα δύο εκατομμύρια ευρώ της προσωπικής του περιουσίας έχουν επενδυθεί με προσοχή σε παραδοσιακούς τομείς της κινεζικής οικονομίας όπως η βιομηχανία βαρέων μετάλλων αλλά και στο θεωρούμενο Ελντοράντο της χώρας, στην αγορά ακινήτων. Σίγουρα όμως χωρίς την έξοδό του στην παγκόσμια αγορά δεν θα είχε κερδίσει την αναγνώριση από τους ομολόγους του. Το 2010 η εταιρεία που ίδρυσε μαζί με άλλους τρεις μηχανικούς, ο όμιλος Fosun, αγόρασε το 10% των μετοχών του γαλλικού ομίλου οργανωμένων διακοπών Club Med ενώ στη συνέχεια επένδυσε σε προϊόντα πολυτελείας αγοράζοντας μερίδια συμμετοχής στην ελληνική Folli Follie και στην αμερικανική St John Knit. Τίποτα το αξιοπερίεργο δεν θα μπορούσε να βρει κανείς στο βιογραφικό του πάμπλουτου Κινέζου αν ο ίδιος δεν είχε επιλέξει να αφιερώσει τα φοιτητικά του χρόνια στον κομφουκισμό. Στον δυτικό κόσμο οι σπουδές στη φιλοσοφία μπορεί να μη θεωρούνται απαραίτητες για έναν μάνατζερ, όμως σε μια χώρα όπως η Κίνα μετρούν περισσότερο κι από τα μάστερ στη διοίκηση επιχειρήσεων, που δεν είναι δα και δυσέρευτα στον κόσμο των επιχειρηματιών.