Στο βιβλίο του «Ευτυχία: μια επανάσταση στα οικονομικά» (MIT Press, 2008), ο ελβετός οικονομολόγος Μπρούνο Φρέι δίνει δέκα συμβουλές για το ευ ζην. Ανάμεσα σε αυτές είναι και μία που αφορά τους φίλους. «Να προσέχετε τους φίλους σας: είναι τα πιο πολύτιμα αγαθά, όσο και αν είναι τα λιγότερο εμφανή». Σοφή παρατήρηση. Κρίμα που ο συγγραφέας δεν προτείνει και κανένα κόλπο, αλλά στο κάτω κάτω οικονομολόγος είναι, όχι ψυχαναλυτής.

Ούτε ο Σαββόπουλος είναι ψυχαναλυτής ούτε και αυτός έχει πρακτικές λύσεις, τη διαπίστωση πάντως την έχει κάνει από το 1966: «Μη, μην το πεις, οι παλιοί μας φίλοι, μην το πεις, για πάντα φύγαν». Μισόν αιώνα πριν, από τον πρώτο του κιόλας δίσκο, και τα έχει πει όλα αυτός ο άνθρωπος, μυστήριο πράγμα. «Η ζωή αλλάζει δίχως να κοιτάζει/ τη δική σου μελαγχολία/ κι έρχεται η στιγμή για ν’ αποφασίσεις/ με ποιους θα πας και ποιους θ’ αφήσεις». Τ’ αποφασίζεις και την επιλογή σου αυτή την υπερασπίζεσαι με νύχια και με δόντια: οι σκέψεις που του δίνουν χαρά, λέει ο συνθέτης στην «Καθημερινή» με αφορμή τις επικείμενες παραστάσεις του «Πλούτου», είναι «η έγνοια για τη δουλειά, τα αγαπημένα πρόσωπα, τους συνεργάτες και τους φίλους». Τίποτα δεν είναι τυχαίο.

Πώς μπορείς να χάσεις έναν φίλο; Πέρα από συγκυριακούς ή γεωγραφικούς λόγους και φυσικά τον θάνατο, σημαντικό ρόλο παίζει χωρίς αμφιβολία η ιδεολογία. Θυμάμαι ότι είχα έρθει κάποτε σε γερή σύγκρουση με έναν φίλο για τον Μιλόσεβιτς, κάναμε χρόνια να μιλήσουμε. Στο βιβλίο του «Ποια δημοκρατία για την Ελλάδα μετά την κρίση;» (εκδ. Πόλις), ο Νίκος Αλιβιζάτος μιλά για την ανάγκη να υπερασπιστεί τα «βασικά» της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, «τα οποία τόσο επιπόλαια, συνειδητά ή ασυνείδητα, παλιοί φίλοι, ακόμη και σεβάσμιοι δάσκαλοι, σε μιαν έξαρση επικολυρικού παρορμητισμού, μας καλούν να παραβλέψουμε, για να κατανοήσουμε τάχα έναν κόσμο που πράγματι αλλάζει».

Οχι, αυτό δεν είναι ακριβώς ιδεολογία, είναι κάτι παραπάνω, είναι πίστη σε αδιαπραγμάτευτες αρχές και ιδανικά. Παρακολουθώντας τη δίκη του Αϊχμαν, η Χάνα Αρεντ έφτασε σε δύο βασικά συμπεράσματα, εξαιτίας των οποίων έχασε όλους της τους εβραίους φίλους. Ο κατηγορούμενος δεν ήταν τέρας, ούτε καν αντισημίτης, αλλά ένας υπάκουος εκτελεστής. Και τα εβραϊκά συμβούλια που διόρισε ο Χίτλερ λειτούργησαν ουσιαστικά ως συνεργάτες των Ναζί. Σύμφωνα με τις μεταγενέστερες έρευνες, και τα δύο αυτά συμπεράσματα ήταν μάλλον εσφαλμένα. Τότε όμως κρίνονται οι φίλοι, όταν κάνεις λάθος.

«Εγώ δεν αγαπώ λαούς, αγαπώ τους φίλους μου», απάντησε η εβραία φιλόσοφος όταν τη ρώτησε κάποιος πώς ήταν δυνατόν να στραφεί εναντίον του ίδιου του λαού της. Σκεφτείτε να έλεγε κάποιος κάτι τέτοιο σήμερα στην Ελλάδα.