Διάσημοι Ευρωπαίοι, από νομπελίστες μέχρι ολυμπιονίκες, έδωσαν μάχη για να «σώσουν» το πρόγραμμα ανταλλαγής φοιτητών Erasmus.

Και τα κατάφεραν. Μετά τις πιέσεις που άσκησαν, βρέθηκαν οι πόροι για να συνεχιστεί μία από τις πιο επιτυχημένες πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που αφορά στη διά βίου μάθηση και την κινητικότητα των φοιτητών.

Το Erasmus – από το όνομα του Ερασμου, του ολλανδού φιλόσοφου της Αναγέννησης – μέχρι σήμερα έχει δώσει την ευκαιρία σε περισσότερους από τρία εκατομμύρια φοιτητές από όλες τις χώρες της ΕΕ να σπουδάσουν για έναν χρόνο σε μια άλλη χώρα και να έρθουν έτσι σε επαφή με μια άλλη γλώσσα και κουλτούρα.

Το πρόγραμμα, που ξεκίνησε το 1987 με μια χούφτα φοιτητές, εξελίχθηκε με τα χρόνια στο, αδιαμφισβήτητα, πιο αποτελεσματικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα που χρηματοδοτείται από την ΕΕ.

Μόνο κατά την φετινή ακαδημαϊκή χρονιά έστειλε 270.000 νεαρούς Ευρωπαίους να φοιτήσουν σε πανεπιστήμια άλλων χωρών.

Λόγω της λιτότητας και των περικοπών, ωστόσο, η χρηματοδότηση του προγράμματος περιορίστηκε σημαντικά, τόσο που ο προϋπολογισμός του για το 2012 παρουσίαζε έλλειμμα 90 εκατομμυρίων ευρώ.

Μετά από πιέσεις που άσκησαν τόσο οι φοιτητές όσο και προσωπικότητες με ιδιαίτερη αίγλη, όπως ο νομπελίστας οικονομολόγος Χριστόφορος Πισσαρίδης και η ιταλίδα Ολυμπιονίκης Ελίζα Ντι Φραντσίσκα, βρέθηκε χρηματοδότηση για να συνεχιστεί το πρόγραμμα.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε ότι 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ από τον προϋπολογισμό του 2014-20 θα δοθούν για την εκπαίδευση και περίπου 1,5 δισεκ. από αυτά τα χρήματα αφορούν το Erasmus.

Ο Χανς Αλ, ένας καθηγητής στο πανεπιστήμιο Μιντ της Σουηδίας που συμμετέχει στο πρόγραμμα εδώ και μια δεκαετία, χαρακτήρισε «σοφή πρόταση» το σχέδιο της Επιτροπής.

«Από πολιτικής και ανθρωπιστικής πλευράς, θεωρώ ότι είναι κρίσιμης σημασίας να γνωρίζουμε άλλες κουλτούρες και διαφορετικούς τρόπους σκέψης σε καθημερινή βάση», τόνισε.

Τα τελευταία χρόνια το Erasmus έχει επίσης αναδειχθεί σε αποτελεσματικό μέσο καταπολέμησης της ανεργίας των νέων. Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι, σε σύγκριση με τους συνομηλίκους τους, οι συμμετέχοντες στο πρόγραμμα έχουν περισσότερες πιθανότητες να βρουν δουλειά.