Ο νεαρός κινέζος επιχειρηματίας που κρατήθηκε όμηρος από τους αδελφούς Τσαρνάεφ τη νύχτα της καταδίωξής τους μίλησε για τον εφιάλτη που έζησε στα χέρια τους και το φόβο ότι θα πεθάνει, μέχρι να καταφέρει να δραπετεύσει όταν το αυτοκίνητό του χρειάστηκε βενζίνη.

Ο «Ντάνι», όπως ζήτησε να τον αποκαλούν ο 26χρονος, παραχώρησε αποκλειστική συνέντευξη στην εφημερίδα Boston Globe.

Ηταν αυτός που ειδοποίησε την αστυνομία, επιτρέποντάς της να εντοπίσει και να καταδιώξει τους δύο αδελφούς τη νύχτα της 18ης προς τη 19η Απριλίου. Ο μεγαλύτερος, ο Ταμερλάν, σκοτώθηκε εκείνο το βράδυ. Ο μικρότερος, ο Τζοχάρ, συνελήφθη την επομένη, σοβαρά τραυματισμένος.

Στις 11 το βράδυ της 18ης Απριλίου, ο 26χρονος επιχειρηματίας βρισκόταν στο ολοκαίνουργιο αυτοκίνητό του και έστελνε ένα SMS με το κινητό του τηλέφωνο, όταν ο Ταμερλάν Τσαρνάεφ του χτύπησε το τζάμι του παραθύρου. Λίγη ώρα νωρίτερα, το FBI είχε δώσει στη δημοσιότητα τις φωτογραφίες των υπόπτων για τις βομβιστικές επιθέσεις στον Μαραθώνιο της Βοστώνης.

Ο Ντάνι κατέβασε το τζάμι και ο Ταμερλάν άνοιξε την πόρτα και μπήκε μέσα, απειλώντας τον με ένα όπλο. Του είπε ότι είναι ο δράστης της επίθεσης και ότι μόλις σκότωσε έναν αστυνομικό. Κατόπιν τον διέταξε να βάλει μπροστά το αυτοκίνητο, και ο Τζοχάρ ακολούθησε με ένα άλλο όχημα.

Λίγο αργότερα και τα δύο αυτοκίνητα σταμάτησαν, ο 19χρονος Τζοχάρ φόρτωσε στο όχημα του Ντάνι κάτι που ο ίδιος νόμισε ότι ήταν «αποσκευές», επιβιβάστηκε και συνέχισαν την πορεία τους. Αυτήν τη φορά, στο τιμόνι κάθισε ο Ταμερλάν.

«Σκεφτόμουν ότι ο θάνατος είναι τόσο κοντά. Σκεφτόμουν ότι δεν θέλω να πεθάνω. Έχω πολλά όνειρα που δεν τα έχω πραγματοποιήσει» είπε ο 26χρονος στη συνέντευξή του.

Η οδύσσειά του με τους αδελφούς Τσαρνάεφ κράτησε 90 λεπτά.

Στην πορεία, τους εξήγησε ότι είναι Κινέζος και ότι δεν έχει πολύ καιρό που βρίσκεται στις ΗΠΑ. «Για αυτό δεν μιλάς καλά αγγλικά. Είσαι Κινέζος, μάλιστα… Εγώ είμαι μουσουλμάνος» φέρεται να του είπε ο Ταμερλάν. «Οι Κινέζοι είναι φίλοι με τους μουσουλμάνους» απάντησε ο Ντάνι, αγωνιώντας να σώσει τη ζωή του.

Οι αδελφοί του ζήτησαν την πιστωτική κάρτα του και έβγαλαν χρήματα από ένα μηχάνημα αυτόματης ανάληψης. Τους άκουσε να μιλάνε μεταξύ τους σε άλλη γλώσσα και διέκρινε τη λέξη «Μανχάταν». Αμέσως μετά ο Ταμερλάν τον ρώτησε αν το αυτοκίνητό του μπορεί να βγει από την Πολιτεία της Μασαχουσέτης. «Τι εννοείς;» ρώτησε ο Ντάνι. «Για παράδειγμα, να πάει στη Νέα Υόρκη» του απάντησαν.

Ο Ντάνι βρήκε την ευκαιρία που έψαχνε όταν το αυτοκίνητο έμεινε από βενζίνη. Στο βενζινάδικο ο Τζοχάρ γέμισε το ρεζερβουάρ και μπήκε μέσα για να πληρώσει. Ο Ταμερλάν είχε αφήσει το όπλο του και μελετούσε το GPS. «Σκεφτόμουν: πρέπει να κάνω δύο πράγματα. Να βγάλω τη ζώνη και ν’ ανοίξω την πόρτα και να βγω γρήγορα. Αν δεν τα καταφέρω θα με σκοτώσουν».

Ο νεαρός Κινέζος πρόλαβε να βγει τρέχοντας και να φτάσει σε ένα άλλο βενζινάδικο, στην απέναντι πλευρά του δρόμου, όπου ζήτησε από τον υπάλληλο να ειδοποιήσει την αστυνομία.

Στη συνέντευξή του ο Ντάνι τόνισε ότι δεν δέχεται να τον χαρακτηρίζουν ήρωα. «Δεν αισθάνομαι ήρωας. Προσπαθούσα να σώσω τη ζωή μου» ανέφερε.