Πριν από λίγες ημέρες εμφανίστηκε στις προθήκες των γαλλικών βιβλιοπωλείων μια βιογραφία. Αυτή τη φορά το πρόσωπο που βιογραφείται δεν είναι η πρώην, η νυν ή η επόμενη Πρώτη Κυρία. Είναι μια Ρωσίδα που έφθασε στη Γαλλία σαν κατάσκοπος από το κρύο και αρνήθηκε τον ρόλο της χήρας – Μπάρμπι για να διευθύνει μια οικονομική αυτοκρατορία αλλά και μια θρυλική ποδοσφαιρική ομάδα

Οι Γάλλοι είχαν βρει διάφορους λόγους για να είναι δύσπιστοι απέναντι στη Μαργκαρίτα Μπογκντάνοβα, χήρα και κληρονόμο του Ρομπέρ Λουί Ντρεϊφούς, του μεγιστάνα εβραϊκής καταγωγής που άφησε την τελευταία του πνοή στα 63 του χρόνια χτυπημένος από λευχαιμία. Κάποιους έκανε καχύποπτους η διαφορά ηλικίας των 16 χρόνων. Σε πολλούς κινούσε υποψίες ο τρόπος γνωριμίας –το ζεύγος είχε γνωριστεί σε μια αεροπορική πτήση και τα κουτσομπολιά έλεγαν ότι εκείνη τον είχε σαγηνεύσει ξεπατικώνοντας την κινηματογραφική «Εμμανουέλα». Αλλοι εντόπιζαν το πρόβλημα στην καταγωγή. Τι άλλο θα μπορούσε να είναι αυτή η ξανθιά Μπάρμπι αν όχι μία από τις δεκάδες χιλιάδες καλλονές από την Ανατολική Ευρώπη που επιστράτευαν το κορμί τους για να πιάσουν την καλή; Κι αν δεν ήταν ένα από εκείνα τα κορίτσια, μήπως είχε στρατολογηθεί από τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες για να βάλει χέρι στην περιουσία ενός από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο; Η υποψία έγινε σχεδόν βεβαιότητα όταν η Μαργκαρίτα διεκδίκησε με σθένος τη διαχείριση της οικονομικής αυτοκρατορίας μετά τον θάνατο του Ρομπέρ τον Ιούλιο του 2009 στη Ζυρίχη.

ΧΡΥΣΗ ΧΗΡΑ. Η σκληρή μάχη που έδωσε για να μην περιοριστεί στον ρόλο της θλιμμένης χήρας ενέτεινε τις υποψίες ότι ο πόθος της για τα πλούτη ήταν πολύ μεγαλύτερος από την αγάπη της για τον σύζυγό της. Το παρασκήνιο αυτής της μάχης, από την οποία η Μαργκαρίτα βγήκε θριαμβεύτρια, γεμίζει πολλές από τις σελίδες της βιογραφίας που υπογράφει η δημοσιογράφος Ελσα Κονεσά. Ο τίτλος του βιβλίου είναι ενδεικτικός: «Μαργκαρίτα Λουί – Ντρεϊφούς: Ερευνα στην πιο κρυφή περιουσία της Γαλλίας».

Το πόνημα επιχειρεί να ρίξει φως και σε έναν άλλο γρίφο που στα μάτια πολλών Γάλλων φαίνεται αδιάλυτος. Γιατί η «μαντάμ MLD», όπως την αποκαλούν οι Γάλλοι, αποφάσισε να κρατήσει στην ιδιοκτησία της και την Ολιμπίκ Μαρσέιγ, την ομάδα του πιο θρυλικού λιμανιού της Γαλλίας; Πότε προέκυψε αυτός ο έρωτας με το ποδόσφαιρο; Τι έκανε τη Μαργκαρίτα να πετάει στη Μασσαλία με το ιδιωτικό της τζετ για να παρακολουθήσει τον αγώνα της ομάδας με τα παιδιά της και να επιστρέφει την επομένη πρωί πρωί στη Ζυρίχη για να μη χάσουν το σχολείο; Η καχυποψία για τις πραγματικές προθέσεις της Μαργκαρίτα κάμφθηκε μόνο ελαφρώς από τα τρία παιδιά που χάρισε στον σύζυγό της. Αλλά η μόνη που λύγισε εντελώς ήταν η μητέρα του Ρομπέρ. Στην αρχή, δεν μπορούσε να καταλάβει τον λόγο για τον οποίο ο γιος της ζητούσε κάτι περισσότερο από μια περιπέτεια με αυτή τη Ρωσίδα, γιατί ήθελε να την παντρευτεί. Αντιστάθηκε σθεναρά στον γάμο, περιορίστηκε στις απολύτως απαραίτητες επαφές με τον γιο της, τη νύφη δεν ήθελε ούτε να τη δει. Η πεθερά έσπασε μόνο όταν η Μαργκαρίτα την επισκέφθηκε με τα τρία παιδιά. Για καλή της τύχη, έμοιαζαν και τα τρία στον πατέρα τους.

Η τύχη δεν ήταν πάντα με το μέρος της Μαργκαρίτα. Η ίδια συνηθίζει να λέει ότι γεννήθηκε δύο φορές. Η μία ήταν στις 18 Ιουνίου του 1962 στην Αγία Πετρούπολη –τότε Λένινγκραντ. Η δεύτερη φορά, η πραγματική, σύμφωνα με την ίδια, ήταν στα επτά της χρόνια, όταν οι γονείς της έχασαν τη ζωή τους σε σιδηροδρομικό δυστύχημα. «Η ζωή μου άρχισε μετά τον θάνατο των γονιών μου, έχω ξεχάσει οτιδήποτε είχε συμβεί πριν», είχε δηλώσει σε μια συνέντευξή της. Ενα από τα πράγματα που έχει να θυμάται μετά την τραγική απώλεια ήταν η ανέχεια. Την ανατροφή της Μαργκαρίτα ανέλαβε ο παππούς της. Φανατικός κομμουνιστής, ηλεκτρολόγος μηχανολόγος στο επάγγελμα, προσπάθησε να δώσει στην εγγονή του τα πνευματικά εφόδια που θα ήθελαν να πάρει οι γονείς της, ο μηχανολόγος μηχανικός πατέρας της και η μητέρα της, υπάλληλος σε μια βιβλιοθήκη. Αλλά δεν μπορούσε να της προσφέρει κανενός είδους υλική άνεση. Οπως οι περισσότεροι κάτοικοι του Λένινγκραντ, ο 60χρονος Λεονίντ ζούσε σε μια κομουνάλκα, ένα από τα διαμερίσματα των μεγάρων της αριστοκρατίας τα οποία είχαν κατασχεθεί μετά την επανάσταση του 1917 για να φιλοξενηθούν οι εργατικές οικογένειες που έρχονταν από την περιφέρεια. Το διαμέρισμα της οικογένειας Μπογκντάνοφ δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ένα μεγάλο δωμάτιο, στο οποίο τα μέλη της κοιμούνταν και έτρωγαν. Η Μαργκαρίτα έζησε εκεί με τον παππού της, την τρίτη σύζυγό του, τη 10χρονη κόρη του, αλλά και τη μητέρα του.

Οι ένοικοι έπρεπε να στηθούν στην ουρά για να μαγειρέψουν στην κοινή κουζίνα ή να πλυθούν στα κοινά μπάνια.

Ηταν μια δύσκολη καθημερινότητα, η οποία όμως δεν διέφερε σε τίποτε από την καθημερινότητα εκατομμυρίων πολιτών της Σοβιετικής Ενωσης. Η Μαργκαρίτα ξέχασε την ανέχεια και αφιερώθηκε στις σπουδές της. Το αποτέλεσμα ήταν ένα «κόκκινο πτυχίο» στη Φιλολογία, η ανώτατη πανεπιστημιακή διάκριση στη Σοβιετία. Η πτυχιούχος Μαργκαρίτα θα έπρεπε να περιμένει άλλα πέντε χρόνια και την περεστρόικα για να περάσει τα σύνορα της χώρας της με προορισμό την Ελβετία. Με πέντε γλώσσες στις αποσκευές της δεν δυσκολεύτηκε να βρει δουλειά σε μια επιχείρηση. Το επόμενο κεφάλαιο της μυθιστορηματικής ζωής της θα γραφόταν σε ένα αεροπλάνο.

ΣΤΗ ΛΙΣΤΑ ΤΟΥ «ΦΟΡΜΠΣ». Η απώλεια του Ρομπέρ ήταν ένα σκληρό χτύπημα. Αλλά ίσως και μια ευκαιρία να αποδείξει ότι ήταν κάτι περισσότερο από μια ρωσίδα Μπάρμπι. Ακόμη και μετά τη βιογραφία που κυκλοφόρησε προχθές, πολλοί θα εξακολουθήσουν ενδεχομένως να αναρωτιούνται εάν είναι σφετερίστρια, μια μαύρη χήρα, ή απλώς μια μητέρα που ανησυχεί για τα παιδιά της.

Εκείνο που δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς είναι ότι πρόκειται για μια εξαιρετική διάδοχο του συζύγου της στο τιμόνι μιας οικονομικής αυτοκρατορίας που αρχίζει από το εμπόριο γεωργικών προϊόντων και φτάνει ώς τις τηλεπικοινωνίες και το ποδόσφαιρο. Η Μαργκαρίτα Λουί – Ντρεϊφούς φιγουράρει στην 198η θέση της λίστας του περιοδικού «Φορμπς» με τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο και δείχνει ικανή να ανέβει ακόμη πιο ψηλά. Ισως μόνο τότε και ο τελευταίος καχύποπτος Γάλλος θα υποκλιθεί με ένα γαλλικότατο «chapeau» στη «μαντάμ MLD».

ΕΙΠΕ

Εγώ έχωστην καρδιά μου τη Μαρσέιγ. Οι Καταριανοί βλέπουνστην Παρί Σεν Ζερμέν μόνο μια επένδυση

ΕΙΠΑΝ ΓΙ’ ΑΥΤΗΝ

Εκ πρώτης όψεως έχει όλα τα κλισέ. Είναι ξανθιά, σύζυγος ενός δισεκατομ-μυριούχου, Ρωσίδα, φοράει γούνες και κοσμήματα. Αλλά αυτή η γυναίκα δεν είναι σε καμία περίπτωση «γλάστρα»