Φλωράς: «Είπες τίποτα, παιδί μου;».

Παπασταύρου: «Οχι, απλώς εμούγκρισα, κύριε καθηγητά. Στα διαλείμματα μουγκρίζω. Δικαίωμά μου δεν είναι;»

Φλωράς: «Βεβαίως. Και δικαίωμά σου είναι και υποχρέωσή σου, να θυμάσαι πού και πού τη μητρική σου».

Αν υπήρχε τοπ τεν ατάκας στις ταινίες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, σίγουρα θα διεκδικούσε μία από τις πρώτες θέσεις το «Ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο» του Αλέκου Σακελλάριου (σενάριο και σκηνοθεσία) που προβλήθηκε στις αίθουσες της Αθήνας και του Πειραιά το 1959 και έκοψε για την Finos Film 239.530 εισιτήρια.

Ο έρωτας της κακομαθημένης Παπασταύρου (Αλίκη Βουγιουκλάκη) και του αυστηρού, πλην όμως γοητευτικού, νέου καθηγητή Φλωρά (Δημήτρης Παπαμιχαήλ), με φόντο την αστική τάξη μιας Αθήνας που φαίνεται να έχει βρει τον βηματισμό της μετά τα δεινά της Κατοχής και του Εμφυλίου, έμελλε να γίνει για κάμποσες δεκαετίες το παραμύθι όλων των 16χρονων μαθητριών – για να μην πούμε ότι ακόμα έχει κάτι που τις κρατάει…

Οπως κάτι είχε κι εκείνο το κορίτσι που έκανε το 1954 την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση στο «Ποντικάκι» και από τότε δεν σταμάτησε να το κυνηγάει ο φακός. Ώς το ’59 που την είδαμε ως Παπασταύρου στην ταινία του Σακελλάριου, είχε προλάβει να πρωταγωνιστήσει σε 11 ταινίες και έναν χρόνο μετά την προβολή του «Ξύλου» θα έπαιρνε το βραβείο α’ γυναικείου ρόλου στο νεόκοπο 1ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ταινία της Finos Film «Μανταλένα».

Η Αλίκη ήξερε να σαγηνεύει τον φακό, να παίζει μαζί του. Γνώριζε ακόμα και να τοποθετεί τη φωνή της σωστά – χωρίς βέβαια να ισχυριστεί ποτέ ότι ήταν τραγουδίστρια. Το «Ξύλο» έμελλε να είναι και η πρώτη της συνεργασία με τον Μάνο Χατζιδάκι που εκείνα τα χρόνια έκανε πολλή δουλειά για τον εμπορικό κινηματογράφο.

Ετσι κέρδιζε τα προς το ζην. Αλλά δεν του πολυάρεσε κιόλας. Μπορεί τα τραγούδια εκείνα να τον έκαναν αγαπητό σε κάθε γωνιά της Ελλάδας – ήταν η χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου – αλλά ήταν ξεκάθαρο σε όλους ότι δεν τον εξέφραζαν καλλιτεχνικά.

Το «Γκρίζο γατί» και το «Εχω ένα μυστικό» (και τα δύο σε μουσική Χατζιδάκι και στίχους Σακελλάριου) έκαναν την πρώτη τους εμφάνιση στην ταινία «Το ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο» κι έπειτα κυκλοφόρησαν σε 45άρι (είχε λανσαριστεί στην ελληνική αγορά ένα χρόνο πριν) κι έσπασαν κάθε προηγούμενο ρεκόρ πωλήσεων (περισσότερα από 100.000 αντίτυπα). Λέγεται μάλιστα ότι ήλθε από την Ολλανδία ο διευθυντής της Philips για να δώσει στην Αλίκη τον πρώτο χρυσό δίσκο που δόθηκε ποτέ στην Ελλάδα.

Βλέποντας κάποιος σήμερα (για άλλη μία φορά) την ταινία, καταλαβαίνει αμέσως γιατί είχε τέτοια εμπορική απήχηση το «Γκρίζο γατί». Δεν είναι μονάχα η καλή χημεία μεταξύ συνθέτη και στιχουργού. Δεν είναι μόνο οι στίχοι ή η μουσική. Το σενάριο ή οι ατάκες. Ούτε καν η τσαχπινιά και η φρεσκάδα της πρωταγωνίστριας που φοράει παντελόνι κάπρι και έχει ξανθύνει ήδη αρκετά για να μοιάζει με τις ξένες συναδέλφους της.

Είναι που το «τσα τσα» της και τα καμώματά της, τα οποία συνοδεύονται στη συγκεκριμένη σκηνή απ’ όλες της τις συμμαθήτριες – είναι η ανατολή μιας νέας, αισιόδοξης εποχής, στο άρμα της οποίας έχει σκαρφαλώσει και η Ελλάδα.

Νέα ήθη και νέα πρόσωπα. Και το μάρκετινγκ των καιρών με τις ανάγκες του. Η Αλίκη ντυμένη γατούλα, αναρτημένη σε όλα τα περίπτερα, μέσα από το περιοδικό «Φαντασία», φώναζε σε όλους τους Ελληνες «νιάου» και το… πάρτι άρχιζε με τσα τσα τσα.
Την ίδια χρονιά

– Οι θρύλοι του ροκ εν ρολ Μπάντι Χόλι (φωτογραφία), Ρίτσι Βάλενς και Μπιγκ Μπόπερ χάνουν τη ζωή τους σε αεροπορικό δυστύχημα.

– Τερματίζεται η βρετανική κυριαρχία στην Κύπρο και ιδρύεται το ανεξάρτητο κυπριακό κράτος

– Επιστρέφει ο Μίκης Θεοδωράκης από το Παρίσι στην Αθήνα και ηχογραφεί τον «Επιτάφιο» σε ποίηση Ρίτσου

– Στην ελληνική δισκογραφία σταματάει η παραγωγή δίσκων 78 στροφών

– Το λαϊκό τραγούδι στο φόρτε του: «Ζιγκουάλα» με Στέλιο Καζαντζίδη, «Μου σπάσανε τον μπαγλαμά» με Μπιθικώτση, «Δεν θέλω πια να ξαναρθείς» με Μαίρη Λίντα, «Σιγανοψιχάλισμα» με Πάνο Γαβαλά, «Αλλα μου λέν’ τα μάτια σου» με Πόλυ Πάνου

«Το γκρίζο γατί»-στίχοι

Στίχοι:

Αλέκος Σακελλάριος

Μουσική:

Μάνος Χατζιδάκις

Πρώτη εκτέλεση:

Αλίκη Βουγιουκλάκη

Μια φορά κι έναν καιρό

μπήκε η γάτα στο χορό

με γοβάκια και φουρό

κι απ’ την πολλή χαρά

κουνούσε την ουρά

Κι όταν φούντωσε ο χορός

κι έγινε πιο ζωηρός

ένας γάτος πονηρός

τη ζύγωσε απαλά

και είπε πονηρά

Νιάου νιάου, βρε γατούλα

με τη ροζ μυτούλα

γατούλα μου μικρή

Νιάου, σε έχουνε μη στάξει

κι είναι από μετάξι

η γούνα σου η γκρι

Στ’ αληθινά, δεν ξανάδα πουθενά

δυο ματάκια γαλανά, τόσο φωτεινά

και σοβαρά, είναι η πρώτη μου φορά

που είδα να κουνάν ουρά, τόσο πονηρά