«Φθάνουμε;». «Σε πόση ώρα;». «Πότε θα φάμε;». «Ζαλίζομαι». Με ένα παιδί στο πίσω κάθισμα, τα μεγάλα ταξίδια με αυτοκίνητο συχνά χάνουν μεγάλο μέρος της γοητείας τους. Με δύο παιδιά, τα πράγματα δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο. Με τέσσερα, όσο περισσότερα χιλιόμετρα γράφει το καντράν τόσο πιο δυνατός γίνεται ο πονοκέφαλος των γονιών. Οχι όμως για τον Χέρμαν και την Καντελαρία Ζαπ, το ζευγάρι που σε διάστημα 11 χρόνων έχει γυρίσει τρεις ηπείρους, έχει διανύσει περισσότερα από 230.000 χλμ., έχει αποκτήσει τέσσερα παιδιά κι ακόμη έχει μπροστά του πολύ δρόμο…

Η ταξιδιωτική περιπέτεια της ζωής τους άρχισε το 2000. Επειτα από τέσσερα χρόνια ευτυχισμένου έγγαμου βίου, ο κύριος και η κυρία Ζαπ ήταν πλέον βέβαιοι πως η στασιμότητα δεν ταιριάζει ούτε στην ιδιοσυγκρασία τους ούτε στο είδος της σχέσης τους. Με παρακαταθήκη λοιπόν ένα αυτοκίνητο-αντίκα – ένα Graham Paige του ’28 που χρησιμοποιούσε ο παππούς τού Χέρμαν στο αγρόκτημά του και τους το δώρισε μαζί με μερικές συμβουλές – και ελάχιστα χρήματα στο πορτοφόλι, κίνησαν να ανακαλύψουν τον κόσμο. «Ημασταν ευτυχισμένοι, είχαμε ό,τι θα επιθυμούσε ένα νέο ζευγάρι, όμως αισθανόμασταν ότι πρέπει να φύγουμε», θυμάται ο Χέρμαν, που αυτή την περίοδο βρίσκεται με την οικογένειά του στις Φιλιππίνες.

Αφετηρία του ατέρμονου ταξιδιού τους ήταν η Αργεντινή και πρώτη τους «Ιθάκη» η Αλάσκα. Στην Αργεντινή γνωρίστηκαν όταν ήταν ακόμη παιδιά – εκείνος 10 κι εκείνη 8 ετών -, ερωτεύτηκαν και παντρεύτηκαν. Εκτοτε, με ταχύτητα μόλις 65 χλμ./ώρα, όση δηλαδή μπορεί να αναπτύξει το σαραβαλάκι τους, διέσχισαν τη Νότια και τη Βόρεια Αμερική, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία και τώρα την Ασία.

Το 2004 επέστρεψαν στην Αργεντινή έχοντας ξοδέψει και τις τελευταίες οικονομίες τους. Εκαναν ένα μικρό διάλειμμα λίγων εβδομάδων και ύστερα από ώριμη σκέψη καταστάλαξαν πως δεν θέλουν να μείνουν για πάντα εκεί∙ πόσω μάλλον να μπουν στη διαδικασία να αγοράσουν δικό τους σπίτι. Αντ’ αυτού αποφάσισαν να συνεχίσουν να οδηγούν και να βασιστούν στην καλοσύνη του κόσμου, με την ελπίδα πως θα εξασφαλίσουν με αυτόν τον τρόπο στέγη, τροφή και καύσιμα.

Από τότε δεν σταμάτησαν ποτέ να οδηγούν, χωρίς αυτό να τους εμποδίσει να επεκτείνουν την οικογένειά τους κατά τέσσερα νέα μέλη, όλα διαφορετικής εθνικότητας: τον οκτάχρονο Πάμπα που γεννήθηκε στη Βόρεια Καρολίνα, τον πεντάχρονο Τέχου που γεννήθηκε στην Αργεντινή, την τριών ετών Πάμελα, γέννημα-θρέμμα Καναδά, και τη μόλις ενός έτους Γουάλαμπι που γεννήθηκε στην Αυστραλία. Τις νύχτες, η μηχανή του αυτοκινήτου σβήνει. Η εξαμελής οικογένεια στήνει το αντίσκηνό της και περιμένει το ξημέρωμα για να ξεκινήσει πάλι με την ησυχία της τον γύρο του κόσμου. Πολύ συχνά αναζητούν – και βρίσκουν – καλοσυνάτους ντόπιους, πρόθυμους να τους φιλοξενήσουν για ένα βράδυ ή και για περισσότερο. «Δεν πρόκειται για άθλο αποκλειστικά της οικογένειάς μου», τονίζει ο 42χρονος σήμερα Χέρμαν και εξηγεί πως σε αυτή την προσπάθεια έχουν συμβάλει τα τελευταία 11 χρόνια 12.000 άνθρωποι. «Περίπου στο 90% των περιπτώσεων φιλοξενούμαστε σε σπίτια. Μια οικογένεια, στις Φιλιππίνες, μας φιλοξένησε στην γκαρσονιέρα της. Μας έδωσαν να φάμε το τελευταίο κομμάτι κρέας που είχαν, μας παραχώρησαν το ένα και μοναδικό κρεβάτι τους και στο τέλος απολογήθηκαν γιατί δεν είχαν κάτι άλλο να μας προσφέρουν».

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Η διαρκής μετακίνηση σίγουρα στερεί από τα παιδιά τη δυνατότητα να πάνε στο σχολείο, όχι όμως και το δικαίωμά τους στην εκπαίδευση. Αυτό το έχουν αναλάβει οι γονείς τους μέσω μιας υπηρεσίας στο Ιντερνετ, η οποία τους παρέχει τακτικά μια ενημερωμένη έκδοση της διδακτέας ύλης. Κάθε φορά που κάνουν στάση και έχουν πρόσβαση σε υπολογιστή, τυπώνουν τα πιο πρόσφατα μαθήματα και με αυτά διδάσκουν τα παιδιά τους. «Υπάρχει καλύτερος τρόπος να μορφωθούν από το να δουν τον κόσμο;», αναρωτιέται ο Χέρμαν. Και δίνει την απάντηση μόνος του: «Τα παιδιά μου έχουν δει διαστημικό λεωφορείο να εκτοξεύεται, έχουν μάθει διαφορετικές λέξεις σε διαφορετικές γλώσσες κι έχουν γνωρίσει από κοντά πολλούς διαφορετικούς πολιτισμούς».

Κάθε φορά που τον ρωτούν αν προτίθεται να τραβήξει χειρόφρενο, ο Χέρμαν είναι κατηγορηματικός: «Εχουμε διανύσει περίπου όση απόσταση χωρίζει τη Γη από τη Σελήνη και σκοπεύουμε να συνεχίσουμε».