Να υλοποιήσει την προεκλογική του δέσμευση και να κλείσει τη φυλακή στο Γκουαντάναμο κάλεσε τον πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα η Επίτροπος της ΕΕ για την ασφάλεια Σεσίλια Μάλστρομ. «Δέκα χρόνια πέρασαν από τότε που άνοιξε το Γκουαντάναμο και είναι ντροπή που εξακολουθούν να κρατούνται εκεί άνθρωποι χωρίς να έχουν δικαστεί», έγραψε στο twitter.

Στις 22 Ιανουαρίου του 2009, δύο ημέρες μετά την ορκωμοσία του, ο Ομπάμα υπέγραψε διάταγμα που προέβλεπε το κλείσιμο μέσα σε σύντομο διάστημα της διαβόητης φυλακής όπου κρατούνται –έξω από το Διεθνές Δίκαιο και κάθε νομιμότητα– άτομα που θεωρείται ότι ανήκουν σε τρομοκρατικές οργανώσεις ή σχετίζονται με τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.

Επανερχόμενος τη Δευτέρα στο ζήτημα ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι το κλείσιμο της στρατιωτικής φυλακής εξακολουθεί να βρίσκεται μεταξύ των στόχων του, αν και κάνει λόγο για εμπόδια που υπάρχουν για την τήρηση της δέσμευσης που πάντως παραμένει «εξίσου ακλόνητη».

Οι πολιτικές πιέσεις και από τις δύο παρατάξεις, η άρνηση των χωρών από τις οποίες κατάγονται κρατούμενο ίνα τους δεχτούν πίσω αλλά και τεράστια και ανεπίλυτα νομικά προβλήματα της κράτησης αυτών των ανθρώπων είναι από τους βασικότερους λόγους που κρατούν το στρατόπεδο ανοιχτό μέχρι σήμερα.

Παρά τη μείωση του αριθμού των κρατουμένων, με μεταφορά τους σε τρίτες χώρες (και αυτή όχι χωρίς αντιρρήσεις), στο στρατόπεδο παραμένουν 171 κρατούμενοι. Από τον Ιανουάριο του 2002, στο Γκουαντάναμο κρατήθηκαν συνολικά 779 ύποπτοι από 48 χώρες, εκ των οποίων 220 Αφγανοί.

Για 89 από τους κρατούμενους, για τους οποίους οι στρατιωτικές Αρχές των ΗΠΑ θεωρούν ότι μπορούν να απελευθερωθούν, δεν υπάρχει μέρος που θα τους δεχτεί. Κάποιες από τις χώρες καταγωγής τους, όπως η Υεμένη, η Σαουδική Αραβία, το Πακιστάν ή το Αφγανιστάν, ούτως ή άλλως δεν βλέπουν με ενθουσιασμό την ιδέα να δεχθούν υπηκόους τους που κατηγορούνται για τρομοκρατική δράση, ακόμη και αν δεν έχει αποδειχθεί η ενοχή τους.

Επιπλέον, Ρεπουμπλικάνοι, αλλά και Δημοκρατικοί ήταν αντίθετοι σε οποιαδήποτε μεταφορά κρατουμένων του Γκουαντάναμο σε αμερικανικό έδαφος για να δικαστούν από πολιτικά δικαστήρια

Αλλά πολλοί μιλούν και για έλλειψη πολιτικής βούλησης και αποφασιστικότητας εκ μέρους του Μπαράκ Ομπάμα που, όπως λένε, δεν βρήκε το θάρρος, όταν μπορούσε στην αρχή της θητείας του, να χρησιμοποιήσει το πολιτικό του κεφάλαιο για να καταργήσει το Γκουαντάναμο.

Σε κάθε περίπτωση τόσο οι Αμερικανοί νομικοί όσο και οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα λένε ότι δεν υπάρχει ούτε ένας λόγος, ούτε με όρους Δικαίου, ούτε από άποψη αντιτρομοκρατικής στρατηγικής, να διατηρούν οι ΗΠΑ αυτή τη φυλακή και να αρχίσουν πάλι τις δίκες υπόπτων σε ειδικά στρατοδικεία.

Υποστηρίζουν ότι οι κρατούμενοι, που βαφτίστηκαν εντελώς αυθαίρετα «μαχητές του εχθρού», μία διάκριση που δεν υπάρχει σε κανένα Δίκαιο, πρέπει ή να αφεθούν ελεύθεροι, ή να έχουν μια δίκαιη δίκη σε πολιτικά, ομοσπονδιακά δικαστήρια στις ΗΠΑ, κάτι στο οποίο αντιτίθεται συστηματικά το Κογκρέσο.

Οι παράνομες συλλήψεις και κρατήσεις, έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων, οι ομολογίες που αποσπάστηκαν με βασανιστήρια και δεν θα γίνονταν ποτέ δεκτές από ένα ομοσπονδιακό δικαστήριο συνθέτουν μια εικόνα που πείθει τους Αμερικανούς ότι μόνο σε ειδικά στρατοδικεία θα μπορούσαν να υπάρξουν καταδίκες για όσους κατηγορούνται ως οι πλέον επικίνδυνοι τρομοκράτες, ακυρώνοντας στην πράξη την πρόθεση του Ομπάμα να κλείσει η φυλακή.