Αν τεθεί ερώτημα για το ποιος ποδοσφαιριστής είναι πιο πολύ υποτιμημένος στη συνείδηση των φιλάθλων, ο Νταβίντ Φουστέρ θα αποσπάσει μεγάλο μερίδιο των απαντήσεων. Ο Ισπανός ήρθε άγνωστος και άσημος, χωρίς να τον συνοδεύουν ιδιαίτερα κολακευτικές συστάσεις.

Κι όμως, την περασμένη σεζόν αναδείχθηκε σε ένα από τα κλειδιά της κόκκινης επιτυχίας. Σε τούτο το πρωτάθλημα δεν άρχισε τόσο καλά ή – για να είμαστε ακριβείς – οι ρυθμοί του ήταν ελαφρώς χαλαροί. Την εβδομάδα που πέρασε ο Φουστέρ έπεισε γιατί ο Βαλβέρδε δεν τον βγάζει με τίποτα από την ενδεκάδα. Γκολ στο Λονδίνο κόντρα στην Αρσεναλ, γκολ και χθες απέναντι στον ΠΑΟΚ. Και τι γκολ, αλήθεια. Τρύπωσε στην άμυνα ανάμεσα στα σέντερ μπακ (πόσο έλειψε ο Κοντρέρας στον ΠΑΟΚ…), έπιασε την κεφαλιά – ψαράκι και τίναξε τον ενθουσιασμό των γηπεδούχων στα ύψη. Κάπου εκεί κρίθηκε το ντέρμπι. Γιατί ο Φουστέρ διαθέτει αυτή την τακτική ικανότητα που στερούνται πάρα πολλοί ποδοσφαιριστές. Μπαίνει στις φάσεις εκεί που δεν το περιμένεις, ισοδυναμεί με ενοχλητικό ζιζάνιο για την αντίπαλη άμυνα, τόσο απρόβλεπτος στις κινήσεις του.

Επιπρόσθετα, ο μέσος του Ολυμπιακού δίνει το έναυσμα για το ανηλεές πρέσινγκ έξω από την περιοχή. Τρέχει, πιέζει, κόβει μπάλες. Τόσο υποτιμημένος (στον κόσμο), μα τόσο χρήσιμος.

Από κοντά και ο Τοροσίδης. Ισως το μεγάλο κέρδος του Ολυμπιακού μέσα σε ένα πενθήμερο. Σταθερός στην άμυνά του και με ανεβάσματα γνώριμα της προσωπικότητάς του. Το δοκάρι στην έδρα της Αρσεναλ τον όπλισε με δύναμη. Απέναντι στον Βιεϊρίνια είχε την άνεση και την πίστη ότι θα πιάσουν οι δύο ντρίμπλες του. Επιασαν. Η δε σέντρα ήταν καταπληκτική, ξυραφιά.

Ο καλός και αξιόπιστος Τοροσίδης δεν είναι δύναμη μόνο για τον Ολυμπιακό. Αποτελεί όπλο και για την εθνική ομάδα, ένας παίκτης πολύ χρήσιμος ενόψει των ραντεβού με Κροατία και Γεωργία.