Ένα πείραμα στα 8.000 μέτρα της «νεκρής ζώνης» του Έβερεστ ανοίγει νέους δρόμους στην Ιατρική. Πρωταγωνιστές ήταν μια ομάδα Βρετανών γιατρών που κατέγραψαν τα χαμηλότερα επίπεδα οξυγόνου στο αίμα τους για να καταλάβουν πώς αντιδρούν οι ασθενείς τους στην υποξαιμία.


Το να μένεις ημίγυμνος όταν βρίσκεσαι στην ψηλότερη κορυφή του κόσμου, με τον άνεμο να πνέει με ταχύτητα 8 Μπωφόρ και τη θερμοκρασία να φθάνει τους 25 βαθμούς κάτω από το μηδέν, μοιάζει με τρέλα- ακόμη κι αν το κάνεις για την επιστήμη. Αυτή την τρέλα έκανε ο 35χρονος Ντάνιελ Μάρτιν και άλλοι τρεις συνάδελφοί του, μέλη μιας ομάδας γιατρών που ανέβηκε στο Έβερεστ. Ο αναισθησιο- λόγος με εξειδίκευση στην εντατική θεραπεία είχε τα χαμηλότερα επίπεδα οξυγόνου στο αίμα του που έχουν καταγραφεί ποτέ σε άνθρωπο- υποτίθεται ότι δεν θα έπρεπε να είναι ζωντανός. Κι όμως, παρά το γεγονός ότι το δείγμα που πήρε από τη μηριαία αρτηρία του (στη βουβωνική χώρα) έδειξε τόσο χαμηλά επίπεδα, ο ίδιος περπατούσε και μιλούσε κανονικά.

Το παρακινδυνευμένο πείραμα πραγματοποιήθηκε για να ρίξει φως στη θεραπεία ασθενειών, όπως η κυστική ίνωση, το εμφύσημα και το σύνδρομο κυάνωσης των βρεφών, κατά τις οποίες ο ασθενής παρουσιάζει χαμηλά επίπεδα οξυγόνου στο αίμα. Το επίπεδο οξυγόνου του Ντάνιελ Μάρτινς μετρήθηκε στα 2,25 κιλοπασκάλ, ήταν δηλαδή 80% χαμηλότερο από τα κανονικά επίπεδα και κάτω από το μισό του επιπέδου που οδηγεί έναν ασθενή στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Επικεφαλής της ομάδας των γιατρών ορειβατών ήταν ο Μάικ Γκρόκοτ καθηγητής Ιατρικής σε ακραίες περιβαλλοντικές συνθήκες στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Τα επίπεδα οξυγόνου που βρέθηκαν στο δικό του αίμα ήταν ελαφρώς υψηλότερα από αυτά του Ντάνιελ Μάρτιν. «Δεν έχουμε δει ποτέ τέτοια επίπεδα σε ασθενείς που δεν έχουν απώλεια συνείδησης, αλλά μόνο σε ανθρώπους που έχουν υποστεί καρδιακή ανακοπή. Κι όμως μιλούσαμε κανονικά στον ασύρματο, κινούμασταν και κάναμε το πείραμα», δηλώνει.

Οι ορειβάτες έφθασαν στην κορυφή του Έβερεστ τα ξημερώματα της 22ας Μαΐου του 2007. Εκεί, έβγαλαν τις μάσκες οξυγόνου για να προσαρμοστούν οι πνεύμονές τους στο λίγο οξυγόνο της ατμόσφαιρας και έστησαν μια μικρή σκηνή. Ένας ένας σέρνονταν μέσα και κατέβαζαν το παντελόνι τους, ενώ ένας συνάδελφός τους έβαζε μια βελόνα στη μηριαία αρτηρία τους. Όταν συγκεντρώθηκαν τα τέσσερα δείγματα, ένας Σέρπα τους οδήγησε στο πρόχειρο εργαστήριο που είχαν στήσει 2.000 μέτρα πιο κάτω. Η εξήγηση για την επιβίωσή τους είναι ένας συνδυασμός εγκλιματισμού (πέρασαν 60 ημέρες σε μεγάλο υψόμετρο) και γενετικών παραγόντων, ο οποίος τους επέτρεψε να χρησιμοποιούν το οξυγόνο πιο αποτελεσματικά. «Το καλό σε αυτή την υπόθεση είναι ότι μας βοήθησε να καταλάβουμε πώς προσαρμόζονται οι ασθενείς στην υποξαιμία», σημειώνει ο δρ Γκρόκοτ. «Φαίνεται ότι κάποιες από τις επεμβάσεις μας, όπως η παροχή οξυγόνου ή ο έντονος αερισμός, μπορεί να βλάπτουν αντί να ωφελούν».

Υποξαιμία: η έλλειψη οξυγόνου στο αίμα


ΠΟΝΟΚΕΦΑΛΟΣ, κόπωση και δύσπνοια είναι ορισμένα από τα πρώτα συμπτώματα που εμφανίζει ένας άνθρωπος, όταν έχει μειωμένη ποσότητα οξυγόνου στο αίμα. Άλλα συμπτώματα είναι η ζαλάδα, η σύγχυση, ευφορία ή ναυτία. Επίσης, το δέρμα αποκτά κυανό χρώμα, καθώς τα αιμοφόρα αγγεία σκουραίνουν εξαιτίας της έλλειψης οξυγόνου. Σε σοβαρές περιπτώσεις, ο ασθενής μπορεί να πέσει σε κώμα ή και να χάσει τη ζωή του. Η φυσική αντίδραση του οργανισμού στην υποξαιμία είναι η αύξηση της ποσότητας της αιμοσφαιρίνης. Αυτό παρατηρείται κατά τον εγκλιματισμό του οργανισμού σε μεγάλο υψόμετρο. Καθώς, όμως, το αίμα γίνεται πιο ιξώδες ή «παχύρρευστο» αναγκάζει την καρδιά να λειτουργεί και να καταβάλει μεγαλύτερη προσπάθεια ως αντλία με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο κίνδυνος καρδιακής προσβολής.