ΑΡΝΟΥΝΤΑΙ οποιαδήποτε εκποίηση περιουσίας του μοναστηριού οι ζηλωτές μοναχοί της Μονής Εσφιγμένου του Αγίου Όρους. Όπως υποστηρίζουν, οι ποινικές διώξεις που ασκήθηκαν από την Εισαγγελία Θεσσαλονίκης έχουν στόχο την ποινικοποίηση των θεολογικών αντιθέσεών τους με τη μοναστική κοινότητα και τη νέα αδελφότητα της Εσφιγμένου.

Ο εισαγγελέας έχει ασκήσει ποινική δίωξη για απιστία εις βάρος του Δημοσίου, άμεση συνέργεια σε αυτήν και υπεξαίρεση εις βάρος νομικού προσώπου, μετά τις καταγγελίες της νέας αδελφότητας της Μονής Εσφιγμένου ότι έχουν υπογραφεί συμβολαιογραφικές πράξεις, με τις οποίες δωρήθηκαν μεγάλες εκτάσεις από την ακίνητη περιουσία του μοναστηριού. Οι εκτάσεις αυτές βρίσκονται εκτός της μοναστικής Πολιτείας και οι συμβάσεις που πήρε στα χέρια του ο εισαγγελέας έχουν υπογραφεί κυρίως από οργανώσεις παλαιοημερολογιτών.

«Ακόμη μία φορά οι κατηγορίες που στοιχειοθετούν την ποινική δίωξη της Ι.Μ. Εσφιγμένου είναι αβάσιμες», αναφέρουν στην ανακοίνωσή τους οι ζηλωτές. «Ουδέποτε εκποιήσαμε οτιδήποτε είναι περιουσιακό στοιχείο της Μονής, ακόμη και αν θέλαμε δεν θα μπορούσαμε αφού προϋποθέτει έγκριση της Ιεράς Κοινότητας», προσθέτουν.

Σε ανακοίνωση που προηγήθηκε των ποινικών διώξεων οι ζηλωτές αναφέρθηκαν στην παραχώρηση της ψιλής κυριότητας των ακινήτων που βρίσκονται στον Νομό Αττικής, για τα οποία τώρα διώκονται. Όπως αναφέρουν, τα συγκεκριμένα ακίνητα περιήλθαν στην περιουσία του μοναστηριού την περίοδο της χούντας, όταν ο τότε Αρχιεπίσκοπος Ιερόθεος αποφάσισε τη διάλυση των μοναστηριών των παλαιοημερολογιτών.

«Σχεδόν όλα τα μοναστήρια των παλαιοημερολογιτών για να διασωθούν προσέφυγαν στο Άγιον Όρος και τυπικά ονομάστηκαν μετόχια διαφόρων μονών προκειμένου να κρατήσουν τις περιουσίες τους», υποστηρίζουν οι ζηλωτές.