Είναι γνωστό στους περισσοτέρους ότι τα θέματα της επικαιρότητας και κατ΄ επέκταση του τηλεοπτικού ρεπορτάζ εμφανίζουν μια περιοδικότητα. Συχνά οι ειδήσεις και ο τονισμός τους συμβαδίζουν με τις εποχές. Το καλοκαίρι πυρκαγιές, τον χειμώνα χιόνια και τα Χριστούγεννα όπως και το Πάσχα ληστείες. Σε όλες τις περιπτώσεις στην εποχή της δημοσιογραφίας του «ανθρώπινου ενδιαφέροντος» πρέπει να εμφανιστούν απλοί άνθρωποι, γιατί, όπως όλοι γνωρίζουν, τα καλά θύματα δίνουν πόντους στην απήχηση του ρεπορτάζ.

Όλα αυτά είναι γνωστά και εν πολλοίς κατανοητά. Τι γίνεται όμως όταν προκαλείται ένα είδος πανικού; Τελευταία περίπτωση είναι, όπως σχεδόν κάθε χρόνο άλλωστε τέτοια εποχή, οι ληστείες στα σπίτια, στους δρόμους, στα τερματικά των τραπεζών κι όπου σχεδόν μπορεί ο απλός πολίτης να κινηθεί. Νέα ρεπορτάζ προστίθενται καθώς δεν υπάρχουν άλλες συνταρακτικές ειδήσεις αγανακτισμένων ετοιμοπόλεμων πολιτών να «πάρουν τα όπλα» και να προφυλαχθούν, αφού κανείς δεν τους προστατεύει, και η πολιτεία ως συνήθως είναι ανίκανη να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, όπως και τόσα άλλα.

Τ ι γίνεται όμως με όλους εμάς τους υπόλοιπους; Οι περισσότεροι έχουμε αρχίσει να φοβόμαστε, να τρέμουμε να πάμε ώς και στο σουπερμάρκετ, να αφήσουμε το σπίτι μας και ακόμη περισσότερο να πάμε στις τράπεζες. Για τους ηλικιωμένους, που πλέον συμμετέχουν στα δρώμενα του κόσμου μέσα από τις τηλεοπτικές εικόνες, ο φόβος είναι μεγαλύτερος. Λίγο πολύ οι περισσότεροι φοβόμαστε ακόμα και να ανοίξουμε τις πόρτες για τα κάλαντα.

Ο φόβος όμως σταδιακά μάς κάνει καχύποπτους στις κοινωνικές μας εκδηλώσεις. Κι αυτό γιατί ο κόσμος της τηλεόρασης μακροπρόθεσμα αποτελεί έναν σιωπηρό οδηγό συμπεριφοράς, μας υποβάλλει τι να πιστεύουμε, πώς να αντιλαμβανόμαστε τον πραγματικό κόσμο, πώς να αναγνωρίσουμε τον κίνδυνο, πώς να αποφασίζουμε ποια δράση είναι κατάλληλη σε δεδομένες περιστάσεις και ακόμα πώς να εκτιμούμε τους γύρω μας και τις πιθανές ενέργειές τους. Αυτές και άλλες εκτιμήσεις και δράσεις δεν απομονώνονται από το άμεσο περιβάλλον μας και η τηλεόραση αποτελεί ένα μεγάλο μέρος αυτού του περιβάλλοντος,

ΠΟΤΕ ΠΡΙΝ

στην ιστορία, οι βίαιες πράξεις δεν έτυχαν τόσο μεγάλης και συχνής δημοσιότητας, είτε διαμέσου των ενημερωτικών εκπομπών είτε διαμέσου των ψυχαγωγικών προγραμμάτων

του νέου κοινού πεδίου αναφοράς μας.

Ο φόβος, συχνά σε συνδυασμό με τη βία, αποτελεί πλέον το κεντρικό μήνυμα της συνολικής τηλεοπτικής εκροής (ειδήσεις, ντοκιμαντέρ, δραματικές σειρές κ.τ.λ.). Έτσι, οι άνθρωποι καταλήγουν σταδιακά να φοβούνται όλο και περισσότερο, να απαιτούν όλο και μεγαλύτερη προστασία, με αποτέλεσμα να αποδέχονται ή να καλωσορίζουν την επιθετικότητα των θεσμών χάριν της ασφάλειάς τους. Ο φόνος προκαλεί φόβο κι έτσι ένα είδος σπειροειδούς διαδικασίας τίθεται σε λειτουργία.

Πράγματι, το πρόβλημα της εγκληματικότητας έχει αυξηθεί, αλλά πάντα υπήρχε. Απλώς στο Λεκανοπέδιο μαζευτήκαμε πολλοί και ως επακόλουθο τα κρούσματα αυξήθηκαν χωρίς να ανασυνταχθούν οι αντίστοιχες αστυνομικές υπηρεσίες. Αν ανατρέξει όμως κανείς στον Τύπο παλαιότερων εποχών, θα διαπιστώσει εύκολα ότι και τότε ο κόσμος δεν ήταν «όμορφος και αγγελικά πλασμένος». Αλλά ποτέ πριν στην ιστορία οι βίαιες πράξεις δεν έτυχαν τόσο μεγάλης και συχνής δημοσιότητας, είτε διαμέσου των ενημερωτικών εκπομπών είτε διαμέσου των ψυχαγωγικών προγραμμάτων.

Από τη στιγμή που η τηλεόραση έχει καταλάβει το κέντρο του πολιτισμού επιδρά και στα προϊόντα του. Η τηλεόραση συμβάλλει, για να θυμηθούμε τον Τζορτζ Γκέρμπνερ, στην «καλλιέργεια» μιας «υπερβολικής αίσθησης κινδύνου και δυσπιστίας». Γιατί ο φόβος που μπορεί να καλλιεργεί η συμβολική βία είναι πιθανότατα ένας πιο αποτελεσματικός (και ψυχαγωγικός) μηχανισμός κοινωνικού ελέγχου παρά η πραγματική βία. Κι όπως ο Γκέρμπνερ το έχει θέσει, μια αυξανόμενη και ευρέως διαδεδομένη αίσθηση του φόβου, του κινδύνου και της ανησυχίας μπορεί να ενισχύσει τις αξιώσεις για μεγαλύτερη ασφάλεια κι αυτό με τη σειρά του μπορεί να σημαίνει μεγαλύτερη νομιμοποίηση της εξουσίας που υπόσχεται να ικανοποιήσει αυτά τα αιτήματα, καθώς και δημιουργία εκείνων των συνθηκών που συντελούν στην καταστολή και την υπονόμευση των ατομικών ελευθεριών.

Άλλωστε, όπως πολλοί μελετητές το έχουν θέσει, ο σύγχρονος πολιτισμός της επιτήρησης στηρίζεται στα θεμέλια της αποπλάνησης, της επιθυμίας, του φόβου, και της σωτηρίας. Έτσι, λοιπόν, καθώς τα νέα συστήματα επικοινωνίας και διαχείρισης κινδύνου αυξάνονται, ο φόβος και η ανασφάλεια καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος του συμβολικού μας τοπίου.

Ο Στέλιος Παπαθανασόπουλος είναι καθηγητής στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών.