«Ψηλά τα χέρια». Έρευνες… ρουτίνας από την αστυνομία του Σάο Πάολο στις

φτωχογειτονιές της πόλης

ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ και βιομηχανική πρωτεύουσα της Βραζιλίας, τα τάγματα

θανάτου δεν συνδέονται με κάποια συμμορία αλλά με την Αστυνομία. Σύμφωνα με

καταγγελίες, άνδρες της σκότωσαν περίπου 300 άτομα μέσα σε 8 ημέρες τον Μάιο

προκειμένου να εκδικηθούν με αυτόν τον τρόπο τον θάνατο 40 αστυνομικών, στο

Σάο Πάολο.

«Αυτές οι δολοφονίες αποτελούν τη μεγαλύτερη σφαγή από την Αστυνομία στη

σύγχρονη Ιστορία της Βραζιλίας». Την άποψη αυτή του νομικού Λούτσιο Φράνκα

συμμερίζονται απλοί πολίτες που έγιναν μάρτυρες των εγκλημάτων, άλλοι

επαγγελματίες του νομικού κλάδου της χώρας και τα περισσότερα μέλη της

ανεξάρτητης επιτροπής που συστήθηκε για να ερευνήσει «τη σφαγή» του περασμένου

Μαΐου.

Όλα άρχισαν όταν μια συμμορία των φυλακών, η αποκαλούμενη Πρώτη Διοίκηση της

Πρωτεύουσας (PCC) επιτέθηκε στις δυνάμεις του νόμου και της τάξης σε ένδειξη

αντίδρασης για την απομόνωση που επέβαλαν οι Αρχές του Σάο Πάολο σε φυλακές

υψίστης ασφαλείας στους φυλακισμένους ηγέτες της οργάνωσης. Θύματα των

επιθέσεων αυτών έπεσαν περίπου 40 αστυνομικοί και αξιωματικοί των φυλακών.

Με το ίδιο νόμισμα

Οι αστυνομικές αρχές πιάστηκαν στον ύπνο. Η απάντησή τους όμως ήταν ζήτημα

χρόνου και έγινε με το ίδιο νόμισμα. Επισήμως – σε ανταλλαγές πυρών με

υπόπτους – δολοφονήθηκαν περισσότεροι από 100 άνθρωποι· ανεπίσημα όμως «μπορεί

και να ξεπερνούν τους 300». Ο Ρομέου Τούμα Τζούνιορ, ο οποίος ανέφερε τον

τελευταίο απολογισμό, υπήρξε επί δεκαετίες αρχηγός του γραφείου της Ιντερπόλ

στο Σάο Πάολο.

Σύμφωνα με τις έρευνες που έγιναν μέχρι τώρα, στα θύματα περιλαμβάνονται,

εκτός από μέλη της PCC, άτομα με Ποινικό Μητρώο χωρίς όμως διασυνδέσεις με την

Πρώτη Διοίκηση, όπως επίσης και άλλα που δεν είχαν εγκληματικό παρελθόν. Το

κοινό στοιχείο αυτών των τριών «ομάδων» είναι πως όλοι ήταν φτωχοί, στην

πλειονότητά τους μαύροι και προέρχονταν από τις υποβαθμισμένες συνοικίες της

πόλης που επί χρόνια πλήττονται από την αστυνομική βία. Μάρτυρες και συγγενείς

θυμάτων ανέφεραν ότι, σε αρκετές περιπτώσεις, η Αστυνομία σταματούσε τη νύχτα

νεαρούς και τους υπέβαλλε σε σωματική έρευνα για να διαπιστώσει αν είχαν στο

σώμα τους τατουάζ που παραπέμπουν σε σχέδια συμμοριών και ότι οι αστυνομικοί

που κατέφθασαν στον τόπο των εγκλημάτων εθεάθησαν να «καθαρίζουν» την περιοχή,

απομακρύνοντας κάλυκες και άλλα πιθανά ενοχοποιητικά στοιχεία. Προς το παρόν η

Αστυνομία αρνείται ότι οι άνδρες της υπερέβησαν τα όρια των αρμοδιοτήτων τους.

Όμως τη διαψεύδουν κατηγορηματικά τα αποτελέσματα από τις νεκροψίες σε 126

πτώματα· αποτελέσματα τα οποία βρίσκονται στο επίκεντρο της έκθεσης της

ανεξάρτητης επιτροπής, η οποία αναμένεται να ανακοινωθεί τον Οκτώβριο, μετά

τις προεδρικές εκλογές της προσεχούς Κυριακής. Σύμφωνα με τον καθηγητή

Ρικάρντο Μολίνα που πραγματοποίησε τις νεκροψίες, σε 88 περιπτώσεις πρόκειται

στην ουσία για εν ψυχρώ δολοφονία.

©The Times, 2006