Βαρύ το πλήγμα για το κύρος και την αξιοπιστία της γερμανικής ιατρικής

κοινότητας: τέσσερις κορυφαίοι επιστήμονες και αξιωματούχοι του τομέα της

Υγείας στη Γερμανία χρηματοδοτούνταν μυστικά επί χρόνια από καπνοβιομηχανίες

για να υποβαθμίσουν τους κινδύνους του καπνίσματος στην υγεία του ανθρώπου.

Την αποδοκιμασία της γερμανικής αλλά και της διεθνούς κοινής γνώμης προκαλεί

το σκάνδαλο που αποκαλύφθηκε μέσω του γερμανικού εβδομαδιαίου περιοδικού «Der

Spiegel». Σύμφωνα με αυτό, τέσσερις διακεκριμένοι επιστήμονες της ιατρικής

κοινότητας έλαβαν εκατομμύρια γερμανικά μάρκα κατά τη δεκαετία του 1980 και

στις αρχές της δεκαετίας του 1990 για να δημοσιεύσουν μεροληπτικά άρθρα και

εκθέσεις υπέρ του τσιγάρου.

Οι τέσσερις ειδικοί αρνούνται τις κατηγορίες, ωστόσο η βασική πηγή του

ρεπορτάζ δύσκολα αμφισβητείται.

Εκατομμύρια ευρώ

Οι τέσσερις που κατηγορούνται ότι εξαγοράστηκαν είναι ο Γιούργκεν φον Τρότσκε,

επικεφαλής του Τμήματος Ιατρικής Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Φράιμπουργκ,

ο Γιοχάνες Σάιγκριστ, ανώτατο επιστημονικό στέλεχος του Πανεπιστημίου Χάινριχ

Χάινε του Ντύσελντορφ, ο Γιοχάνες Γκόστομζικ από το Πανεπιστήμιο του

Άουγκσμπουργκ και ο πρώην επικεφαλής του γερμανικού Ομοσπονδιακού Γραφείου για

την Υγεία, Καρλ Ουμπέρλα. Από αυτούς, ο καθηγητής φον Τρότσκε καταγγέλλεται

ότι έλαβε μάρκα αξίας άνω των 350.000 ευρώ για να εκδώσει έρευνα στην οποία

αναφερόταν στις «ψυχο-κοινωνιολογικές χρήσεις του τσιγάρου». Στην ανάλυσή του

ο ακαδημαϊκός «αθώωνε» το τσιγάρο από τον εθιστικό του χαρακτήρα. Ο ίδιος είχε

παραλληλίσει τις διακρίσεις κατά των καπνιστών με την καταδίωξη των Εβραίων

από τους ναζί. Ο δρ Σάιγκριστ λέγεται ότι επείσθη από τη δεύτερη μεγαλύτερη

αμερικανική καπνοβιομηχανία RJ Reynolds να πραγματοποιήσει έρευνα για το αν το

τσιγάρο αυξάνει τους κινδύνους για εμφάνιση καρδιαγγειακών παθήσεων,

συνδέοντάς το όμως άμεσα με το στρες που προκαλείται από επαγγελματικούς

λόγους. Το ποσό που πιστεύεται ότι έλαβε ξεπερνά τα 150.000 ευρώ. Ο Γκόστομζικ

καταγγέλλεται ότι υπήρξε τακτικός αποδέκτης κεφαλαίων από τις

καπνοβιομηχανίες. Το 1980 δημοσίευσε έκθεση στην οποία απέρριπτε τους

κινδύνους από το παθητικό κάπνισμα ως «μη επιστημονικούς». Ο Καρλ Ουμπέρλα,

τέλος, αξιοποιώντας τις πολιτικές του δυνατότητες, ανέβαλε, με το αζημίωτο,

την έκδοση απόφασης επί επιστημονικής έκθεσης η οποία ζητούσε την απαγόρευση

της κουμαρίνης (χημική ουσία η οποία προκαλεί αναστολή του σχηματισμού

παραγόντων της πήξης του αίματος) στα τσιγάρα. Ο λόγος; Μια από τις

μεγαλύτερες καπνοβιομηχανίες διεθνώς, η Philip Morris, αλλά και ο όμιλος

εταιρειών British American Tobacco είχαν έτοιμα προς πώλησιν 36 εκατομμύρια

τσιγάρα που περιείχαν κουμαρίνη.

Επιμέλεια: Ρένα Δημητρίου