Ο ΠΡΟΧΘΕΣΙΝΟΣ σεισμός δεν αιφνιδίασε τους σεισμολόγους. Τον είχαν

προβλέψει. Ωστόσο, στο ερώτημα γιατί δεν προκλήθηκε τσουνάμι, οι ειδικοί δεν

μπορούν να δώσουν σαφή απάντηση. Προειδοποιούν όμως και για τρίτο μεγάλο

σεισμό. Μόλις πριν από λίγες ημέρες, στις 17 Μαρτίου, δημοσιεύθηκε στο

βρετανικό επιστημονικό περιοδικό «New Scientist» ότι ο καταστροφικός σεισμός

του Δεκεμβρίου, μεγέθους 9 Ρίχτερ, ο οποίος προκάλεσε τα παλιρροϊκά κύματα,

είχε αυξήσει τις γεωλογικές πιέσεις σε δύο γειτονικές γραμμές ρηγμάτων: στην

τάφρο της Σούντας (βλ. χάρτη) αλλά και στο ρήγμα που εντοπίζεται κάτω από την

Μπάντα Άτσεχ της Ινδονησίας. Σε αυτές τις περιπτώσεις, συνέχιζε το ίδιο άρθρο,

δημιουργούνται οι κατάλληλες προϋποθέσεις όχι μόνο για μετασεισμούς, αλλά και

για επανεμφάνιση του φαινομένου – και μάλιστα εις διπλούν.

H πρόβλεψη

Ο καθηγητής Τζον Μακλόσκεϊ από το Πανεπιστήμιο του Όλστερ στο Κολερέιν (B.

Ιρλανδία), που ηγήθηκε της έρευνας επί της οποίας στηρίχθηκε η πρόβλεψη, ήταν

σαφής: «Δυστυχώς, το φαινόμενο συμφωνεί πλήρως με τη μελέτη μας. Μας

ανησυχούσε το ενδεχόμενο να υπάρξουν δύο γεγονότα και, όπως φαίνεται, αυτό που

συνέβη ήταν το ένα. Πιθανότατα θα έχει αυξήσει επιπλέον την πίεση στο ρήγμα

που είχαμε επισημάνει (ρήγμα Σούντα)».

Το άλλο ρήγμα εντοπίζεται ακριβώς κάτω από την πόλη Μπάντα Άτσεχ, πρωτεύουσα

της επαρχίας Άτσεχ στο βορειότερο άκρο της Σουμάτρας. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη

πόλη που βρισκόταν εγγύτερα στο επίκεντρο του σεισμού του Δεκεμβρίου και –

κατά την ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου του Όλστερ – είναι και η

επικρατέστερη υποψήφια να πληγεί στο μέλλον από εξίσου μεγάλο σεισμό. Πότε θα

συμβεί αυτός, παραμένει ανοιχτό ερώτημα.

Τι λένε οι επιστήμονες

Το μόνο στο οποίο φαίνεται πως αστόχησαν οι επιστήμονες, ήταν το μέγεθος του

προβλεπόμενου – από προχθές πραγματικού – σεισμού. Είχαν προβλέψει μέγεθος 7,5

Ρίχτερ, επισημαίνει ο Michael Blackley στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας

«The Scotsman», ενώ ο σεισμός ήταν 8,7 Ρίχτερ. Και, αν και ισχυρότατος, δεν

προκλήθηκε τσουνάμι. Το ερώτημα είναι εύλογο: Γιατί ένας σεισμός 9 Ρίχτερ

προκαλεί τεράστια παλιρροϊκά κύματα και ένας άλλος, κατά τρεις βαθμούς

(Ρίχτερ) μικρότερος, όχι; Οι απαντήσεις των ειδικών ποικίλλουν και – το

πιθανότερο – οι λόγοι είναι περισσότεροι από ένας. Αν και η διαφορά για τον

κοινό νου δεν είναι μεγάλη – σημειώνει ο Simon Freeman στους «Τάιμς του

Λονδίνου» -, επιστημονικά η κλίμακα Ρίχτερ είναι λογαριθμική και κάθε βαθμός

ισοδυναμεί με 30πλάσια αύξηση της ενέργειας που απελευθερώνεται. Έτσι, στη

«γλώσσα» των σεισμών, ο σεισμός των 8,7 Ρίχτερ ήταν περίπου 15 φορές

μικρότερος από τον σεισμό του Δεκεμβρίου, και αυτή μπορεί να είναι μία

εξήγηση. Άλλη αιτία που επικαλούνται είναι ότι το εστιακό βάθος του σεισμού

της 28ης Μαρτίου (30 χιλιόμετρα) ήταν βαθύτερο από το αντίστοιχο της 26ης

Δεκεμβρίου (10 χιλιόμετρα) και έτσι η σεισμική δραστηριότητα έγινε κάτω από

την επιφάνεια της Γης – μόνο αν προκληθεί κίνηση στον ίδιο τον πυθμένα της

θάλασσας προκαλείται τσουνάμι.