Σε μια προσπάθεια να αποφορτισθούν οι εντάσεις στις γαλλογερμανικές σχέσεις

και στη διαμόρφωση ενός πλαισίου χρονοδιαγράμματος εντός του οποίου οι δύο

πλευρές θα προχωρήσουν στην ανανέωση των σχέσεών τους, η πολιτική ηγεσία

Γερμανίας – Γαλλίας παρακάθησε σε δείπνο χθες στο Στρασβούργο.

Σρέντερ – Σιράκ. Τ ο κλίμα στις σχέσεις Γαλλίας και Γερμανίας είχε ψυχρανθεί

στη διάσκεψη της Νίκαιας

Η πρώτη εντύπωση που δημιουργήθηκε είναι ότι θα συνεχίσουν να είναι η

κινητήρια δύναμη της ατμομηχανής για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, εν όψει της

διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της επόμενης Διακυβερνητικής Διάσκεψης

του 2004.

Η χθεσινή συνάντηση, μετά τη συνάντηση κορυφής Γερμανίας – Βρετανίας,

εντάσσεται στον εσωτερικό διάλογο για το μέλλον της Ευρώπης, που ξεκίνησε με

τη διάσκεψη της Νίκαιας.

«Χρειαζόμασταν μια ειλικρινή και φιλική συζήτηση προκειμένου να

επαναπροσδιορίσουμε τη συνεργασία μας», δήλωσε χθες ο Γάλλος υπουργός

Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Πιερ Μοσκοβισί.

Το άριστο κλίμα, που επικρατούσε στις γαλλογερμανικές σχέσεις, είχε ψυχρανθεί

στη διάσκεψη της Νίκαιας, όταν η Γαλλία αρνήθηκε να υποκύψει στο γερμανικό

αίτημα να αντικατοπτρίζεται η πληθυσμιακή υπεροχή της Γερμανίας και στον

αριθμό των ψήφων της στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.

Οι επιδιώξεις

Για τους Γάλλους, η νέα Γερμανία δεν διαφέρει από την παλαιά. Το Παρίσι

κατανοεί πως οι Γερμανοί θέλουν να πιάνουν μεγαλύτερο χώρο στην Ευρώπη,

επιδιώκοντας στενότερες σχέσεις και με τη Βρετανία.

Είχε προηγηθεί τη Δευτέρα το δείπνο εργασίας του πρωθυπουργού της Βρετανίας

Τόνι Μπλερ με τον Γερμανό καγκελάριο Γκέρχαρντ Σρέντερ, στο Βερολίνο.

Τα δείγματα που προέκυψαν θέλουν να επαναβεβαίωσε ο Σρέντερ την πρωτοκαθεδρία

του σε μια Ενιαία Ομοσπονδιακή Ευρώπη.

Ο χθεσινός «Μυστικός Δείπνος» ­ όπως απεκλήθη από τις εφημερίδες ­ της

πεντάδας Ζακ Σιράκ, Λιονέλ Ζοσπέν, Ιμπέρ Βεντρίν, Γκέρχαρντ Σρέντερ και Γιόσκα

Φίσερ είναι το λειώσιμο των επικοινωνιακών πάγων, προκειμένου να μπορέσει να

τεθεί επί τάπητος το «καυτό ζήτημα» του επαναπροσδιορισμού της βάσης των

προνομιακών σχέσεων Γερμανίας – Γαλλίας και του ρόλου τους για την πορεία και

την προοπτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα προβλήματα στις γερμανογαλλικές σχέσεις δεν είναι καινούργια. Ο

πολυθρύλητος άξονας άρχισε να τρίζει ήδη από τις αρχές της προηγούμενης

δεκαετίας ­ ταυτόχρονα με το άνοιγμα του Τείχους του Βερολίνου και την

ενοποίηση των δύο γερμανικών κρατών και τη συνακόλουθη ισχυροποίηση της νέας

Γερμανίας των 82 εκατομμυρίων κατοίκων, το ειδικό βάρος της οποίας ενισχύθηκε

ακόμη περισσότερο από την προοπτική της μετάθεσης προς Ανατολάς του

γεωπολιτικού κέντρου βάρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι ειδικές σχέσεις Γαλλίας – Γερμανίας ανάγονται θεσμικά στη Συνθήκη του

Ελυζέ, το 1963, που υπέγραψαν οι Ντε Γκωλ και Αντενάουερ, όπου η μεταπολεμική

συμφιλίωση των δύο χωρών απετέλεσε τον εκ των ων ουκ άνευ όρο για τη

διασφάλιση της ειρήνης στην ευρωπαϊκή ήπειρο και το θεμέλιο της Ευρωπαϊκής

Κοινότητας.

Πίσω από τον γαλλογερμανικό εναγκαλισμό βρισκόταν η λεγόμενη «σιωπηρή κοινή

συναίνεση» μεταξύ Ντε Γκωλ και Αντενάουερ, για την κατανομή των ρόλων καθενός:

η Γαλλία βοηθούσε μέσω της ειδικής σχέσης τη Γερμανία να ανακτήσει μία

πολιτική νομιμοποίηση στα ευρωπαϊκά πράγματα, με αντίτιμο την αναγνώριση από

την πλευρά του γερμανικού οικονομικού γίγαντα της πολιτικής πρωτοκαθεδρίας στη

Γαλλία.

Το ρήγμα

Το σύστημα των σχεδόν ισότιμων σχέσεων διαταράχθηκε με την επίλυση του

γερμανικού ζητήματος και την ενοποίηση. Η σύγκρουση στη Διακυβερνητική

Διάσκεψη της Νίκαιας ­ με αφορμή το θέμα της επανακατανομής των ψήφων που

αναλογούν σε κάθε χώρα στο Συμβούλιο, συνυπολογίζοντας το πληθυσμιακό κριτήριο

­ ήταν απλώς το κερασάκι στην τούρτα της κρίσης που επί δεκαετία σοβούσε.

Για τον καθηγητή Ρούντολφ φον Τάντεν ­ εντεταλμένο της γερμανικής κυβέρνησης

για τον συντονισμό των γερμανογαλλικών σχέσεων ­ το ιδικό και αναντικατάστατο

των γαλλογερμανικών σχέσεων παραμένει, αλλά η βάση τους χρειάζεται ανανέωση.

Στη Διάσκεψη του Νταβός αυτήν την εβδομάδα, η Ευρώπη έκλεψε την παράσταση. Από

τη μία η αισιοδοξία με την ισχυροποίηση του ευρώ, καθώς πλησιάζει η 1η

Ιανουαρίου 2002, οπότε και θα καταστεί ενιαίο νόμισμα. Και από την άλλη η

ενοποιημένη αγορά, που θα είναι πολύ μεγαλύτερη από των ΗΠΑ.

Νέες ευκαιρίες για την Ευρώπη

Οι Ευρωπαίοι είναι επόμενο να αντικρύζουν με περισσότερη αισιοδοξία το μέλλον,

αφού μετά την υιοθέτηση του ενιαίου νομίσματος θα διαθέτουν μια αγορά περίπου

του ίδιου μεγέθους με την αμερικανική. Νέες ευκαιρίες στην Ευρώπη προσελκύουν

επιχειρήσεις της νέας οικονομίας από τη Σίλικον Βάλεϊ που ανοίγουν ευρωπαϊκά

παραρτήματα επενδύοντας στη νέα τεχνολογία.

Οι ευρωπαϊκοί προσανατολισμοί αποσκοπούν στην εκμετάλλευση του δυναμικού του

Ίντερνετ, το οποίο πριν από την Ευρώπη κατέκτησε πρώτα τις ΗΠΑ. Η ανάπτυξη του

τομέα της νέας τεχνολογίας πραγματοποιήθηκε με ταχύτερους ρυθμούς τη χρονιά

που πέρασε. Για παράδειγμα, η ΙΒΜ της Ευρώπης σημείωσε αύξηση 18% έναντι

αύξησης 8% της αμερικανικής ΙΒΜ. Αν υπάρχει κάτι στο οποίο υστερεί ακόμη η

Ευρώπη σε σχέση με τις ΗΠΑ, είναι η ανάληψη επιχειρηματικού ρίσκου.

LINKS:

* www.bundesregierung.de/

*

www.premier-ministre.gouv. fr/fr/#

* europa.eu.int/