Έκπληκτοι οι Αμερικανοί συνειδητοποίησαν στις τελευταίες προεδρικές εκλογές

πως το εκλογικό τους σύστημα δεν έχει αλλάξει από το 1787. Δεν είναι οι μόνοι,

όμως, που έχουν συνηθίσει τη σταθερότητα. Το εκλογικό σύστημα στην Αγγλία δεν

έχει αλλάξει ουσιαστικά τα τελευταία 120 χρόνια. Και στη Γερμανία ισχύει ο

ίδιος εκλογικός νόμος από το 1956.

Στην Ελλάδα, ο εκλογικός νόμος υπήρξε πάντοτε μια μεταβλητή του πολιτικού

συστήματος, αφού η δυνατότητα της κυβέρνησης να τον αλλάζει κατά το δοκούν

αποδείχτηκε ισχυρό πολιτικό όπλο. Η αναθεώρηση του Συντάγματος, όμως, θέτει

φραγμούς σ’ αυτήν την πρακτική: εφεξής, κάθε αλλαγή του εκλογικού νόμου θα

ισχύει για τις μεθεπόμενες εκλογές, εκτός αν υπάρξει ευρύτερη συναίνεση της

Βουλής ­ απαιτούνται τα 2/3 ή 200 βουλευτές σύμφωνα με τη διάταξη που έχει

προτείνει ο εισηγητής της πλειοψηφίας Ευάγγελος Βενιζέλος.

Πάντως, η αλλαγή του εκλογικού νόμου είναι δεδηλωμένη πρόθεση της κυβέρνησης

και η υπουργός Εσωτερικών κ. Βάσω Παπανδρέου έχει δηλώσει ότι θέλει να ανοίξει

διάλογο για το θέμα αυτό μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος. Σύμφωνα με

στελέχη του κυβερνώντος κόμματος, ο εκλογικός νόμος βρέθηκε στο αντικείμενο

των συζητήσεων στις δύο τελευταίες συναντήσεις που είχε η υπουργός Εσωτερικών

με τον Πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη.

Όπως επισημαίνουν κυβερνητικοί κύκλοι, στο επίκεντρο της συζήτησης βρίσκεται

ένα μεικτό σύστημα εκλογής των βουλευτών με πρότυπο το γερμανικό σύστημα.

Υπάρχουν περισσότερα σενάρια: ένα αφορά την εκλογή των βουλευτών με σταυρό

στις ελάσσονες περιφέρειες και με λίστα στις μείζονες, ένα άλλο τη δημιουργία

μιας διευρυμένης λίστας επικρατείας 100 βουλευτών και τη διαίρεση της χώρας σε

200 μονοεδρικές περιφέρειες. Οι θιασώτες της τελευταίας παραλλαγής του

γερμανικού συστήματος υποστηρίζουν ότι θα συμβάλει στην αποκατάσταση της

προσωπικής επαφής του βουλευτή με τους πολίτες, ενώ επισημαίνουν ότι βάζει

ουσιαστικά φρένο στις προεκλογικές δαπάνες και στην εξάρτηση των υποψηφίων από

τα ΜΜΕ: οι μεν υποψήφιοι της λίστας δεν χρειάζονται πλέον την προβολή από τα

ΜΜΕ, ενώ για τους υποψήφιους στις μονοεδρικές περιφέρειες το μέγεθος του

εκλογικού σώματος στο οποίο απευθύνονται είναι ελεγχόμενο (αν είναι 200, το

μέτρο είναι 45.000).

Υπέρ του «γερμανικού συστήματος», με το επιχείρημα ότι προστατεύει τον

βουλευτή από τον εναγκαλισμό των ΜΜΕ και διαπλεκομένων, τάσσονται και

βουλευτές της αντιπολίτευσης, όπως είναι η κ. Μπακογιάννη: «Στην Ευρυτανία δεν

ενδιαφερόταν κανείς αν έβγαινα ή δεν έβγαινα στην τηλεόραση. Είμαι υπέρ του

γερμανικού εκλογικού συστήματος, επειδή υπό την προϋπόθεση της ουσιαστικής

δημοκρατικής λειτουργίας των κομμάτων επιτρέπει την ανάδειξη ικανών στελεχών

και υποψηφίων στις περιφέρειες», προσθέτει.

Δεν συμφωνούν όλοι: Πολλοί υποστηρίζουν ότι δημιουργεί βουλευτές δύο

ταχυτήτων. «Η εκσυγχρονιστική πρόθεση είναι αδιαμφισβήτητη, δεν πρέπει ωστόσο

να αγνοούμε την ελληνική πραγματικότητα. Τίποτε δεν εμποδίζει τον αρχηγό να

καταρτίσει τη λίστα κατά το δοκούν. Στις περιφέρειες, οι βουλευτές θα είναι

εκτεθειμένοι στα αιτήματα του εκλογικού σώματος και δεδομένου ότι δεν έχουν τα

μέσα να τα ικανοποιήσουν, θα προσπαθούν να επανεκλεγούν μπλοκάροντας το

κυβερνητικό έργο. Τα καλύτερα στελέχη θα κατευθύνονται στην Τοπική

Αυτοδιοίκηση που διανέμει πόρους και παράγει έργο, ενώ το επίπεδο της Βουλής

θα υποβαθμίζεται συνεχώς», υπογραμμίζουν στελέχη του κυβερνώντος κόμματος.

Η κυβέρνηση είναι εν γνώσει αυτών των προβληματισμών και θα λάβει τις

αποφάσεις της όχι μόνο με βάση τα επιχειρήματα της συζήτησης αλλά και τις

γενικότερες πολιτικές εξελίξεις. Κυβερνητικοί κύκλοι πάντως δεν αποκλείουν,

εφόσον υπάρξει ευρύτερη συμφωνία κομμάτων για τις αλλαγές, ο νέος εκλογικός

νόμος να εφαρμοστεί στις επόμενες εκλογές.

Ο εκπρόσωπος της Ν.Δ., Θόδωρος Ρουσόπουλος, πάντως, είναι κατηγορηματικός:

«Δεν πρόκειται να δεχτούμε αλλαγή εκλογικού νόμου τώρα». Κύκλοι της

αξιωματικής αντιπολίτευσης επισημαίνουν ότι σε κάθε περίπτωση, αν γίνει

αλλαγή, ο νόμος θα πρέπει να ισχύει από τις εκλογές του 2008» και προσθέτουν,

πως μπορεί ο ισχύων νόμος να μην είναι ο πλέον άψογος, αλλά η Ν.Δ. δεν

εμπιστεύεται πως η κυβέρνηση θα προχωρήσει σε αλλαγή εκλογικού νόμου χωρίς

αλχημείες.

Η Αριστερά, όμως, είναι δύσπιστη: «Μην εκπλαγείτε, αν τελικά η Ν.Δ. συναινέσει

σε μια παραλλαγή του γερμανικού εκλογικού νόμου εδώ και τώρα», υποστηρίζει ένα

στέλεχος του ΣΥΝ. «Η λίστα εξασφαλίζει και στον αρχηγό της αντιπολίτευσης τον

έλεγχό της. Όλα θα εξαρτηθούν από τον Αβραμόπουλο. Αν τα δύο μεγάλα κόμματα

συμφωνήσουν ότι είναι απειλή, θα καταφύγουν στις μονοεδρικές περιφέρειες, για

να εκμεταλλευτούν ότι δεν έχει προσβεβλημένα στελέχη. Και, φυσικά, στην

παραλλαγή που θα υιοθετήσουν, ούτε απλή αναλογική στη λίστα, ούτε αυτόνομη

διπλή ψήφος θα υπάρχει».

Το ΚΚΕ είναι αποφασισμένο να μη δεχτεί το γερμανικό εκλογικό σύστημα, γιατί

θεωρεί πως αυτό ευνοεί τα δύο μεγάλα κόμματα. «Σημαίνει πλειοψηφικό σύστημα,

που είναι εις βάρος των μικρών κομμάτων. Εμείς επιμένουμε στην απλή αναλογική,

επειδή εκφράζει καλύτερα την λαϊκή βούληση. Σε περίπτωση που θα προτείνει η

κυβέρνηση μια τέτοια αλλαγή, θα αντιταχθούμε», επισημαίνει ο κοινοβουλευτικός

εκπρόσωπος του ΚΚΕ Αντώνης Σκυλλάκος.

Και ο ΣΥΝ, όμως, δεν έχει εμπιστοσύνη στις κυβερνητικές προθέσεις: «Ο πρόεδρος

του ΣΥΝ έστειλε ήδη επιστολές σε όλους τους αρχηγούς των κομμάτων και θα έχει

συναντήσεις μαζί τους αρχίζοντας, σήμερα Δευτέρα, με τον κ. Καραμανλή, με

σκοπό την κατοχύρωση της απλής αναλογικής στο Σύνταγμα, πριν κλείσει το θέμα

της αναθεώρησης. Εμείς αναλαμβάνουμε αυτή την πρωτοβουλία, ώστε τα κόμματα να

ανοίξουν τα χαρτιά τους», τονίζει ο εκπρόσωπος του ΣΥΝ, Νίκος Βούτσης.

Οι Φιλελεύθεροι, πάντως, δεν είναι υπέρ της απλής αναλογικής. Ζητούν να ισχύει

το σημερινό σύστημα όπως είναι, και απλά να μην απαγορεύονται οι συνεργασίες

κομμάτων.

Σύμφωνα με πληροφορίες, όμως, δύο θέματα δεν πρόκειται να τεθούν προς συζήτηση

από την κυβέρνηση: το ελάχιστο απαραίτητο ποσοστό τού 3% για την είσοδο ενός

κόμματος στη Βουλή και οι περιοριστικές ρυθμίσεις για την κατανομή των εδρών

στους συνασπισμούς κομμάτων.

Απλή αναλογική με μονοεδρική περιφέρεια

Ο γερμανικός εκλογικός νόμος προβλέπει ένα μεικτό εκλογικό σύστημα που

συνδυάζει την απλή αναλογική με τη μονοεδρική περιφέρεια. Η ισχύς των κομμάτων

στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο καθορίζεται με βάση την απλή αναλογική, οι

βουλευτές των μονοεδρικών περιφερειών όμως εκλέγονται με το πλειοψηφικό

σύστημα. Το γερμανικό εκλογικό σύστημα λειτουργεί ως εξής:

Από τους 656 βουλευτές του ομοσπονδιακού κοινοβουλίου οι μισοί (328)

εκλέγονται από τις λίστες των κομμάτων στην επικράτεια. Οι υπόλοιποι

εκλέγονται στις 328 μονοεδρικές εκλογικές περιφέρειες, στις οποίες είναι

διαιρεμένη η Γερμανία. Τα κόμματα κατεβάζουν έναν υποψήφιο σε κάθε μονοεδρική

περιφέρεια και καταρτίζουν μια λίστα υποψηφίων στην επικράτεια.

Κάθε πολίτης έχει δύο αυτόνομες ψήφους. Με την πρώτη ψήφο, ψηφίζει στη

μονοεδρική περιφέρεια που είναι εγγεγραμμένος και επιλέγει τον βουλευτή της

περιφέρειάς του. Με τη δεύτερη ψηφίζει τη λίστα ενός κόμματος στην επικράτεια.

Ο νόμος επιτρέπει στον πολίτη να δώσει τη δεύτερη ψήφο στη λίστα ενός

διαφορετικού κόμματος από το κόμμα του υποψηφίου που επέλεξε στην περιφέρεια.

Στις 328 μονοεδρικές περιφέρειες, ο υποψήφιος που θα κερδίσει την απλή

πλειοψηφία των πρώτων ψήφων κερδίζει την έδρα.

Μόνον η δεύτερη ψήφος όμως καθορίζει την κατανομή των εδρών στο ομοσπονδιακό

κοινοβούλιο.

Οι έδρες κατανέμονται μόνον σε κόμματα που έχουν πιάσει στην επικράτεια το

όριο του 5% σύμφωνα με την απλή αναλογική.

Στον συνολικό αριθμό των εδρών που αναλογούν σε κάθε κόμμα στην επικράτεια

(βάσει της δεύτερης ψήφου) υπολογίζονται πρώτα οι έδρες που έχουν κερδίσει οι

υποψήφιοι του κόμματος αυτού στις μονοεδρικές περιφέρειες. Οι υπόλοιποι

βουλευτές συμπληρώνονται από τη λίστα του κόμματος. Η σειρά των ονομάτων είναι

δεσμευτική.

Σε περίπτωση που ένα κόμμα έχει κερδίσει περισσότερες μονοεδρικές από τις

έδρες που του αναλογού, σύμφωνα με τα αποτελέσματα στην επικράτεια,

δημιουργούνται αντισταθμιστικές έδρες για τα υπόλοιπα κόμματα.