Το θέμα της αναγραφής του θρησκεύματος στις νέες ταυτότητες απασχολεί τον

κ. Δημήτριο Α. Τζούμα, πρωτοπρεσβύτερο και αρεοπαγίτη ε.τ., από το Χαλάνδρι:

«Διάβασα, με προσοχή, στα έγκριτα «ΝΕΑ» του Σαββατοκύριακου 14 και 15/10/2000,

το υπό τον τίτλο «Απορίες… ενός Ορθοδόξου» δημοσίευμα του επιτίμου

Αρεοπαγίτου κ. Αρ. Καλύβα και παρακαλώ να μου επιτρέψετε και δημοσιεύσετε τις

κατωτέρω επί των διαλαμβανομένων σ’ αυτό παρατηρήσεις:

Ι. Το ζήτημα της αναγραφής ή μη του θρησκεύματος στα νέα δελτία αστυνομικής

ταυτότητος, όπως τίθεται σήμερα, είναι κυρίως νομικό. Γι’ αυτό σας στέλλω

σχετικό πόνημά μου με τίτλο «Σύνταγμα – ταυτότητες – θρήσκευμα», εις το οποίον

εκθέτω αναλυτικώς το θέμα.

ΙΙ. Το ότι συμβαίνουν ορισμένα «ατοπήματα» στον χώρο της Εκκλησίας, όπως

αναφέρεται στο δημοσίευμα, υποπίπτουν δε σε παραπτώματα και ελάχιστοι

κληρικοί, τους οποίους δεν δικαιολογώ, ουδόλως επηρεάζει τις αποκεκαλυμμένες

από τον Θεό αλήθειες της χριστιανικής θρησκείας ούτε την πίστη και τη

συμπεριφορά των πιστών χριστιανών, αφού άλλο είναι η Εκκλησία, ιδρυτής της

οποίας είναι ο ίδιος ο Κύριος και γι’ αυτό «πύλαι άδου ου κατισχύουσιν αυτής»

και άλλο κλήρος.

ΙΙΙ. Θαύματα μετά Χριστόν έγιναν και γίνονται. Μπορούμε δε και εμείς να τα

αντιληφθούμε, αρκεί να έχομε εδραία πίστη στον Θεό και μάτια (ψυχής) για να τα

δούμε. Τα θαύματα δε αυτά που γίνονται, δεν αναιρούνται, ούτε από εκείνα που

δεν έγιναν (και αναφέρονται στο δημοσίευμα) παρά την επίκληση Αγίων και

εικόνων, ούτε από την εκμετάλλευση και καπηλεία των ιερών και οσίων της

πίστεώς μας, από ελαχίστους αναξίους χριστιανούς.

IV. Τις κρίσεις του συντάκτου του δημοσιεύματος για τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών κ.

Χριστόδουλο, ότι δηλαδή το γύρισε στο αντάρτικο, έχει το θράσος να μην

αναγνωρίζει κράτος, νόμους, Σύνταγμα, έννομη τάξη, αποφάσεις δικαστηρίων, ότι

καλό είναι να εξετασθεί από ψυχολόγους κ.λπ., εκφερόμενες από επίτιμον

αρεοπαγίτην, τις θεωρώ, ανεξαρτήτως του αβασίμου αυτών, εντελώς απαράδεκτες.

V. Το ότι συνέβησαν κάποτε ορισμένα ανάρμοστα περιστατικά (βιαιοπραγίες)

μεταξύ αντιμαχομένων ομάδων, οπαδών 2 μητροπολιτών, ούτε επιβάλλει ούτε

δικαιολογεί την κατάργηση του μαθήματος των Θρησκευτικών στα σχολεία, εν όψει

και του άρθρου 16 παρ. 2 του Συντάγματος, που ορίζει ότι «Η παιδεία αποτελεί

βασική αποστολή του κράτους… έχει δε ως σκοπό την ηθική… και την ανάπτυξη

της εθνικής και θρησκευτικής συνειδήσεως των νέων και τη διάπλαση αυτών ως

ελευθέρων και υπευθύνων πολιτών».

Και να μην ξεχνούμε, ότι εάν υφιστάμεθα σήμερα ως κράτος και ως έθνος, τούτο

οφείλεται (και) εις την ορθόδοξο χριστιανική μας πίστη. Διαφορετικά θα είχαμε

εκλείψει, όπως οι Φοίνικες, Αιγύπτιοι, Ασσύριοι κ.λπ. και ότι ο Ιησούς Χριστός

είναι «… η οδός, η αλήθεια και η ζωή… Το Φως του κόσμου· και ο ακολουθών

αυτόν, ου μη περιπατήσει εν τη σκοτία αλλ’ έξει το φως της ζωής» (Ιωάννου ιδ’

6-7 και ζ’ 12-13)».