Μερικές φορές με ρωτούν τι είναι αυτό που με κρατά ξάγρυπνο τη νύχτα. Η απάντηση είναι σχετικά απλή. Είναι ο φόβος ότι η μεταπολεμική διεθνής τάξη – διαμορφωμένη από τις μνήμες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και το τραύμα του Ολοκαυτώματος, και οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια του πολιτικού συμβιβασμού, του σεβασμού της κυριαρχίας των άλλων χωρών, των ελεύθερων αγορών, των ατομικών ελευθεριών και της προστασίας των μειονοτήτων – μπορεί να καταρρεύσει.
Το «ποτέ ξανά», η υπόσχεση και η φιλοδοξία να μη επαναληφθούν τα λάθη που οδήγησαν στην τραγωδία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, έχει επί δεκαετίες διαμορφώσει τους διεθνείς θεσμούς και την πολιτική ασφάλειας. Ομως σήμερα η επιρροή αυτού του συνθήματος έχει εξασθενήσει. Εστίες έντασης εκδηλώνονται σε όλο τον κόσμο: από την απειλή στρατιωτικής επέμβασης των ΗΠΑ στη Βενεζουέλα, τον βίαιο εμφύλιο πόλεμο στο Σουδάν και τη συνεχή αστάθεια στη Μέση Ανατολή, έως τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις αυξανόμενες εντάσεις στα Στενά της Ταϊβάν. Ολες αυτές οι κρίσεις έχουν παγκόσμιες επιπτώσεις.
Μπροστά σε αυτή την πληθώρα επειγουσών καταστάσεων, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η Δύση, με την ευρεία έννοια του όρου, αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη πρόκληση των τελευταίων δεκαετιών. Στη ρίζα αυτής της πρόκλησης βρίσκεται ένα αίσθημα πολιτισμικής εξάντλησης, το οποίο έχουν αντιληφθεί οι αντίπαλοί μας, πεπεισμένοι ότι η ώρα τους έχει έρθει.
Εχει όμως όντως έρθει; Εχουν περάσει περισσότερες από 1.350 ημέρες από τότε που η Ρωσία εξαπέλυσε την τριήμερη «ειδική στρατιωτική επιχείρησή» της – τον παράνομο και απρόκλητο επιθετικό πόλεμό της – εναντίον της Ουκρανίας. Τουλάχιστον 1,5 εκατομμύριο Ουκρανοί και Ρώσοι στρατιώτες έχουν τραυματιστεί ή σκοτωθεί στις μάχες έκτοτε, δηλαδή περισσότεροι από χίλιοι την ημέρα. Το καθεστώς του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, και μόνο αυτό, φέρει την πλήρη ευθύνη για αυτόν το βαρύ απολογισμό.
Δυστυχώς, πρέπει να αναμένουμε περισσότερους θανάτους και περισσότερη καταστροφή. Η Ρωσία πλήττει τις ενεργειακές υποδομές της Ουκρανίας (με πυραύλους και drones), σε μια προσπάθεια να κάμψει τη βούληση της χώρας βυθίζοντας τις πόλεις της στο χειμερινό σκοτάδι και στο διαπεραστικό κρύο. Παρά τα συσσωρευόμενα οικονομικά προβλήματα, το Κρεμλίνο αυξάνει τις στρατιωτικές δαπάνες σε σχεδόν 40% του κρατικού προϋπολογισμού. Τα αεροσκάφη και τα drones του παραβιάζουν τον εναέριο χώρο του ΝΑΤΟ και διαταράσσουν τη λειτουργία αεροδρομίων – όχι μόνο σε γειτονικές χώρες όπως η Εσθονία, αλλά και στη Γερμανία, τη Δανία και τη Σουηδία. Η πολεμική του μηχανή κινείται γρηγορότερα και ο στόχος της είναι σαφής: να εκφοβίσει όχι μόνο τους Ουκρανούς, αλλά και τις δυτικές κοινωνίες.
Αυτή η συμπεριφορά καθιστά τρία πράγματα σαφή. Πρώτον, ο Πούτιν δεν ενδιαφέρεται και δεν ενδιαφερόταν ποτέ για την ειρήνη. Δεύτερον, κάθε εδαφική παραβίαση, κάθε εμπρηστική ενέργεια, κάθε κυβερνοεπίθεση δεν αποτελεί λάθος, αλλά μέρος μιας σκόπιμης στρατηγικής για τη δοκιμή της ανθεκτικότητας της Ευρώπης και των συμμάχων της. Και τρίτον, αυτές οι προκλήσεις δεν είναι ένδειξη ισχύος, αλλά αυξανόμενης αδυναμίας.
Παρά την αποφασιστικότητα και τη σκληρότητα του Κρεμλίνου στη διεξαγωγή του πολέμου, η προσπάθειά του να υποτάξει την Ουκρανία έχει αποδειχθεί καταστροφική αποτυχία.
Ομως, παρότι η Ρωσία είναι αποδυναμωμένη οικονομικά, δημογραφικά και πολιτικά, παραμένει μια σοβαρή απειλή, τόσο για την Ευρώπη όσο και για την παγκόσμια τάξη. Με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα εγκλωβισμένες σε γεωπολιτικό ανταγωνισμό, η Ρωσία επιδιώκει να καταστεί ο τρίτος πυλώνας μιας παγκόσμιας τριάδας, εις βάρος της Ευρώπης. Η πρόκληση για την ΕΕ είναι να μεταφράσει το οικονομικό της μέγεθος σε παγκόσμια ηγεσία και επιρροή.







