Τα κινήματα είναι της μόδας. Το πιο αναγνωρίσιμο πρόσωπο του Συλλόγου Τέμπη 2023 (αφού αρχικά ενημέρωσε το τηλεοπτικό κοινό πως θα βρεθεί «στην πρώτη γραμμή όταν το κόμμα είναι η τελική μορφή που μπορεί να πάρει ένα κίνημα, εφόσον οργανωθεί σωστά») ανέφερε για πολλοστή φορά ότι στηρίζει «τη μεγάλη κοινωνική αντίδραση, ένα μεγάλο κίνημα των πολιτών που έχει δημιουργηθεί ενάντια στη διαφθορά». Κι ένας πρώην πρωθυπουργός, από το κάστρο της δημοκρατικής παράταξης στη Δυτική Ελλάδα, διαλάλησε πως υπάρχει ανάγκη «για μια νέα δυναμική, οργανωμένη από τα κάτω, που θα αποκρυσταλλωθεί σε πολιτικό κίνημα, ικανό και αποφασισμένο να ανατρέψει τους συσχετισμούς και να φέρει τη πολιτική αλλαγή.

Ετσι που στις επόμενες εκλογές, όποτε κι αν αυτές γίνουν, η σημερινή κυβέρνηση να βρει απέναντί της ισχυρό αντίπαλο, ικανό να την κερδίσει». Κι αν η πρώτη νομιμοποιείται να βλέπει τον εαυτό της ως ενσαρκωτή της αγανάκτησης που νιώθουν πολλοί για το «κατεστημένο», ο δεύτερος πού βασίζει την πεποίθησή του ότι μπορεί να ηγηθεί των σημερινών αγανακτισμένων με την κυβέρνηση ή το κομματικό σύστημα; Σύμφωνα με θαυμαστές του, στην κινηματική εμπειρία των νεανικών του χρόνων.

Επικεφαλής

Εντάξει, στη βιβλιογραφία της Κοινωνιολογίας τα κινήματα δεν έχουν αυθόρμητο χαρακτήρα. Εχουν συνειδητούς στόχους και εσωτερική οργάνωση – όχι τόσο λεπτομερώς καθορισμένη ή ιεραρχική σαν των κομμάτων, αλλά αρκετή ώστε να δρουν με σχέδιο. Ωστόσο, συνήθως φέρνουν αποτέλεσμα (επιφέρουν τις αλλαγές που ευαγγελίζονται οι συμμετέχοντες στην προσπάθεια ακόμη και με τη συμπεριφορά τους) εφόσον η δράση είναι συλλογική. Κι όταν όντως ξεκινάει «από τα κάτω». Οπως λέει και το τσιτάτο, δεν διατάσσονται από τα πάνω. Δεν αρκεί, με άλλα λόγια, να αυτοπροταθεί κάποιος ως πολιτικός εκφραστής τους.

Ούτε να παραγγείλει τη δημιουργία τους ένας βουλευτής που παραιτήθηκε του αξιώματός του προκειμένου να επιστρέψει στην «ενεργό πολιτική». Οι επαγγελματίες κυνηγοί του σταυρού ενδέχεται να καταφέρουν να καβαλήσουν ένα κοινωνικό κύμα, σαν τους συριζαίους από το 2012 και μετά. Ομως, δεν έχουν τη δυνατότητα να το σηκώσουν. Οσοι επιθυμούν να γίνουν ηγέτες τους οφείλουν διαρκώς να βεβαιώνουν τους «ακολούθους» τους ότι αξίζει να διεκδικούν τη θέση, επιδεικνύοντας την αποτελεσματικότητα της επιρροής τους – πείθοντάς τους ξανά και ξανά, δηλαδή. Είναι δαπανηρότερο να ιδρύσεις ένα κόμμα, λοιπόν. Αλλά είναι πιο εύκολο να δηλώσεις αρχηγός έτσι από το να αναδειχθείς επικεφαλής ενός κινήματος.