Είναι η Νέα Δημοκρατία κόμμα πλουσίων; Να μια αφελής λογική που οδηγεί πάντα σε τοίχους και παραπέμπει σε σχολικές αναλύσεις μανιχαϊστικού τύπου. Είναι κόμμα της μεσαίας τάξης; Ούτε, θα λέγαμε. Αστε που η εν λόγω τάξη και ρευστοποιείται και μεταβάλλεται, οπότε κάθε αναγωγή θα είχε επίσης σφάλματα. Η Νέα Δημοκρατία, ας συμφωνήσουμε, είναι λαϊκό κόμμα. Ψηφίζεται δε ή στηρίζεται από ένα επιχειρηματικό μπλοκ εξουσίας, αλλά επίσης στηρίζεται και από μεγάλο μέρος μικροϊδιοκτητών, ελεύθερων επαγγελματιών, αγροτών, οικογενειών, σωμάτων ασφαλείας, συνταξιούχων, ακόμη και εργαζομένων στον δημόσιο τομέα.

Η εν λόγω κοινωνική συμμαχία μοιάζει στέρεη ήδη απ’ τα τέλη του 2015. Κι εδώ είναι ένα μέρος της επιτυχίας του Κυριάκου Μητσοτάκη που δεν οριοθετείται απλώς στο αντι-ΣΥΡΙΖΑ ρεύμα. Η εγγύηση μιας «κανονικότητας» έναντι των αρνητικών κοινωνικών εκπλήξεων ήταν τελικά ένα σχέδιο που δεν εξατμίστηκε εύκολα και επέδειξε αντοχή μέσα στα περίπου δέκα αυτά χρόνια. Κι εδώ είναι το πρώτο κλειδί: συχνά ή και πάντα, οι λαϊκές τάξεις είναι εκείνες που δεν θέλουν «πολιτικές περιπέτειες». Στη δε προσδοκία μιας βελτίωσης των όρων ζωής, συχνά οχυρώνονται και σε πιο συντηρητικές θέσεις. Μια γραμμικότητα που θα ήθελε τους «φτωχούς» να είναι «αριστεροί» και τους «πλούσιους» να είναι δεξιοί δεν ισχύει. Αντίθετα. Την τελευταία τριακονταετία, οι μεταβολές και οι ρευστοποιήσεις έχουν διαμορφώσει ένα ανακάτεμα των υλικών όρων διαβίωσης. Ενας δημόσιος υπάλληλος μπορεί ταυτόχρονα να είναι και ιδιοκτήτης διαμερισμάτων.

Και εδώ το ερώτημα είναι: Ποια συνείδησή του είναι αυτή που υπερισχύει; Η Ελλάδα ακόμη και σήμερα είναι χώρα της οικογένειας και της ιδιοκατοίκησης (η τελευταία, παρά τα πτωτικά νούμερα, ήταν 69,6% το 2023). Και επίσης πολιτικά δεν έχουμε βιώσει μια δυναμική είσοδο της Γενιάς Ζ ή νεότερων πολιτών που θα μετέβαλλαν και τις εκλογικές εκβάσεις. Το όλο δε ρεύμα – και παγκοσμίως, και στην Ευρώπη, και στη χώρα – δεν ευνοεί πιο προοδευτικές επιλογές. Μια αναδίπλωση στο έθνος – κράτος, στην οικογένεια, στη θρησκεία (όχι οντολογικά) μοιάζει σήμερα περισσότερο ως αμυντική περιχαράκωση έναντι των νέων ρευστοποιήσεων. Παρ’ όλα αυτά, διαμορφώνει νέες πολιτικές συμπεριφορές.

Επαναλαμβάνουμε: δεξιά του πολιτικού τόξου. Βοηθάει και μια καταστροφική στρατηγική της Αριστεράς την τελευταία επίσης εικοσαετία. Η σύγχυση της λαϊκότητας με τον λαϊκισμό ή ένας υπαρκτός ελιτισμός αφαίρεσε τη δυνατότητα στο προοδευτικό μέτωπο να διευρύνει την επιρροή του. Η υποτίμηση ταυτόχρονα παραδοσιακών τρόπων επικοινωνίας με τα ευάλωτα στρώματα αλλά και οι επεξεργασίες που απαιτούνται στη νέα εποχή. Πώς φαντάζεται τη νέα πόλη η Αριστερά; Θέλει να διασώσει τον καπιταλισμό ή να τον μετασχηματίσει; Θα μετασχηματιστεί σε ηθικό φορέα ή σε παράγοντα επίσης ησυχίας; Ως τότε οι φτωχοί θα συνεχίσουν να ψηφίζουν Δεξιά και οι κεντροαριστεροί θα μαλώνουν για το είδος συμπόρευσης που θα έχουν.

Στοίχημα

Το μεγαλύτερο στοίχημα που έχει σήμερα το ΠΑΣΟΚ είναι να πείσει τον κόσμο – όχι απλώς τον κόσμο του – πως είναι η δύναμη που γύρω της θα συσπειρωθούν όσοι θέλουν «πολιτική αλλαγή». Εξού και ο πρόεδρος του κόμματος Νίκος Ανδρουλάκης στη ΔΕΘ εστίασε κυρίως στο δικό του πρόγραμμα και όχι απλώς σε ένα «αντι-Μητσοτάκης» σχέδιο. Θα τα καταφέρει; Οσοι δυνητικά θα μπορούσαν να ψηφίσουν ΠΑΣΟΚ, δεν έχουν στοιχηθεί. Παρ’ όλα αυτά, η εικόνα από τη φετινή ΔΕΘ ήταν ένα βήμα σε κάτι που θα έχει σημασία προσεχώς: η εκπομπή κυβερνητικού σήματος.

#HASHTAG: Καλλιμάρμαρο

«Ο,τι έχω ζήσει, το ‘χει πει η Βίσση». Να το ακούς από την τέταρτη ή πέμπτη γενιά που την ακούει και μάλιστα σε ένα Καλλιμάρμαρο που γέμισε δύο συνεχόμενες ημέρες, είναι κάτι που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο. Η δημοφιλής τραγουδίστρια έχει ανανεώσει μέσα σε πέντε δεκαετίες το κοινό της, ενώ οι ερμηνευτικές της ικανότητες είναι ακέραιες, μαζί με τις αλλαγές στην ορχήστρα της που πλησιάζουν τις πιο νέες τάσεις (π.χ. ο ακορντεονίστας Παναγιώτης Τσεβάς). Το θέμα όμως της Βίσση δεν είναι στενά μουσικό. Περισσότερο πρέπει να ψάξουμε στη νέα συναυλιακή τάση, μια νέα συμπεριφορά μέσα στην πόλη. Προς συζήτηση.